ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Αποφάσεως 3619/2015
(Α. …)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριο του, Π., στις 20 Ιανουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
(Ι) ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Δ. Δ. του Θ. Β., κατοίκου Α. Α., 2) Η. Β. του Δ., Π., 3) Α. Π. του Ι., Τ., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Κυριακής Μπαλτά.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…)», που εδρεύει Π. και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Διονύσιο Βλαχογιάννη.
Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 30-5-2014 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό … και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
(ΙΙ) ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: Ο. Γ. του Π., κατοίκου Ι., έχοντος ως πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο, δυνάμει του υπ’ αρ. … πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Ι. Σπυρίδωνα Μπούα, τον υπογράφοντα την υπό κρίση ανακοπή Δ. Π., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Παυλή.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…), που εδρεύει Π. και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Διονύσιο Βλαχογιάννη.
Ο ανακόπτων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 30-5-2014 ανακοπή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό … και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
(ΙΙΙ) ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που έχει την έδρα της Π. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Μαδημένο.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Δ. Δ. του Θ. Β., κατοίκου Α. Α., 2) Η. Β. του Δ., Π., 3) Α. Π. του Ι., Τ., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Κυριακής Μπαλτά, 4) Ο. Γ. του Π., κατοίκου Ι., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Παυλή, 5) Ε. Λ. του Α., κατοίκου Ε., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Μαρίας Δαμίγου, 6) Του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…), που εδρεύει Π. και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Διονύσιο Βλαχογιάννη.
Η ανακόπτουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 3-6-2014 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό … και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
(IV) ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Π., που κατοικοεδρεύει Π., το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική αντιπρόσωπό του Ν.Σ.Κ. Μαρία Ροδίτη.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…), που εδρεύει Π. και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Διονύσιο Βλαχογιάννη, 2) Δ. Δ. του Θ. Β., κατοίκου Α. Α., 3) Η. Β. του Δ., Π., 4) Α. Π. του Ι., Τ., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Κυριακής Μπαλτά, 5) Ο. Γ. του Π., κατοίκου Ι., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Παυλή, 6) Ε. Λ. του Α., κατοίκου Ε., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Μαρίας Δαμίγου, 7) Μ. Σ. Σ., κατοίκου Π., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Γεωργίας Σεφεριάδου.
Το ανακόπτον ζήτησε να γίνει δεκτή η από 16-6-2014 ανακοπή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό … και προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 13-1-2015, κατά την οποία η συζήτησή της αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, που παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
(Α) Νομίμως φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η με αριθμό καταθέσεως δικογράφου οι από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, από 3-6-2041 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … και από 16-6-2104 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπές, με αντικείμενο τη μεταρρύθμιση του υπ’ αρ. … πίνακα κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Π. Μ. Σ. Σ.. Πρέπει δε να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, καθώς είναι συναφείς μεταξύ τους, δεδομένου ότι αναφύονται από την ίδια ιστορική αιτία, υπάγονται στην ίδια -εν προκειμένω τακτική- διαδικασία και κατά τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της συζητήσεως και εξυπηρετείται η αρχή της οικονομίας της δίκης και η μείωση των εξόδων, σύμφωνα με τα άρθρα 31, 246, 285, 585 ΚΠολΔ (βλ. Βαθρακοκοίλη «ΚΠολΔ – Ερμηνευτική -Νομολογιακή Ανάλυση,» άρθρο 979 αρ. 36 σ. 982, πρβλ. ΑΠ 524/2001 αδημ.) (Β) 1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 294, 295 παρ. 1 και 297 του ΚΠολΔ, ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής χωρίς τη συναίνεση του εναγομένου, πριν αυτός προχωρήσει στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης, η παραίτηση δε αυτή έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε και μπορεί να γίνει είτε με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, είτε με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτουμένου. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 299 ΚΠολΔ, οι διατάξεις των άρθρων 294 έως και 298 εφαρμόζονται και στην ανταγωγή, την κύρια και πρόσθετη παρέμβαση, την προσεπίκληση, την ανακοίνωση, τα ένδικα μέσα, την ανακοπή κατά εξώδικων και δικαστικών πράξεων, την τριτανακοπή και σε οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική πράξη. 2. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου και πριν το Δικαστήριο εισέλθει στην ουσία της υποθέσεως, η ανακόπτουσα εταιρεία με την επωνυμία «…», που έχει ασκήσει την από 3-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή, με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αλλά και με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της υπό κρίσιν ανακοπής της ως προς τον πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο έως και πέμπτο των καθ’ ων η ως άνω ανακοπή, ως προς τους οποίους η ανακοπή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε. (Γ) 1. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 972 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αναγγελία πρέπει να περιέχει περιγραφή της απαίτησης του δανειστή που αναγγέλλεται, ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 159 αριθ. 3 του ιδίου Κώδικα, η παράβαση διατάξεως, που ρυθμίζει τη διαδικασία και ιδίως τον τύπο κάποιας διαδικαστικής πράξεως, επάγεται ακυρότητα, εάν η παράβαση επέφερε στον προτείνοντα αυτή διάδικο βλάβη, η οποία δεν δύναται να επανορθωθεί άλλως παρά με την κήρυξη της ακυρότητας. Περαιτέρω, η αναγγελία αποτελεί την πρώτη επιθετική πράξη της κατατάξεως και το αρχικό δικόγραφο, με το οποίο εισάγεται στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως και ειδικότερα της κατατάξεως η απαίτηση του αναγγελλομένου δανειστού, στο περιεχόμενο δε του αναγγελτηρίου οφείλουν να απαντήσουν με τις παρατηρήσεις τους (αρθρ. 974 ΚΠολΔ) και την ανακοπή (αρθρ. 979 ΚΠολΔ) ο οφειλέτης, ο επισπεύδων και οι αναγγελθέντες δανειστές και βάσει του περιεχομένου τούτου, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και το δικαστήριο της ανακοπής να προβούν στην κατάταξη ή στην απόρριψη της αναγγελθείσης απαιτήσεως. Συνεπώς, το αναγγελτήριο πρέπει να παρέχει στο μεν οφειλέτη και τους άλλους δανειστές τα απαραίτητα για την άμυνα τους στοιχεία, στο δε υπάλληλο του πλειστηριασμού τις προϋποθέσεις, για να μπορέσει να ελέγξει τη νομιμότητα και βασιμότητα της απαιτήσεως. Μεταξύ των προϋποθέσεων τούτων είναι και η ύπαρξη του προνομίου, τα πραγματικά περιστατικά του οποίου πρέπει να περιέχει το αναγγελτήριο, εκτός εάν ταύτα συμπίπτουν με εκείνα, στα οποία στηρίζεται η απαίτηση. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι το δικόγραφο της αναγγελίας είναι άκυρο, λόγω αοριστίας της αναφερόμενης σε αυτό απαίτησης, όταν η περιγραφή αυτής και του τυχόν υφιστάμενου προνομίου της είναι τόσο ελλιπής, ώστε να μη μπορούν ο οφειλέτης και οι λοιποί δανειστές να αντικρούσουν την αναγγελία, κατά την άσκηση του δικαιώματος της υπεράσπισής τους, κατά τα άρθρα 974 και 979 ΚΠολΔ και να υφίστανται έτσι βλάβη. Δεν είναι, όμως, αναγκαία η εξειδίκευση στο βαθμό που αυτή απαιτείται επί της αγωγής και της ανακοπής (αρθρ. 216 παρ. 1 ΚΠολΔ), διότι ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος δεν διατάσσει αποδείξεις ως προς την περιεχόμενη στην αναγγελία απαίτηση, ούτε το αναγγελτήριο αποτελεί προδικασία κύριας ή παρεμπίπτουσας αίτησης για δικαστική προστασία, κατά την έννοια του άρθρου 111 ΚΠολΔ (ΑΠ 1783/2001 ΕΝΔ 30.310, ΑΠ 618/2001 ΕλλΔνη 43.1389, ΕφΠειρ 270/2006 ΕΝΔ 34.15, ΕφΠειρ 497/2003 ΕΝΔ 31.447). Τα πραγματικά περιστατικά, που θεμελιώνουν το προνόμιο, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται στο αναγγελτήριο, εφόσον αυτά συμπίπτουν με εκείνα της απαίτησης (ΑΠ 545/2006, ΑΠ 195/2003, ΑΠ 1788/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1700/2002 ΝοΒ 2003.1222, ΕφΠειρ 934/2006 ΕΝΑΥΤΔ 2007/44) και στο σημείο αυτό δεν υπάρχει διαφορά, ως προς την αναγγελία του Ν.Α.Τ. (που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, κατ` άρθρο 2 παρ. 1 του ΠΔ 913/1978), στον επισπευδόμενο, κατά το κοινό δίκαιο, πλειστηριασμό. Εξάλλου, κατά το άρθρο 88 παρ. 6 του ΠΔ 913/1978, κατά παντός, από οποιαδήποτε αιτία, οφειλέτη του Ν.Α.Τ., εφαρμόζονται οι ισχύουσες κάθε φορά για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων διατάξεις, συνεπώς δε και το άρθρο 55 παρ. 1 του Ν.Δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ), που ορίζει ότι ο πίνακας, που συνοδεύει την αναγγελία και εμφανίζει τα οφειλόμενα στο Δημόσιο ή και σε ΝΠΔΔ χρέη του καθ’ ου ο πλειστηριασμός, εκτός από τα άλλα στοιχεία, περιλαμβάνει και το είδος των οφειλών, επιπροσθέτως δε και μνεία της ασφάλειας, η οποία τυχόν υπάρχει για καθεμία από αυτές. Είναι προφανές ότι η έννοια του καθορισμού του είδους των χρεών, που απαιτείται από την παραπάνω διάταξη του άρθρου 55 παρ. 1 του ΚΕΔΕ να περιέχεται στο συνοδεύοντα την αναγγελία πίνακα, είναι ότι αυτός πρέπει να περιέχει και τον προσδιορισμό των στοιχείων του προνομίου, που τυχόν τα ασφαλίζει (ΑΠ 563/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1783/2001 ΕλλΔνη 2002/1392, ΕφΠειρ 497/2003 ΕΝΑΥΤΔ 2003/447), η ενδεχόμενη δε έλλειψη των λοιπών στοιχείων της ανωτέρω διάταξης δεν καθιστά την αναγγελία του NAT αόριστη, αφού αρκεί μόνον ο καθορισμός των χρεών και των στοιχείων του προνομίου που τα ασφαλίζει (ΑΠ 545/2006 και ΑΠ 618/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 16/2013 δημοσιευμένη ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 147/2010 ΕΝΑΥΤΔ 2010/241). 2. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 86 παρ. 3 του ΠΔ 913/1978 “περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου περί Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου κλπ, εκδοθέντος κατ` εξουσιοδότησιν του άρθρου 23 του Ν. 792/1978, «εισφοραί οφειλόμεναι ή βεβαιούμεναι εκ του ναυτολογίου είναι αι τοιαύται προς NAT, ΤΠΕΝ, Κεφάλαια Ανεργίας και Ασθενείας, Προστασίας Φυματικών, Δυτών, Ναυτιλιακής Εκπαιδεύσεως, προπαιδεύσεως και πάσα ετέρα εισφορά, τέλος, φόρος ή δικαίωμα δια νόμου καθιερουμένη», ενώ κατά την παρ. 9 του ίδιου άρθρου (86), «αι δια του ναυτολογίου βεβαιούμενοι και κατά τα άνω υπολογιζόμενοι εκ πάσης φύσεως εισφοραί, τα πρόσθετα τέλη τούτων, τα λοιπά τέλη και δικαιώματα, τα οφειλόμενα προς το NAT, εις τα οποία προστίθενται και τα τυχόν προς είσπραξιν αυτών γενόμενα δικαστικά και λοιπά έξοδα εκτελέσεως, είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου, υπαγόμενοι, άνευ χρονικού περιορισμού, εις την δεύτερον τάξιν των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, ως τούτο ερμηνεύθηκε αυθεντικά από την επόμενη παράγραφο». Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. α` του ν. 1085/1980 «αι προς το NAT, Ταμεία Προνοίας Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΕΝ), Κεφάλαιον Ναυτικής Εκπαιδεύσεως (ΚΝΕ), Εστία Ναυτικών και λοιπούς παρά του NAT λογαριασμούς και κεφάλαια, οφειλόμενοι τακτικοί εισφοραί των πλοιοκτητών ως και των ναυτικών, διά τους επί των πλοίων υπηρετούντος Έλληνας ναυτικούς, θεωρούνται μέρος των μισθών των προς ους αντιστοιχούν ναυτικούς και τυγχάνουν της αυτής προστασίας και προνομιακής κατατάξεως, ως και ο υπόλοιπος μισθός τούτων». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι είναι προνομιούχα και κατατάσσονται στη δεύτερη σειρά προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ (ως το τελευταίο είχε πριν από την κάτωθι αναφερόμενη τροποποίησή του με το ν. 4072/2012), τα δικαιώματα του NAT από εισφορές, πρόσθετα τέλη αυτών και λοιπά τέλη και δικαιώματα, εφόσον αυτά βεβαιώνονται δια του ναυτολογίου, δηλαδή συνδέονται με αυτό. Επίσης, στην αυτή σειρά προνομίων κατατάσσονται και τα δικαιώματα του NAT, του Ταμείου Προνοίας Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΕΝ), Κεφαλαίου Ναυτικής Εκπαίδευσης (ΚΝΕ), Εστίας Ναυτικών και λοιπών παρά του NAT λογαριασμών και κεφαλαίων, εφόσον, όμως, η απαίτηση προέρχεται από την καθυστέρηση καταβολής τακτικής εισφοράς του πλοιοκτήτη ή του ναυτικού για τους επί του πλοίου υπηρετούντες Έλληνες ναυτικούς. Ο υπολογισμός, η εκκαθάριση και η βεβαίωση των εισφορών, που οφείλονται από το ναυτολόγιο, ενεργείται από τη ναυτιλιακή αρχή ή το NAT, από το οποίο και εκδίδεται το σχετικό φύλλο εκκαθαρίσεως (ΑΠ 78/2004 ΕΝΔ 32.139, ΕφΠειρ 16/2013 ό.π., ΕφΠειρ 147/2010 ό.π., ΕφΠειρ 934/2006 ό.π., ΕφΠειρ 488/2002 ΕΝΔ 30.124, ΕφΠειρ 1011/2001 αδημ., ΕφΠειρ 267/1999 ΕΝΔ 27.87, ΕφΠειρ 682/1998 αδημ., Μπρίνια «Αναγκ. Εκτέλεσις» τ. Δ` σελ. 236, Καμβύση «Ιδιωτ. Ναυτ. Δίκαιο» 1982, σελ. 578, Αντάπαση «Απαιτήσεις απολαύουσαι ναυτικών προνομίων» σελ. 194 επ.). 3. Περαιτέρω, οι νόμοι, που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατατάξεως, δεν αφορούν κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενασκήσεώς τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γενέσεως του δικαιώματος ή της ενάρξεως της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά τον χρόνο της κατατάξεως, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαιτήσεως, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους ως εκ της συνδρομής περισσότερων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ, που ορίζει ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτελέσεως εν σχέσει προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (ΟλΑΠ 21/1994, ΑΠ 1404/2007 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 153/1996 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 392/2009 ΕλλΔνη 2009.1483, ΕφΠατρ 1140/2006 ΑΧΑΝΟΜ 2007.408, ΕφΠειρ 150/2005 ΕΝΑΥΤΔ 2005.206, Β. Βαθρακοκοίλη «Ερμηνεία ΚΠολΔ», εκδ. 1997, αρ. 9). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1012 παρ. 1 και 4 και 205 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι επί κατεσχημένου πλοίου, το οποίο πλειστηριάστηκε, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Προηγούνται οι κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ προνομιούχες απαιτήσεις, οι οποίες κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Τα προνόμια του άρθρου αυτού είναι ειδικά και έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο ή το ναύλο, εκτοπίζουν δε κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ, όταν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι το πλοίο. Ως εκ τούτου, κατατάσσονται κατά πρώτο λόγο οι κατά το άρθρο 205 προνομιούχες απαιτήσεις, ακολουθούν οι ενυπόθηκες επί του πλοίου, απλές ή προτιμώμενες και μετά την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων αυτών, επί του τυχόν υπολοίπου του πλειστηριάσματος, γίνεται η κατάταξη των κατά τα άρθρα 975 και 976 ΚΠολΔ προνομιούχων απαιτήσεων, κατά την έκταση, κατά την οποία οι τελευταίες δεν καλύπτονται υπό του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, μεταξύ των οποίων και αυτές των εργαζομένων με σύμβαση χερσαίας εργασίας (βλ. ΑΠ 511/2014 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1556/1998 ΕλλΔνη 40.1326, ΕφΠειρ 131/2012 ΕΝΑΥΤΔ 2012.209, ΕφΠειρ 808/2009 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 501/2008 ΕΝΔ 36.424). Άλλωστε, με τη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, καθιερώνεται ειδική σειρά κατάταξης και προσδιορίζονται τα ναυτικά προνόμια σε τέσσερις κατηγορίες, που αποκαλούνται τάξεις, στις οποίες εντάσσονται και κατατάσσονται κατά τα ακόλουθα, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίηση, που επέφερε η διάταξη του άρθρου 214 του Ν.4072/2012 και συγκεκριμένα: 1) Στην πρώτη τάξη και κατά την οριζόμενη σειρά: α) τα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών γενόμενα δικαστικά έξοδα, β) τα τέλη και δικαιώματα που βαρύνουν το πλοίο, γ) οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι και δ) τα έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου από τον κατάπλου του στο τελευταίο λιμάνι. 2) Στη δεύτερη τάξη κατατάσσονται: α) οι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος από τη σύμβαση εργασίας και β) τα δικαιώματα υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου. 3) Στην τρίτη τάξη κατατάσσονται τα έξοδα και οι αμοιβές λόγω επιθαλάσσιας αρωγής διάσωσης και ναυαγιαίρεσης και 4) στην τέταρτη τάξη κατατάσσονται οι λόγω σύγκρουσης ή πρόσκρουσης πλοίων οφειλόμενες αποζημιώσεις για ζημίες σε πλοία, επιβάτες και φορτία. Τα προνόμια, κατά ρητή διάταξη του ίδιου άρθρου, προηγούνται της υποθήκης. Ακολούθως, κατά τη διάταξη του άρθρου 206 του ΚΙΝΔ, “αι προνομιούχοι απαιτήσεις της αυτής τάξεως κατατάσσονται συμμέτρως. Επί απαιτήσεων εξ επιθαλασσίου αρωγής, διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, αι μεταγενέστεροι απαιτήσεις προηγούνται των προγενεστέρων”. Εν συνεχεία, η διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 214 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11.4.2012), σύμφωνα με το οποίο: «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις: α) Οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα, ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης». Κατά το άρθρο