Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα Ναυτικών Διαφορών

  

Αριθμός απόφασης  2523/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τακτική Διαδικασία

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ευαγγελία Μπέλλου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο την 9η Απριλίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρίας με την επωνυμία «….» («…»), που εδρεύει στη …) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρίας με την επωνυμία «…» («…»), που εδρεύει τυπικά στη …) και πραγματικά στην …), όπου ασκείται η πραγματική της διοίκηση και βρίσκονται τα γραφεία της αντιπροσώπου της – διαχειρίστριας του υπό σημαία Κύπρου Φ/Γ πλοίου «…» εταιρίας με την επωνυμία «….», που έχει εγκαταστήσει γραφείο στην ημεδαπή, σύμφωνα με το Ν. 27/1975, και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Εταιρίας με την επωνυμία «… …» («…»), που εδρεύει τυπικά στη …) και πραγματικά στην …), όπου ασκείται η πραγματική της διοίκηση και βρίσκονται τα γραφεία της αντιπροσώπου της – διαχειρίστριας του υπό σημαία Κύπρου Φ/Γ πλοίου «…» εταιρίας με την επωνυμία «….», που έχει εγκαταστήσει γραφείο στην ημεδαπή, σύμφωνα με το Ν. 27/1975, και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες δεν εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 11.01.2018 με Γ.Α.Κ. 284/2018 και με Ε.Α.Κ. 129/2018 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 11.01.2018, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, με την από 24.09.2018 πράξη ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 16ης.10.2018, κατά την οποία συζητήθηκε. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 5174/28.11.2018 μη οριστική απόφαση, με την οποία το παρόν Δικαστήριο ανέβαλε την πρόοδο της δίκης και έταξε προθεσμία τριάντα ημερών από τη δημοσίευσή της, προκειμένου να συμπληρωθεί η έλλειψη της πληρεξουσιότητας του δικηγόρου των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων.  Ήδη, με την από 28.02.2019 με Γ.Α.Κ. 1872/2019 και με Ε.Α.Κ. 895/2019 κλήση της καλούσας – ενάγουσας, η αγωγή επανεισάγεται για συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα επανεισάγεται προς συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 28.02.2019 με Γ.Α.Κ. 1872/2019 και με Ε.Α.Κ. 895/2019 κλήση της καλούσας – ενάγουσας, η από 11.01.2018 με Γ.Α.Κ. 284/2018 και με Ε.Α.Κ. 129/2018 αγωγή της, που είχε συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 16ης.10.2018, κατόπιν παρέλευσης της προθεσμίας των τριάντα ημερών από τη δημοσίευσή της, την οποία είχε τάξει το παρόν Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 5174/28.11.2018 μη οριστική απόφαση, προκειμένου να συμπληρωθεί η έλλειψη της πληρεξουσιότητας του δικηγόρου των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων. Για το νομότυπο της κλήτευσης των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων, η καλούσα – ενάγουσα, που επισπεύδει τη συζήτηση, προσάγει με επίκληση τις υπ’ αριθ. … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, …, από τις οποίες προκύπτει ότι αντίγραφο της παραπάνω κλήσης, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη ορισμού δικαστή και συζήτησης, παραγγελία προς επίδοση, και κλήση για συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στις καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 128 παρ. 4, 129 παρ. 2, 254 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο δίνεται πληρεξουσιότητα είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από δικηγόρο. Με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ΚΠολΔ, που αποτελούν δημόσιο δίκαιο, ρυθμίζεται ειδικότερα σε σχέση με το άρθρο 11 ΑΚ, ο τύπος της μονομερούς δικαιοπραξίας της πληρεξουσιότητας, όταν αυτή παρέχεται για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και την παράσταση στο ακροατήριο ενώπιον των ημεδαπών δικαστηρίων. Μάλιστα, η παροχή τέτοιας πληρεξουσιότητας συνιστά, πέραν του ουσιαστικού δικαίου, διαδικαστική πράξη του δικονομικού δικαίου υποβαλλόμενη στον οριζόμενο από την εσωτερική έννομη τάξη (συστατικό) τύπο, χωρίς διάκριση αν παρέχεται με δικαιοπραξία στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή. Επιλέγεται έτσι από το νόμο αποκλειστικά ως κατάλληλο για τη ρύθμιση αυτή το δίκαιο του τόπου όπου οι διαδικαστικές πράξεις επιχειρούνται, κατ’ ειδική ρύθμιση σε σχέση με το άρθρο 11 ΑΚ, το οποίο ως προς τον τύπο της δικαιοπραξίας δέχεται το ως άνω δίκαιο διαζευκτικώς εφαρμοζόμενο με τα αναφερόμενα εκεί άλλα δίκαια (Βλ. ΑΠ 909/2004 ΕλλΔνη 2005.1684, ΑΠ 292/2002 Δ 2002.1295, ΕΠ 482/2015, ΕΠ 371/2014, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 104 ΚΠολΔ, «Για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως την συζήτηση στο ακροατήριο θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα, και αν δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως. Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της», ενώ κατά το άρθρο 105 ΚΠολΔ, «1. Αν αυτός που παρίσταται ως πληρεξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης και να επιτρέψει σε εκείνον που δεν αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του να συμμετάσχει στη δίκη προσωρινά. Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης. 2. Η οριστική απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί προτού συμπληρωθεί η έλλειψη ή πριν παρέλθει η προθεσμία που ορίστηκε. 3. Αν δεν συμπληρώθηκε η έλλειψη μέσα στην προθεσμία που ορίστηκε, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης και καταδικάζει εκείνον που παραστάθηκε χωρίς πληρεξουσιότητα να πληρώσει τα έξοδα που προκλήθηκαν από την παράστασή του αυτή». Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι όταν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι ο παριστάμενος ως πληρεξούσιος στερείται πληρεξουσιότητας, δύναται να επιτρέψει σ’ αυτόν την προσωρινή συμμετοχή στη δίκη, τάσσοντας συγχρόνως και σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας, κηρύσσει άκυρη την προσωρινώς επιτραπείσα συμμετοχή του ως πληρεξουσίου παραστάντος στη δίκη και πράττει και τα λοιπά οριζόμενα με την παράγραφο 3 του προαναφερόμενου άρθρου. Σε περίπτωση που η υπόθεση επανεισάγεται για συζήτηση με κλήση προς έκδοση οριστικής απόφασης, μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας που τάχθηκε από το δικαστήριο για τη συμπλήρωση της έλλειψης, ουδέν εμπόδιο τάσσεται στο δικαστήριο από τις προδιαληφθείσες διατάξεις να δεχθεί και για τις προηγηθείσες πράξεις την προσκομιζόμενη, κατά την συζήτηση επί της κλήσεως, πληρεξουσιότητα του πρότερου, άνευ πληρεξουσιότητας, παραστάντος δικηγόρου. Η λύση αυτή, που έχει υπέρ αυτής το σκοπό του νομοθέτη, ο οποίος με την προπαρατεθείσα ρύθμιση απέβλεψε στην περιστολή των ακυροτήτων των δικαστικών πράξεων με την, κατόπιν άδειας του δικαστηρίου, προσκομιδή της ελλείπουσας πληρεξουσιότητας, του ως πληρεξουσίου παρισταμένου δικηγόρου, σε χρόνο μεταγενέστερο και πάντως πριν την έκδοση απόφασης που να τέμνει οριστικά τη διαφορά και να κηρύσσει άκυρες τις πράξεις αυτού, συνάδει απολύτως και με την ευχέρεια, την οποία έχει το δικαστήριο, ακόμη και μετά την πάροδο της προθεσμίας, που τάχθηκε από αυτό, να χορηγεί νέα προθεσμία προς συμπλήρωση της έλλειψης, το οποίο μπορεί να πράξει και σιωπηρώς με την αποδοχή της πληρεξουσιότητας που προσκομίζεται μετά την πάροδο της ταχθείσας προθεσμίας (Βλ. ΕΠ 182/2013 ΤΝΠ NOMOS). Στην προκειμένη περίπτωση από τη μελέτη των διαδικαστικών εγγράφων της δικογραφίας, -μεταξύ των οποίων- η υπ’ αριθ. 5174/28.11.2018 μη οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, το περιεχόμενο της οποίας αποτελεί πλήρη απόδειξη αναφορικά με τα ζητήματα της εμφάνισης και εκπροσώπησης των διαδίκων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 312 παρ. 1, 438 και 440 ΚΠολΔ (Βλ. ΑΠ 1152/2017, ΑΠ 254/2016, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS), προκύπτει ότι κατά την αρχική συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι είχαν καταθέσει προτάσεις μαζί με τα επικαλούμενα σ’ αυτές αποδεικτικά μέσα εντός της οριζόμενης με τη διάταξη του άρθρου 237 παρ. 1 εδ. τελ. ΚΠολΔ προθεσμίας των εκατόν τριάντα (130) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, η οποία (προθεσμία) ήταν εν προκειμένω εφαρμοστέα, λόγω της καταστατικής έδρας των εναγόμενων στην αλλοδαπή. Εντός της ίδιας προθεσμίας ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας, Ιωάννης Μανιός, δικηγόρος Πειραιώς, είχε προσκομίσει σε νόμιμη μετάφραση από την αγγλική γλώσσα στην ελληνική το από 12.04.2018 ειδικό πληρεξούσιο, που χορηγήθηκε με ιδιωτικό έγγραφο, στο οποίο η υπογραφή του νόμιμου εκπροσώπου της ενάγουσας βεβαιώθηκε από αρμόδια αρχή, και φέρει επισημείωση της Σύμβασης Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961. Αντίθετα, ο δικηγόρος που κατέθεσε προτάσεις για λογαριασμό των εναγόμενων, Γεώργιος Σπηλιωτόπουλος, δικηγόρος Αθηνών, δεν είχε προσκομίσει εντός της παραπάνω προθεσμίας τα σχετικά έγγραφα της πληρεξουσιότητάς του. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το προεισαγωγικό τμήμα της υπ’ αριθ. 5174/28.11.2018 μη οριστικής απόφασης, κατά την συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο της 16ης.10.2018, η μεν ενάγουσα εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο της, Ιωάννη Μανιό, ενώ οι εναγόμενες δεν εκπροσωπήθηκαν. Εξάλλου, με την προαναφερόμενη υπ’ αριθ. 5174/28.11.2018 μη οριστική απόφαση, το παρόν Δικαστήριο, επέτρεψε στον ως άνω δικηγόρο των εναγόμενων να συμμετάσχει προσωρινά στη δίκη και ανέβαλε την πρόοδο αυτής προκειμένου να συμπληρωθεί η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, ορίζοντας προθεσμία τριάντα ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης για τη συμπλήρωση της έλλειψης αυτής. Όμως, ο παραπάνω δικηγόρος δεν απέδειξε τη χορήγηση σ’ αυτόν πληρεξουσιότητας, καθώς από την έρευνα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει ότι αυτός δεν προσκόμισε εντός της προθεσμίας που έταξε η παραπάνω μη οριστική απόφαση ή σε μεταγενέστερο χρόνο τα σχετικά πληρεξούσια έγγραφα. Πρέπει, επομένως, το Δικαστήριο να προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης, με βάση το άρθρο 105 παρ. 3 ΚΠολΔ, και να κηρύξει άκυρη τη διαδικαστική πράξη της κατάθεσης προτάσεων από τον παραπάνω δικηγόρο για λογαριασμό των εναγόμενων, λόγω έλλειψης πληρεξουσιότητας, κατά το άρθρο 104 ΚΠολΔ. Συνακόλουθα, οι εναγόμενες θεωρούνται δικονομικά απούσες, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 115 παρ. 1 και 3, 237 παρ. 1, 271 παρ. 1 ΚΠολΔ. Περίπτωση καταδίκης στα δικαστικά έξοδα της καλούσας – ενάγουσας με βάση το άρθρο 105 παρ. 3 ΚΠολΔ δεν συντρέχει εν προκειμένω, διότι δεν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα (Βλ. ΕΑ 5900/1995 ΤΝΠ NOMOS, ΕΑ 3409/1984 Δ 1984.721, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νίκα), Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 105, αριθ. περιθ. 2, σελ. 225).

Από τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, …, τις οποίες προσάγει με επίκληση η καλούσα – ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη με την οποία ορίζεται η προθεσμία κατάθεσης των προτάσεων, παραγγελία προς επίδοση, και κλήση για παράσταση στη δικάσιμο που θα οριζόταν, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στις καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 128 παρ. 4, 129 παρ. 2, 215 παρ. 2 ΚΠολΔ), η δε εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο κατά την αρχική δικάσιμο της 16ης.10.2018, επείχε θέση νόμιμης κλήτευσης των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων (άρθρο 237 παρ. 4 εδ. ε΄ ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για τις εν λόγω επιδόσεις δεν έχει σημασία ο τόπος ο οποίος, κατά το καταστατικό, φέρεται ως έδρα των παραπάνω εταιριών, αλλά ο τόπος της εργασίας ή της κατοικίας του εκπροσωπούντος το νομικό πρόσωπο φυσικού προσώπου, το οποίο δεν είναι κατά νόμο απαραίτητο να βρίσκεται στον τόπο της καταστατικής έδρας της εταιρίας. Συνεπώς, νόμιμα διενεργήθηκε η επίδοση της αγωγής στην …), στη διεύθυνση δηλαδή όπου, όπως αναγράφεται και στο αγωγικό δικόγραφο, ασκείται η διοίκηση των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων και βρίσκεται η πραγματική έδρα τους (πρβλ. ΕΠ 151/2016 ΤΝΠ NOMOS). Οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες δεν έλαβαν κανονικά μέρος στη δίκη και θεωρούνται δικονομικά απούσες, όπως προαναφέρθηκε, και, επομένως, πρέπει να δικαστούν ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).