αυτό (όπως ισχύει κατά το χρόνο σύνταξης του ένδικου πίνακα), κατατάσσονται στην πρώτη τάξη τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίο τέλη και δικαιώματα, οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι, καθώς και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.). Περαιτέρω, κατά την έννοια του νόμου, συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι δεν θεωρούνται όλες οι κατά του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή φορολογικές απαιτήσεις του Δημοσίου, ως εκ του ότι ασκούν ναυτική επιχείρηση, αλλά μόνον όσοι φόροι επιβάλλονται απευθείας επί του πλοίου ως πλωτού μεταφορικού μέσου δια της νομοθεσίας περί φορολογίας πλοίων, ως του Ν. 1880/1951 περί φορολογίας πλοίων, οι φόροι και εισφορές επί των υπό Ελληνική σημαία πλοίων βάσει της ηλικίας και της χωρητικότητας κατ` αρθρ. 1, 2, 6 Ν. 27/1975, τα κατά το Ν. 820/1978 επιβαλλόμενα πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις που αφορούν το πλοίο κλπ, ως και τα προξενικά τέλη. Δεν εμπίπτουν στο ανωτέρω προνόμιο τα πρόστιμα, που επιβάλλονται από τη λιμενική αρχή για παράβαση των διατάξεων περί εφοδιασμού του πλοίου με τα απαραίτητα ναυτιλιακά, σωστικά, πυροσβεστικά, υγειονομικά, τηλεπικοινωνιακά και ασφαλείας εν γένει μέσα (άρθρο 40 παρ. 1 εδ. ε` νδ 187/1973), δοθέντος ότι οι περί προνομίων διατάξεις ερμηνεύονται στενά (ΑΠ 511/2014 ό.π.). Επίσης, δεν είναι συναφείς οι φόροι που είναι ανεξάρτητοι από τη ναυσιπλοΐα, όπως ο φόρος κύκλου εργασιών του Α.Ν. 660/1937, που μετονομάσθηκε με το άρθρο 1 Ν 1642/1986 σε φόρο προστιθεμένης αξίας, ο φόρος εισοδήματος επί των μισθών του πληρώματος, ο παρακρατούμενος φόρος από τις αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές του πλοιάρχου και του πληρώματος, το χαρτόσημο οι υπέρ τρίτων κρατήσεις, ο τυχόν οφειλόμενος φόρος μεταβίβασης πλοίου. Επίσης, δεν εμπίπτουν στο ανωτέρω προνόμιο τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμου πληρωμής των σχετικών προς τη ναυσιπλοΐα φόρων, ως τα προβλεπόμενα στο άρθρο 87 του Ν 2238/1994 πρόστιμα, εφόσον οι περί προνομίων διατάξεις είναι στενώς ερμηνευτέαι (βλ. ΑΠ 79/2004 ΑΠ 322/1988 ΕΝΔ 18.23, ΑΠ 145/1973 ΝοΒ 21.899, ΕφΠειρ 229/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 586/2007 αδημ., ΕφΠειρ 501/2008 Αρμ 2010/538, ΕφΠειρ 87/2001 ΕΝΔ 2001.358, Ι.Μπρίνια «Αναγκαστική Εκτέλεσις» τ. 4ος, εκδ. 1982, παρ.632 ε-ζ, σελ. 2028-2030, Β. Βαθρακοκοίλη ο.π. παρ.18-20, σελ. 464 -466, Ιω. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 3ος, εκδ.2007, υπό άρθρο 205, σελ. 109-111). 4. Από τις διατάξεις των άρθρων 106, 151, 585, 590, 933 επ., 972, 979 και 980 ΚΠολΔ συνάγονται τα ακόλουθα: Με την ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης, η οποία αποτελεί ειδικότερη μορφή της ανακοπής του άρθρου 583 επ. και για την οποία έχουν εφαρμογή τα άρθρα 933 επ. ΚΠολΔ, στο βαθμό που εναρμονίζονται και προσιδιάζουν στην ανακοπή αυτή, δεν προσβάλλεται η εκτελεστική διαδικασία μέχρι τον πλειστηριασμό, αλλά μόνον η διαδικασία κατάταξης ενώπιον του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, που αρχίζει από την αναγγελία των απαιτήσεων των δανειστών του καθ’ ου η εκτέλεση και λήγει με τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης. Οι λόγοι της ανακοπής μπορεί να αναφέρονται είτε στην ύπαρξη ή στο μέγεθος της απαίτησης του δανειστή που κατατάχτηκε ή του προνομίου της ή σε προβολή ενστάσεων κατ` αυτής είτε στην απλή αμφισβήτηση ή άρνηση της εν λόγω απαίτησης ή του προνομιακού χαρακτήρα και της κατάταξής της. Ειδικότερα, με την ανακοπή, που ασκεί ο καθ’ ου η εκτέλεση κατά του δανειστή, που επέσπευσε τον πλειστηριασμό και κατατάχτηκε στον πίνακα (όχι και κατά των λοιπών δανειστών που κατατάχτηκαν), επιτρέπεται να προβληθούν μόνο πλημμέλειες για την ύπαρξη και το μέγεθος της απαίτησης, που ανάγονται σε χρόνο μετά τον πλειστηριασμό, αφού όσες ανάγονται σε προγενέστερο χρόνο και δεν προβλήθηκαν μέχρι τη σύνταξη της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης δεν προβάλλονται παραδεκτά με την ανακοπή του άρθρου 979 ΚΠολΔ, ως μη συμβατές με το σύστημα της σταδιακής προσβολής των πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης, που καθιερώνει το άρθρο 934 για την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, με σκοπό την ταχύτερη δυνατή περάτωση της αναγκαστικής εκτέλεσης και την ασφάλεια των συναλλαγών. Αντίθετα, η μη άσκηση ανακοπής, κατά τα άρθρα 933 και 934 ΚΠολΔ, δεν αποκλείει το δικαίωμα στους αναγγελθέντες δανειστές να ασκήσουν ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης και να αμφισβητήσουν την απαίτηση του επισπεύδοντος την εκτέλεση δανειστή, αφού η προαναφερόμενη σταδιακή προσβολή των πράξεων της εκτέλεσης δεν προσιδιάζει και δεν έχει εφαρμογή στην από μέρους τους ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης (ΑΠ 169/2012, ΑΠ 116/2001). Εξάλλου, από τις ίδιες προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι σε άσκηση ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης νομιμοποιούνται μόνον ο επισπεύδων, οι αναγγελθέντες δανειστές και ο καθ’ ου η εκτέλεση, εφόσον έχουν έννομο συμφέρον, το οποίο ως θεσμός επιβάλλει και περιορίζει τη δικαιοδοτική παρέμβαση μόνο στις περιπτώσεις που η δικαστική απόφαση είναι αναγκαία και ικανή να προστατεύσει το προβαλλόμενο δικαίωμα ή προστατευτέο έννομο συμφέρον. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής και των άρθρων 68 και 262 παρ. 2 ΚΠολΔ, υπάρχει έννομο συμφέρον για άσκηση ανακοπής από τον επισπεύδοντα και τους αναγγελθέντες δανειστές, όταν η παραδοχή του αιτήματος της ανακοπής περιλαμβάνει όχι μόνο την ακύρωση της κατάταξης του καθ’ ού η ανακοπή, αλλά και τη δυνατότητα κατάταξης του ανακόπτοντος, με συνέπεια, αν -παρά την ακύρωση της κατάταξης του καθ’ ου η ανακοπή- κριθεί ότι ο ανακόπτων δεν έχει δικαίωμα κατάταξης, η ανακοπή να απορρίπτεται ως απαράδεκτη για έλλειψη εννόμου συμφέροντος (ΑΠ 120/2005, ΑΠ 450/2006, ΑΠ 1777/2001). Επίσης, υπάρχει έννομο συμφέρον για άσκηση ανακοπής από τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, όταν αυτός είτε προβάλλει ότι εσφαλμένα κατατάχτηκε ένας ή περισσότεροι από τους αναγγελθέντες δανειστές στον πίνακα κατάταξης, με συνέπεια να μην μπορεί αυτός να εισπράξει ορισμένο περίσσευμα από το πλειστηρίασμα, είτε αμφισβητεί την ύπαρξη ή το μέγεθος ορισμένης απαίτησης που κατατάχτηκε και επιδιώκει τη μεταρρύθμιση του πίνακα υπέρ του επισπεύδοντος την εκτέλεση ή κάποιου από τους αναγγελθέντες δανειστές ως προς το ποσό που αυτοί δεν κατατάχτηκαν, εφόσον η σχετική κατάταξη επιφέρει την απαλλαγή του ανακόπτοντος από τις αντίστοιχες οφειλές του προς αυτούς (ΑΠ 1227/2014, ΑΠ 928/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1189/2011 ΕλλΔνη 2012/804, σχ. 6. Βαθρακοκοίλη «ΕρμΚΠολΔ, στο άρθρο 979, σ. 979, αρ. 28α και του ιδίου, Συμπληρωματικός Τόμος, 2001, άρθρο 979, αρ. 18, σελ. 937, με περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και τη νομολογία). 5. Τέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 979 παρ. 2, 933 και 585 παρ. 2 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατατάξεως πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία κάθε δικογράφου, που αναφέρονται στα άρθρα 118 έως 120 και 216 του ίδιου Κώδικα, τους λόγους της ανακοπής, που αποτελούν την ιστορική της βάση, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον καθ’ ου να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομική ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης καθώς και την ύπαρξη του προνομίου της. Ειδικότερα, η ανακοπή ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης, πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη (έστω και εν μέρει) στη θέση του καθ’ ου η ανακοπή και του προνομίου της, δηλαδή παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, αλλά και τη συγκεκριμένη έννομη σχέση, από την οποία πηγάζει η απαίτησή του και το προνόμιό της, με τρόπο σαφή και ορισμένο. Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών τούτων καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου, απορριπτέα, μη δυναμένη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με την αναφορά σε άλλα έγγραφα και μάλιστα από το περιεχόμενο της αναγγελίας και των εγγράφων που κατατίθενται μέσα στην ίδια με την επίδοση αυτής προθεσμία και αποδεικνύουν την απαίτηση (βλ. ΑΠ 1949/2009 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 849/2009 ΕΠΟΛΔ 2010/249, ΑΠ 1101/2006, ΑΠ 440/2004 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1491/2003 ΕλλΔνη 45/437, ΑΠ 1700/2002 ΕλλΔνη 44/1600, ΑΠ 1783/2001 ΕλλΔνη 2002/1392, ΑΠ 172/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1260/1991, ΑΠ 1178/1991, ΑΠ 737/1985 ΕΝΔ 14/54, ΑΠ 35 και 736/1985 Δ 17/1050, ΕφΛαμ 132/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 89/2011 αδημ., ΕφΠειρ 501/2008 ΕΝαυτΔ 2008/424, ΕφΠειρ 586/2007 ΕΝΑΥΤΔ 2007/410, ΕφΠειρ 632/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 270/2006 ΕΝαυτΔ 34/15, ΕφΑθ 5334/2001 Αρμ 2002/91, ΕφΑθ 6004/1994 αδημ., ΕφΑθ 1837/1984 ΕΝΔ 13/89, ΕφΠειρ 999/1984 ΝοΒ 33/484, ΜΠρΠειρ 5265/2010 ΧΡΗΔΙΚ 2010/380, Β. Βαθρακοκοίλης «ΚΠολΔ Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση», τ. Ε΄, άρθρο 979, αρ.61). Η αναφορά και η εξειδίκευση της απαίτησης στο δικόγραφο της ανακοπής (και δη ως προς το είδος, το ποσό αυτής και τη συγκεκριμένη έννομη σχέση, από την οποία πηγάζει, καθώς και τα περιστατικά που θεμελιώνουν το τυχόν επικαλούμενο προνόμιό της), είναι αναγκαία, ανεξάρτητα από το θεμελιωτικό λόγο του αιτήματός της, αφού μόνον έτσι παρέχεται στο δικαστήριο η δυνατότητα να ερευνήσει τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της ανακοπής (τόσο δηλαδή της απαίτησης του ανακόπτοντος, όσο και του τυχόν προνομίου της) και στον καθ’ ου να αμυνθεί (βλ. ΑΠ 1949/09 ό.π., ΑΠ 1101/2006 ό.π., ΑΠ 440/2004 ό.π., ΑΠ 1645/2001 ΕλλΔνη 43/728, ΑΠ 337/1998 ΝοΒ 47/947-948, ΑΠ 1099/1996 ΕλλΔνη 38/1088, ΑΠ 172/1994 ό.π., ΑΠ 187/1987 ΕλλΔνη 29/494, ΕφΠειρ 501/2008 ό.π., ΕφΠειρ 902/2007 ΕΝΑΥΤΔ 2007/421, ΕφΠατρ 840/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008/417, ΕφΠειρ 828/1989 ΕΕμπΔ 1990/285-287). Είναι επομένως, αναγκαία ακόμη και αν ο λόγος της ανακοπής συνίσταται στην απλή άρνηση της απαίτησης ή της σειράς και της τάξης κατάταξης (προνομίου του ανακόπτοντος ή των καθ’ ών) (βλ. ΑΠ 1099/1996 ΕλλΔνη 38/1088, ΑΠ 1290/1991 ΕΕΝ 1993/66, ΕφΑθ 4517/2011 ΕλλΔνη 2013/1048, ΕφΠειρ 198/2003 ΕΝΔ 31/144). Ειδικότερα, τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή ακριβής περιγραφή της απαίτησης και του επικαλουμένου προνομίου της, πρέπει να περιέχει η ανακοπή όχι μόνον όταν η απαίτηση του ανακόπτοντος δεν κατατάχθηκε καθόλου ή ως προνομιακή στον πίνακα κατάταξης και φέρεται αυτή προς διάγνωση με την ανακοπή, αλλά και όταν με την ανακοπή αμφισβητείται απλώς η απαίτηση του καταταχθέντος καθ’ ου η ανακοπή ή ο προνομιακός χαρακτήρας της, οπότε ο καθ’ ου έχει το βάρος επίκλησης και απόδειξης της απαιτήσεως του ή του προνομίου της, αλλιώς γίνεται δεκτή η ανακοπή. Διότι και στην περίπτωση αυτή η περιγραφή της απαίτησης και του προνομίου της δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία, αφού η διά της παραδοχής της ανακοπής αποβολή από τον πίνακα του καθού προϋποθέτει κατ` ανάγκη την ύπαρξη κατατακτέας απαιτήσεως του ανακόπτοντος (βλ. ΑΠ 1949/09 ό.π., ΑΠ 1515/1999 ΕΕΝ 2001/278, ΕφΑθ 146/2007 ΔΕΕ 2007/687, ΕφΠειρ 933/2006 ΕπΝαυτΔ 2007/49, ΕφΑθ 6177/2003 ΕλλΔνη 45/530, ΕφΑθ 5335/2001 ΧρΙΔ 2002/134, ΕφΑθ 5334/2001 Αρμ 2002/591, ΕφΘεσ 1210/1995 ΑρχΝ. 1995/397-398, ΕφΑθ 8325/1993 ΕλλΔνη 1995/1102, ΜΠρΘεσ 18094/2008 Αρμ 2008/1580). Για την πληρότητα της περιγραφής, δεν αρκεί η απλή αναφορά στον τίτλο, με τον οποίο επιδικάσθηκε η απαίτηση ή η παραπομπή στην προηγούμενη της ανακοπής αναγγελία, ούτε επιτρέπεται η συμπλήρωση των ελλειπόντων στοιχείων με τις προτάσεις του ανακόπτοντος (βλ. ΑΠ 1949/09 ό.π., ΑΠ 440/2004 ό.