Ι. Από την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 25 εδ. β’ ΑΚ και 4 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη Ι), ο οποίος, με βάση το άρθρο 2, έχει οικουμενική εφαρμογή, με την έννοια ότι μπορεί να οδηγήσει και στην εφαρμογή του δικαίου ενός κράτους, που δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνάγεται ότι το εάν ο αποκτών από άλλον περιουσία ή επιχείρηση ως σύνολο καθίσταται συνυπόχρεος με τον μεταβιβάζοντα για χρέη της περιουσίας ή της επιχείρησης, διέπεται, ως ενοχική σχέση εκ του νόμου, από το δίκαιο της χώρας με την οποία συνδέεται στενότερα και αρμόζει από το σύνολο των ειδικών συνθηκών, οι οποίες συνεκτιμώνται ανάλογα με τη στενότητα ή χαλαρότητα προς την έννομη σχέση. Μεταξύ των συνδετικών στοιχείων που συγκροτούν τις ειδικές συνθήκες περιλαμβάνονται ο τόπος κατάρτισης και εκτέλεσης της σύμβασης, ο τόπος της επαγγελματικής δραστηριότητας των συμβληθέντων, και προκειμένου περί νομικών προσώπων η πραγματική έδρα τους, έστω και αν είναι διάφορη της καταστατικής. Η ως άνω ενοχική σχέση (ευθύνη) εκ του νόμου δεν διέπεται από το δίκαιο με βάση το οποίο κρίνεται η τυχόν υφιστάμενη υποσχετική σύμβαση περί μεταβίβασης της περιουσίας ή επιχείρησης (λ.χ. πώληση), που είναι κατ’ αρχήν, με βάση το άρθρο 3 του παραπάνω αναφερόμενου Κανονισμού το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη (πρβλ. υπό τις αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης Ρώμης 1980: ΑΠ 1908/2008 ΤΝΠ NOMOS, ΕΠ 676/2013 ΕΝΔ 2013.409, ΕΠ 23/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.715). II. Με τις διατάξεις των εδαφίων α’ και β’ του άρθρου 479 ΑΚ, που ορίζουν ότι: «Αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των μεταβιβαζόμενων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει», εισάγεται αναγκαστική εκ του νόμου σωρευτική αναδοχή των χρεών, κατά την έννοια του άρθρου 477 ΑΚ, και δημιουργείται παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, απ’ αυτούς δε τους δύο, ο μεν πρώτος ευθύνεται απεριόριστα, ο δε δεύτερος περιορισμένα και συγκεκριμένα μέχρι την αξία των μεταβιβαζόμενων στοιχείων κατά το χρόνο της μεταβίβασης (Βλ. ΑΠ 1948/2008, ΕΠ 545/2015 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Ο εν λόγω περιορισμός της ευθύνης του αποκτώντος επέρχεται κατόπιν ένστασης αυτού, και δεν αποτελεί στοιχείο της κατ’ αυτού αγωγής η αναφορά και η αξία των μεταβιβασθέντων περιουσιακών αντικειμένων (Βλ. ΑΠ 318/2008 ΕλλΔνη 2009.482). Για τη δημιουργία, όμως, της σωρευτικής αυτής αναδοχής απαιτείται να περιλαμβάνει η μεταβίβαση ένα προς ένα όλα τα στοιχεία που συνιστούν το ενεργητικό της περιουσίας, έστω και αν εξαιρέθηκαν απ’ αυτήν αντικείμενα ασήμαντης αξίας. Επί μεταβιβάσεως μεμονωμένων αντικειμένων, πρέπει αυτά να αποτελούν όλο το ενεργητικό της περιουσίας ή το σημαντικότερο ποσοστό αυτής. Επιπλέον, ο αποκτών πρέπει να τελούσε σε γνώση ότι του μεταβιβάστηκε όλη η περιουσία ως σύνολο ή το σημαντικότερο ποσοστό της. Η γνώση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει και όταν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η μεταβίβαση, γνώριζε ο αποκτών την εν γένει περιουσιακή κατάσταση του μεταβιβάζοντος και μπορούσε να αντιληφθεί ότι η περιουσία που του μεταβιβάστηκε αποτελούσε το σύνολο αυτής ή το σημαντικότερο ποσοστό της (Βλ. ΑΠ 451/2012, ΑΠ 910/2010, 909/2010, ΑΠ 1384/2005, ΕΠ 545/2015, ΕΠ 94/2011, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Στην περίπτωση κατά την οποία μεταβιβάστηκε επιχείρηση ή άλλη περιουσιακή ομάδα, ως τέτοια, η γνώση του αποκτώντος προκύπτει από αυτήν την ίδια τη σύμβαση και, ως εκ τούτου, δεν παρίσταται ανάγκη να γίνει ιδιαίτερη επίκληση και απόδειξη αυτής (Βλ. ΑΠ 829/2003, ΑΠ 591/2002, ΕΠ 726/2010, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Ως «επιχείρηση» η ελληνική νομολογία αντιλαμβάνεται και το εν λειτουργία ευρισκόμενο πλοίο (Βλ. ΑΠ 1129/1983 ΝοΒ 32.667, ΕΠ 545/2015, ό.π., ΕΠ 372/2014, ΕΠ 207/2011, ΕΠ 726/2010, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS), πολύ περισσότερο μάλιστα διότι συνηθέστατος τύπος της εκμετάλλευσης πλοίου είναι η «μονοβάπορη» εταιρεία (Βλ. ΕΠ 726/2010, ό.π., όπου περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και τη νομολογία). Στην προκειμένη περίπτωση με την αγωγή εκτίθεται ότι η εδρεύουσα στη … ενάγουσα εταιρία έχει αντικείμενο της εμπορικής της δραστηριότητας την εμπορία ανταλλακτικών για τις μηχανές και τον μηχανολογικό εξοπλισμό πλοίων. Ότι η πρώτη εναγόμενη, που εδρεύει κατά το καταστατικό της στη … και πραγματικά στην …, μέχρι την 20.08.2014 ήταν πλοιοκτήτρια, άλλως κυρία του υπό σημαία Κύπρου Φ/Γ πλοίου «…». Ότι με σύμβαση που καταρτίσθηκε την 21.03.2014 μεταξύ της ενάγουσας και της πρώτης εναγόμενης, διά της διαχειρίστριας του πλοίου – μη διαδίκου εταιρίας με την επωνυμία «….», που έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Ν. 27/1975, η ενάγουσα πώλησε στην πρώτη εναγόμενη την περιγραφόμενη κατά τύπο μονάδα ελέγχου, αντί τιμήματος ποσού 87.400 γιεν Ιαπωνίας, πλέον εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης, ποσού 5.500 γιεν Ιαπωνίας, εκδοθέντος του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (87.400 + 5.500 =) 92.900 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο συμφωνήθηκε πληρωτέο την 10.08.2014, και εξακολουθεί να οφείλεται στην ενάγουσα. Ότι η δεύτερη εναγόμενη, που εδρεύει κατά το καταστατικό της στη … και πραγματικά στην …, ενέχεται εις ολόκληρον με την πρώτη εναγόμενη για την πληρωμή του ως άνω οφειλόμενου ποσού, καθώς το πλοίο «…», που περιήλθε στην κυριότητά της λόγω αγοράς, αποτελούσε το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της πρώτης εναγόμενης. Ότι, περαιτέρω, κατά τους αναφερόμενους στο δικόγραφο χρόνους με διαδοχικές συμβάσεις πώλησης που καταρτίσθηκαν μεταξύ της ενάγουσας και της δεύτερης εναγόμενης, διά της διαχειρίστριας του πλοίου εταιρίας «….», η ενάγουσα πώλησε προς τη δεύτερη εναγόμενη τα περιγραφόμενα, κατά είδος, τύπο, ποσότητα και τιμή μονάδας, εξαρτήματα ψυκτικού θαλάμου, δεξαμενών, καλυμμάτων αμπαριών, ασυρμάτου, ηλεκτρονικών χαρτών, σωλήνα νερού για κάθετο σύνθετο λέβητα, ηλεκτρομαγνητικής βαλβίδας, υδραυλικού κυλίνδρου του καλύμματος αμπαριού, και ανταλλακτικά μηχανών, γεννήτριας πόσιμου ύδατος, διαχωριστή, οριζόντιου σύνθετου λέβητα, φίλτρου, βοηθητικού λέβητα, χειριστηρίου υδραυλικού γερανού καταστρώματος, φορητής αντλίας, υδραυλικού γερανού καταστρώματος, αντλίας υφάλων, κλιματιστικό, εκδοθέντων των ακόλουθων τιμολογίων: Α)Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 246.468 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 23.01.2015. Β) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 681,40 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 03.03.2015. Γ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 1.147,26 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 03.03.2015. Δ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και ταχυμεταφοράς) 797 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 07.02.2015. Ε) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 3.665,28 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 03.03.2015. ΣΤ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 2.516 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 21.07.2015. Ζ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 1.390,60 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 16.04.2015. Η) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 469,20 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 21.07.2015. Θ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 425.020 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 30.04.2015. Ι) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης, παραλαβής και ναύλου αερομεταφοράς) 243.910 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 29.09.2015. ΙΑ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης, παραλαβής και ναύλου αερομεταφοράς) 145.180 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 29.09.2015. ΙΒ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και τοπικής παράδοσης) 630,28 ευρώ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 26.04.2015. ΙΓ)Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και τοπικής παράδοσης) 1.362,89 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 10.05.2015. ΙΔ)Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 51.440 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 19.05.2015. ΙΕ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 26.120 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 19.05.2015. ΙΣΤ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 174.100 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 16.07.2015. ΙΖ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 3.316,48 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 21.07.2015. ΙΗ)  Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και αερομεταφοράς) 510,40 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 21.07.2015. ΙΘ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 273.900 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 29.09.2015. ΚΑ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και ναύλου αερομεταφοράς) 732 ευρώ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 22.09.2015. ΚΒ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και ναύλου αερομεταφοράς) 2.880 ευρώ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 08.10.2015. ΚΓ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 1.085 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 18.09.2015. ΚΔ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και παράδοσης) 217,26 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 18.09.2015. ΚΕ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης, παράδοσης και αερομεταφοράς) 3.177,50 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 18.09.2015. ΚΣΤ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης, παράδοσης και αερομεταφοράς) 976,12 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 10.10.2015. ΚΖ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και μεταφοράς) 450 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 17.10.2015. ΚΗ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και αερομεταφοράς) 179.080 γιεν Ιαπωνίας, το οποίο ήταν πληρωτέο την 30.10.2015. ΚΘ) Του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων συσκευασίας, διαχείρισης και αερομεταφοράς) 940,02 δολλαρίων ΗΠΑ, το οποίο ήταν πληρωτέο την 30.10.2015. Ότι η δεύτερη εναγόμενη εξακολουθεί να οφείλει στην ενάγουσα το τίμημα από τις περιγραφόμενες συμβάσεις πώλησης. Με βάση το ιστορικό αυτό, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού των κύριων αγωγικών αιτημάτων από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά, με δήλωση της καλούσας – ενάγουσας με τις προτάσεις της (άρθρα 223 εδ. β’, 295 παρ. 1 εδ. β’, 297 ΚΠολΔ), ζητείται: Α) Να αναγνωρισθεί ότι οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στην καλούσα – ενάγουσα, εις ολόκληρον η καθεμία, το ισόποσο σε ευρώ των 92.900 γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, και Β) Να αναγνωρισθεί ότι η δεύτερη καθ’ ης η κλήση – εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στην καλούσα – ενάγουσα: α) το ισόποσο σε ευρώ των 22.702,41 δολλαρίων ΗΠΑ, με βάση την επίσημη ισοτιμία δολλαρίου ΗΠΑ/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, β) το ισόποσο σε ευρώ του 1.765.218 γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, και γ) το ποσό των 4.242.28 ευρώ, και όλα τα παραπάνω ποσά νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επίσης, η καλούσα – ενάγουσα ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, και να καταδικασθούν οι καθ΄ων η κλήση – εναγόμενες στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και κύρια αιτήματα, η αγωγή, με την οποία εισάγεται ιδιωτική διαφορά με στοιχεία αλλοδαπότητας, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλην, κατά τόπο, και λειτουργικά αρμόδιο [άρθρα 10 ΑΚ, 7, 9, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 περ. α’, 2 εδ. α’, 3Α, 3Β περ. ι’ Ν. 2172/1993, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς]. Συνακόλουθα, το παρόν Δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία για την εκδίκαση της προκείμενης υπόθεσης, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 4 παρ. 1, 62 παρ. 1, 63 παρ. 1 περ. β’, 66 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», λόγω της πραγματικής έδρας των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων στην …, επί της …, όπου, με βάση τα ιστορούμενα, ασκείται η διοίκησή τους. Περαιτέρω, η αγωγή επιδόθηκε εντός της προβλεπόμενης με τη διάταξη του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας, καθώς αυτή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 11.01.2018, όπως προκύπτει από τη συνημμένη στο αγωγικό δικόγραφο έκθεση κατάθεσης δικογράφου, και επιδόθηκε στις καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες την 16.01.2018 (Βλ. τις προαναφερόμενες υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης). Εξάλλου, τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου ουσιαστικού δικαίου, διότι με την αγωγή εισάγεται προς δικαστική επίλυση ιδιωτική διαφορά που πηγάζει από έννομη σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, όπως προαναφέρθηκε. Σχετικά με το ζήτημα αυτό πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα: Α) Αναφορικά με τις συμβάσεις πώλησης, οι οποίες, κατά τα ιστορούμενα, καταρτίσθηκαν μεταξύ της καλούσας – ενάγουσας και των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων, διά της διαχειρίστριας εταιρίας «….», εφαρμοστέο δίκαιο είναι το ελληνικό, κατ’ άρθρο 4 παρ. 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη Ι), ως το δίκαιο της χώρας με την οποία οι ένδικες συμβάσεις συνδέονται προδήλως στενότερα. Και τούτο διότι, με βάση τα ιστορούμενα, οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες έχουν πραγματική έδρα στην …, όπου έχει εγκαταστήσει γραφείο, με βάση τις διατάξεις του Ν. 27/1995, η ως άνω διαχειρίστρια εταιρία, η οποία από το εγκατεστημένο στην Ελλάδα γραφείο της προέβαινε στις σχετικές παραγγελίες για την αγορά των υλικών. Β) Το επιμέρους ζήτημα της αντιπροσώπευσης των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων κατά την κατάρτιση των ένδικων συμβάσεων πώλησης, και, ειδικότερα, το εάν η διαχειρίστρια εταιρία δεσμεύει έναντι της καλούσας – ενάγουσας τις αντιπροσωπευόμενες καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες, εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού Ρώμη Ι, κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. ζ’, και ρυθμίζεται, από το δίκαιο της χώρας στην οποία ο αντιπρόσωπος επιχείρησε τη δικαιοπραξία, για την οποία του χορηγήθηκε η πληρεξουσιότητα, σύμφωνα με την γενικώς αποδεκτή σχετική αρχή του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου (πρβλ. ΑΠ 777/2015 ΤΝΠ NOMOS). Επομένως, το εν λόγω ζήτημα διέπεται εν προκειμένω από το ελληνικό δίκαιο, διότι, με βάση τα ιστορούμενα, η διαχειρίστρια εταιρία αποδέχθηκε τις προτάσεις της καλούσας – ενάγουσας για την κατάρτιση των ένδικων συμβάσεων στην …, όπου έχει εγκαταστήσει το γραφείο της. Γ) Αναφορικά με την αντικειμενικά σωρευόμενη βάση της ευθύνης της δεύτερης καθ’ ης η κλήση – εναγόμενης, εις ολόκληρον με την πρώτη από αυτές, λόγω μεταβίβασης προς αυτήν του πλοίου «…», εφαρμοστέο είναι επίσης το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στην πρώτη νομική σκέψη που παρατέθηκε παραπάνω, ως το δίκαιο της χώρας που αρμόζει από το σύνολο των συνθηκών, διότι οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες (πωλήτρια και αγοράστρια του πλοίου, αντίστοιχα) είναι εταιρίες που εδρεύουν πραγματικά στην Ελλάδα, όπου και λαμβάνονται οι αποφάσεις για τη διοίκησή τους.  Με βάση, λοιπόν, το εφαρμοστέο ελληνικό δίκαιο η αγωγή, με την οποία σωρεύονται περισσότερες αγωγές με την μορφή της παθητικής απλής ομοδικίας (άρθρο 74 αριθ. 1 και 3 ΚΠολΔ), είναι ορισμένη, καθώς διαλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη νομική θεμελίωσή της στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ. Ειδικότερα, αναφορικά με τις σωρευόμενες αιτήσεις, με τις οποίες ζητείται η καταβολή του οφειλόμενου τιμήματος από τις συμβάσεις πώλησης, στο αγωγικό δικόγραφο περιγράφονται: α) οι ένδικες συμβάσεις πώλησης και ο χρόνος κατάρτισής τους, β) τα πωληθέντα είδη, και γ) οι επιμέρους τιμές μονάδος κάθε πωληθέντος είδους (Βλ. ΑΠ 818/2017 ΤΝΠ NOMOS), ενώ σε σχέση με την ευθύνη της δεύτερης καθ’ ης η κλήση – εναγόμενης, ως αποκτήσασας το πλοίο «…», για το τίμημα της σύμβασης πώλησης που καταρτίσθηκε μεταξύ της καλούσας – ενάγουσας και της πρώτης καθ’ ης η κλήση – εναγόμενης, επίσης διαλαμβάνονται όλα τα αναγκαία στοιχεία για τη θεμελίωση της βάσης αυτής, καθώς ιστορείται, αφενός ότι το μεταβιβασθέν στη δεύτερη καθ’ ης η κλήση – εναγόμενη πλοίο ήταν το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της πρώτης καθ’ ης η κλήση – εναγόμενης, αφετέρου ότι αμφότερες ασκούσαν συναφή ναυτιλιακή δραστηριότητα, χωρίς να απαιτείται να γίνει περαιτέρω επίκληση των στοιχείων και των ειδικών συνθηκών της γνώσης της δεύτερης καθ’ ης η κλήση – εναγόμενης, σύμφωνα με τη δεύτερη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 211, 291, 292, 340, 345, 346, 361, 479, 481, 513, 526 εδ. β’ ΑΚ, 70, 176 ΚΠολΔ, εκτός από το παρεπόμενο αίτημα προσωρινής εκτελεστότητας, το οποίο, μετά την τροπή των κύριων αγωγικών αιτημάτων σε αναγνωριστικά, καθίσταται μη νόμιμο και απορριπτέο. Πρέπει, επομένως, η αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας, μετά την τροπή των αγωγικών αιτημάτων σε αναγνωριστικά δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου (άρθρο 33 Ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α’ 240/22.12.2016), να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Καθότι δεν υπάρχει ένσταση κατά της αγωγής που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και η ομολογία για τα γεγονότα που αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο είναι επιτρεπτή, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί τεκμαίρονται ομολογημένοι από τις καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες, λόγω της ερημοδικίας τους (άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η αγωγή να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, και να αναγνωριστεί ότι: Α) Οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στην καλούσα – ενάγουσα, εις ολόκληρον η καθεμία, το ισόποσο σε ευρώ των ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων (92.900) γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, και Β) Η δεύτερη καθ’ ης η κλήση – εναγόμενη οφείλει επιπλέον να καταβάλει στην καλούσα – ενάγουσα: α) το ισόποσο σε ευρώ των είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων δύο δολλαρίων ΗΠΑ και σαράντα ενός σεντς (22.702,41), με βάση την επίσημη ισοτιμία δολλαρίου ΗΠΑ/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, β) το ισόποσο σε ευρώ του ενός εκατομμυρίου επτακοσίων εξήντα πέντε χιλιάδων διακοσίων δεκαοκτώ (1.765.218) γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, και γ) το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων διακοσίων σαράντα δύο (4.242.28) ευρώ, και όλα τα παραπάνω ποσά νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, πρέπει να οριστεί παράβολο για την περίπτωση που οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες, οι οποίες δικάστηκαν ερήμην, ασκήσουν ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες να καταδικαστούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καλούσας – ενάγουσας, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό (άρθρα 176 παρ. 1, 180 παρ. 3, 191 παρ. 2, 63 παρ. 1 (i) περ. α’, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΗΡΥΣΣΕΙ άκυρη τη διαδικαστική πράξη της κατάθεσης των από 21.05.2018 προτάσεων για λογαριασμό των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων.

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των καθ’ ων η κλήση – εναγόμενων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι: Α) Οι καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στην καλούσα – ενάγουσα, εις ολόκληρον η καθεμία, το ισόποσο σε ευρώ των ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων (92.900) γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, και Β) Η δεύτερη καθ’ ης η κλήση – εναγόμενη οφείλει επιπλέον να καταβάλει στην καλούσα – ενάγουσα: α) το ισόποσο σε ευρώ των είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων δύο δολλαρίων ΗΠΑ και σαράντα ενός σεντς (22.702,41), με βάση την επίσημη ισοτιμία δολλαρίου ΗΠΑ/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, β) το ισόποσο σε ευρώ του ενός εκατομμυρίου επτακοσίων εξήντα πέντε χιλιάδων διακοσίων δεκαοκτώ (1.765.218) γιεν Ιαπωνίας, με βάση την επίσημη ισοτιμία γιεν Ιαπωνίας/ευρώ κατά τον χρόνο της πληρωμής, και γ) το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων διακοσίων σαράντα δύο (4.242.28) ευρώ, και όλα τα παραπάνω ποσά νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις καθ’ ων η κλήση – εναγόμενες, εις ολόκληρον την καθεμία, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καλούσας – ενάγουσας, ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, και επιπλέον τη δεύτερη καθ’ ης η κλήση – εναγόμενη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καλούσας – ενάγουσας, ποσού χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 17.07.2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