π., ΑΠ 1101/2006, ΑΠ 440/2004 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1099/1996 ό.π., ΕφΑθ 267/2012 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6177/2003 ο.π., ΕφΠειρ 270/2006 ΕΝΔ 34.15). (Δ) 1. Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς εκδίκαση η υπό κρίση από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή, με την οποία οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρουν στο δικόγραφο αυτής, τη μεταρρύθμιση του με αριθμό 506/11.6.2012 πίνακα κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, ενώπιον του οποίου εκπλειστηριάσθηκε το αναφερόμενο σε αυτήν υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο Δ/Ξ «…», ιδιοκτησίας της οφειλέτιδος εταιρίας με την επωνυμία «… …», αντί επιτευχθέντος πλειστηριάσματος 185.200,00 δολλαρίων ΗΠΑ, προκειμένου να αποβληθεί το καθ’ ου η ανακοπή ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «…)» κατά το ποσό των 119.566,00 € εντελώς, λόγω ακυρότητας της αναγγελίας του εξ αιτίας παντελούς αοριστίας αυτής, άλλως να αποβληθεί αυτό μόνο κατά το ποσό των 78.752,83 € των «προσαυξήσεων – προσθέτων τελών» που, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της ανακοπής, δεν οπλίζονται με προνόμιο και δεν αναλύονται στην αναγγελία αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού τους, ώστε να καταταγούν οι ίδιοι (ανακόπτοντες), άλλως, σε περίπτωση που τυχόν κριθεί ότι η αναγγελία δεν πάσχει αοριστίας και ότι οι αναγγελθείσες εκ του ναυτολογίου απαιτήσεις του Ν.Α.Τ. έχουν υπολογιστεί ορθά και νόμιμα και είναι οπλισμένες με προνόμια, οι όποιες απαιτήσεις του ΝΑΤ να καταταγούν προνομιακά στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, συμμέτρως με τις δικές τους προσδιοριζόμενες στο δικόγραφο απαιτήσεις, τις οποίες είχαν αναγγείλει νομίμως και εμπροθέσμως στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, μη εφαρμοζομένης της τροποποίησης που επέφερε το άρθρο 214 του ν. 4072/2012 στη σειρά των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, λόγω αντισυνταγματικότητας αυτού, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω ανακοπή, κατόπιν τούτων δε ζητούν να καταδικασθεί το καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη. 2. Με αυτό το περιεχόμενο και με αυτά τα αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ` ύλη και κατά τόπον αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 2, 937 και 979 παρ. 2, 1006, 1007, 1011, 1012, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της επίδικης διαφοράς), δεδομένου ότι η κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και η επίδοσή της στο καθ’ ου έλαβε χώρα εντός δώδεκα εργασίμων ημερών από την επίδοση στους ανακόπτοντες της σχετικής πρόσκλησης από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, που έλαβε χώρα την 19.5.2014 (βλ. τη με αριθμό … πρόσκληση του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, με την επ’ αυτής σχετική σημείωση του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κ. Β. Λ., σε συνδυασμό με την υπ’ αρ. 9550Ε΄/4-6-2014 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κωνσταντίνου Λεράκη), ενώ αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε εμπροθέσμως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. την υπ’ αρ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κωνσταντίνου Λεράκη). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η ανακοπή, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. (Ε) 1. Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς εκδίκαση η υπό κρίση από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή, με την οποία ο ανακόπτων ζητεί, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρει στο δικόγραφο αυτής, τη μεταρρύθμιση του με αριθμό 506/11.6.2012 πίνακα κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, ενώπιον του οποίου εκπλειστηριάσθηκε το αναφερόμενο σε αυτήν υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο Δ/Ξ «…», ιδιοκτησίας της οφειλέτιδος εταιρίας με την επωνυμία «… …», αντί επιτευχθέντος πλειστηριάσματος 185.200,00 δολλαρίων ΗΠΑ, προκειμένου να αποβληθεί μερικώς το καθ’ ου η ανακοπή ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «…)» κατά το ποσό των 34.415,16 €, ώστε να καταταγεί ο ίδιος (ανακόπτων) για την προσδιοριζόμενη στην ανακοπή απαίτησή του, την οποία είχε αναγγείλει νομίμως και εμπροθέσμως στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και να καταδικασθεί το καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. στην εν γένει δικαστική του δαπάνη. 2. Με αυτό το περιεχόμενο και με αυτά τα αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ` ύλη και κατά τόπον αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 2, 937 και 979 παρ. 2, 1006, 1007, 1011, 1012, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της επίδικης διαφοράς), δεδομένου ότι η κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και η επίδοσή της στο καθ’ ου έλαβε χώρα εντός δώδεκα εργασίμων ημερών από την επίδοση στον ανακόπτοντα της σχετικής πρόσκλησης από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, που έλαβε χώρα την 20.5.2014 (βλ. τη με αριθμό … πρόσκληση του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, με την επ’ αυτής σχετική σημείωση του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κ. Β. Λ., σε συνδυασμό με την υπ’ αρ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Π. Γ. Ε. Β.), ενώ αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε εμπροθέσμως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. την υπ’ αρ. υπ’ αρ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Π. Γ. Ε. Β.). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η ανακοπή, ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της. (Ζ) 1. Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς εκδίκαση η υπό κρίση από 3-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή, από το δικόγραφο της οποίας η ανακόπτουσα παραιτήθηκε νομότυπα, κατά τα προαναφερθέντα, ως προς τους πρώτο έως και πέμπτο των καθ’ ων η ανακοπή, ως προς τους οποίους αυτή θεωρείται πλέον μη ασκηθείσα, με την οποία η ανακόπτουσα εταιρία με την επωνυμία «… …» ζητεί την ακύρωση, 9ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) άλλως τη μεταρρύθμιση του με αριθμό 506/2014 πίνακα κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, ενώπιον του οποίου εκπλειστηριάσθηκε το αναφερόμενο σε αυτήν υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο Δ/Ξ «…», ιδιοκτησίας της, αντί επιτευχθέντος πλειστηριάσματος 185.200,00 δολλαρίων ΗΠΑ, εκθέτοντας ότι κακώς κατατάχθηκε το έκτο καθ’ ου νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «…)» για το συνολικό ποσό των 119.556,60 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 3-11-2009 έως 19-3-2014, σύμφωνα με την αναγγελία του, ενώ έπρεπε να καταταχθεί μόνο για το ποσό των 108.626,85 ευρώ στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων και συνεπώς, δεν έπρεπε να καταταγεί για το ποσό των 10.930,30 ευρώ, που αφορά τη χρονική περίοδο από 3-11-2013 μέχρι 19-3-2014, κατά την οποία είχε διακόψει τους πλόες του, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο δικόγραφο της ανακοπής, κατόπιν τούτων δε ζητεί να καταδικασθεί το καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. 2. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ` ύλη και κατά τόπον αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 2, 937 και 979 παρ. 2, 1006, 1007, 1011, 1012, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της επίδικης διαφοράς), πλην όμως, για το εμπρόθεσμο αυτής (ανακοπής) δεν προσκομίζεται από την ανακόπτουσα ούτε αποδεικτικό επίδοσής της στο έκτο καθ’ ου, ούτε αποδεικτικό επίδοσης στην ανακόπτουσα της σχετικής πρόσκλησης από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, ούτε άλλωστε γίνεται επίκληση αυτών στις έγγραφες προτάσεις της ανακόπτουσας, αλλά προσκομίζεται μόνον η υπ’ αρ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Π. Γ. Ε. Β., από την οποία προκύπτει ότι αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε εμπροθέσμως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού Μηνά Σεφεριάδη. Ωστόσο, πέραν τούτου, κατά τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη ανακοπή είναι απορριπτέα ως αόριστη αναφορικά με την ύπαρξη έννομου συμφέροντος της ανακόπτουσας για την άσκησή της κατά το άρθρο 979 ΚΠολΔ, καθόσον η ανακόπτουσα, μετά την παραίτησή της από το δικόγραφο της ανακοπής ως προς τους πρώτο έως και πέμπτο των καθ’ ων – αναγγελθέντων δανειστών, που κατατάχθηκαν προνομιακώς και συμμέτρως στη β΄ τάξη των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεων τους, για τα αναφερόμενα στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης ποσά, ως προς τους οποίους πλέον η ανακοπή θεωρείται μη ασκηθείσα, κατά τα προαναφερθέντα, ζητεί μόνο την ακύρωση, άλλως μεταρρύθμιση του ως άνω πίνακα κατάταξης, άνευ άλλου τινός και δη δεν ζητεί ούτε την αποβολή του έκτου καθ’ ου η ανακοπή από τον πίνακα κατάταξης κατά το προαναφερόμενο ποσό των 10.930,30 ευρώ, ούτε την απόδοση του ως άνω ποσού, που θα αποδεσμευτεί από την αποβολή του έκτου καθ’ ου η ανακοπή από τον πίνακα κατάταξης, σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, ενώ δεν ζητεί ούτε την υπέρ άλλου συγκεκριμένου δανειστή μεταρρύθμιση του πίνακα, ώστε να καταταγεί ο τελευταίος κατά το ανωτέρω ποσό, που δεν έχει καταταγεί, ούτε άλλωστε επικαλείται ότι η ενδεχόμενη αυτή κατάταξη απαλλάσσει την ανακόπτουσα από την αντίστοιχη προς αυτόν (άλλο δανειστή) υποχρέωση. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας υπό στοιχείο Γ.4, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να απορριφθεί στο σύνολο της ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας ως προς την ύπαρξη του έννομου συμφέροντος της ανακόπτουσας, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. (Η) 1. Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς εκδίκαση η υπό κρίση από 16-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή, με την οποία το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο ζητεί, για τους λόγους που αναφέρει στο δικόγραφο αυτής, τη μεταρρύθμιση του με αριθμό 506/11.6.2012 πίνακα κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, ενώπιον του οποίου εκπλειστηριάσθηκε το αναφερόμενο σε αυτήν υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιο Δ/Ξ «…», ιδιοκτησίας της εταιρίας με την επωνυμία «… …», αντί επιτευχθέντος πλειστηριάσματος 185.200,00 δολλαρίων ΗΠΑ, προκειμένου να καταταγεί το ίδιο (ανακόπτον) οριστικά και προνομιακά ως ειδικός προνομιούχος δανειστής για τις αναφερόμενες στο δικόγραφο ληξιπρόθεσμες και προνομιακές απαιτήσεις του κατά της ως άνω εταιρίας – καθ’ ης η εκτέλεση, ύψους 25.537,51 ευρώ, πλέον των νομίμων προσαυξήσεων μέχρι την τελεσιδικία του πίνακα, για τον οποίο έχει αναγγελθεί, με ταυτόχρονη και ισόποση αποβολή των πρώτου έως και έκτου των καθ’ ων η ανακοπή, κατά το μέρος που αναλογεί σε έκαστο εξ αυτών, άλλως και επικουρικώς, να καταταγεί αυτό 10ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) (ανακόπτον) για το συνολικό ποσό των (1.026,90 + 320,39 + 838,20 =) 2.185,49 ευρώ, το οποίο παρανόμως προαφαιρέθηκε από το πλειστηρίασμα ως έξοδα εκτέλεσης, με ταυτόχρονη αποβολή του έβδομου των καθ’ ων – υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και να καταδικασθούν οι καθ’ ων η ανακοπή στην εν γένει δικαστική του δαπάνη. 2. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ` ύλη και κατά τόπον αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 2, 937 και 979 παρ. 2, 1006, 1007, 1011, 1012 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της επίδικης διαφοράς), δεδομένου ότι η κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και η επίδοσή της στους καθ’ ων έλαβε χώρα εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Διατάγματος της 26.6-10.7.1944 “περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου”, από την επίδοση στο ανακόπτον της σχετικής πρόσκλησης από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, που έλαβε χώρα την 20.5.2014 (βλ. τη με αριθμό 507/20.5.2014 πρόσκληση του Συμβολαιογράφου Π. Μηνά Σεφεριάδη, με την επ’ αυτής σχετική σημείωση του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κ. Β. Λ., σε συνδυασμό με τις υπ’ αρ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Π. Θ. Ε. Λ.), ενώ αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε εμπροθέσμως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. την υπ’ αρ. υπ’ αρ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Π. Θ. Ε. Λ.). Εντούτοις, το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο εκθέτει στο δικόγραφο της ένδικης ανακοπής ότι έχει απαιτήσεις κατά της ως άνω οφειλέτιδας, συνολικού ύψους 25.537,51 ευρώ, προερχόμενες από συναφείς προς τη ναυσιπλοϊα φόρους, που εξοπλίζονται με προνόμιο της πρώτης τάξης του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 214 του ν. 4072/2012, σύμφωνα με το συνημμένο στην υπ’ αρ. πρωτ. 3678/6-3-2014 αναγγελία της Δ.Ο.Υ. Πλοίων πίνακα χρεών και δη 1) για έκτακτη εισφορά στο εισόδημα του νομικού προσώπου της καθ’ ης ο πλειστηριασμός – οφειλέτιδας πλοιοκτήτριας εταιρείας με την επωνυμία «… Ν.Ε.», ποσού 18.361,24 ευρώ για κεφάλαιο και τόκους + 5.232,95 ευρώ για προσαυξήσεις, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 85101/31-12-2010 βεβαίωση για οφειλές οικονομικού έτους 2010, που αποτελεί φόρο που επιβαρύνει τα έσοδα του πλοιοκτήτη από την εκμετάλλευση του πλοίου ως ναυτιλιακή εταιρεία, 2) για φόρο πλοίων, ποσού 589,30 ευρώ για κεφάλαιο – τόκους + 109.03 ευρώ για προσαυξήσεις, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 338/30-01-2012 βεβαίωση για οφειλές οικονομικού έτους 2012, 3) για φόρο πλοίων, ποσού 1.169,00 ευρώ για κεφάλαιο – τόκους + 75,99 ευρώ για προσαυξήσεις, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 136/11-01-2013 βεβαίωση για οφειλές οικονομικού έτους 2013, τις οποίες (απαιτήσεις) ανήγγειλε νομίμως και εμπροθέσμως, αιτούμενο την προνομιακή αυτών κατάταξη, κατά το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ και ότι ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος κατέταξε, μετ` αφαίρεση των εξόδων, στον προσβαλλόμενο πίνακα κατατάξεως δανειστών για το υπόλοιπο του διανεμητέου πλειστηριάσματος μόνο τους πρώτο έως και έκτο των καθ’ ων η ανακοπή, ενώ δεν κατέταξε το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο, με το εσφαλμένο σκεπτικό ότι οι αναγγελθείσες αξιώσεις του δεν τυγχάνουν προνομιακές σύμφωνα με το άρθρο 205 ΚΙΝΔ. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή είναι απορριπτέα ως αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμηση, διότι το ανακόπτον, ως προς τις αναγγελθείσες ως άνω απαιτήσεις του, δεν διαλαμβάνει τα γεγονότα εκείνα, που είναι απαραίτητα, ώστε να κριθεί αν οι απαιτήσεις αυτές εμπίπτουν στις προνομιούχες απαιτήσεις του άρθρου 205 παρ. 1 ΚΙΝΔ, όπως ισχυρίζεται με την ανακοπή του, λαμβανομένου υπόψη ότι σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η προνομιακή κατάταξη του ανακόπτοντος με βάση το ως άνω άρθρο δεν αφορά όλες τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την εκμετάλλευση του πλοίου εν γένει, αλλά μόνον αυτές που βαρύνουν το πλοίο ως πλωτό μεταφορικό μέσο. Συγκεκριμένα, πέραν της γενικής αναφοράς στο δικόγραφο της ανακοπής των απαιτήσεων του ανακόπτοντος ως έκτακτης εισφοράς και φόρων εκ της εκμεταλλεύσεως του πλοίου, ουδόλως αναφέρεται ο ειδικός χαρακτήρας τούτων ή η γενεσιουργός αιτία τους, ώστε να κριθεί εάν απολαύουν του προνομίου του άρθρου 205 παρ. 1 ΚΙΝΔ, σημειωτέον δε ότι τα στοιχεία αυτά δεν προκύπτουν ούτε από την επισυναπτόμενη στην κρινόμενη ανακοπή υπ’ αρ. πρωτ. 3678/6-3-2014 αναγγελία της Δ.Ο.Υ. Πλοίων, καθόσον σε αυτήν αναφέρεται μόνο το συνολικό ποσό των 25.537,51 ευρώ, για το οποίο αναγγέλθηκε το ανακόπτον, καθώς και ότι οι πιο πάνω οφειλές είναι προνομιακές 11ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) σύμφωνα με το άρθρο 61 ΚΕΔΕ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 2093/1992, ενώ δεν αναφέρεται εάν αυτές είναι προνομιακές σύμφωνα με το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, ούτε από ποια συγκεκριμένη αιτία απορρέουν. Επίσης, τα προαναφερόμενα στοιχεία (ο ειδικός χαρακτήρας και η γενεσιουργός αιτία των εν λόγω φόρων και έκτακτης εισφοράς) δεν προκύπτουν ούτε από τον επισυναπτόμενο στην ως άνω αναγγελία και την ένδικη ανακοπή πίνακα χρεών, καθόσον σε αυτόν τα εν λόγω χρέη περιγράφονται μόνον ως έκτακτη εισφορά και ως φόρος πλοίων, χωρίς καμία περαιτέρω εξειδίκευση (πρβλ. ΕφΠειρ 501/2008 ό.π.). Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά, που δεν διαλαμβάνονται στο δικόγραφο της ανακοπής, είναι απαραίτητα, προκειμένου να καταστεί δυνατό για το Δικαστήριο να εκτιμήσει το είδος του προνομίου του ανακόπτοντος και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών και εντεύθεν τη σειρά κατάταξης των αναγγελθεισών απαιτήσεων των πρώτου έως και έκτου των καθ’ ων, ανάλογα με το προνόμιο εκάστου, ώστε να προβεί στη δέουσα μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, σημειωτέον δε ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να συμπληρωθούν ούτε με τις προτάσεις του ανακόπτοντος ούτε με παραπομπή σε άλλα έγγραφα, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη ανακοπή ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της, ανεξάρτητα από το θεμελιωτικό λόγο των αιτημάτων της (πρβλ. ΕφΠειρ 229/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) , κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. (Θ) Από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, αλλά τα οποία έλαβε υπόψη στο σύνολό τους το Δικαστήριο κατά την ουσιαστική διευρεύνηση της υπόθεσης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αρ. … κατασχετήριας έκθεσης πλοίων του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Κ. Β. Λ. και με επίσπευση των ανακοπτόντων Δ. Δ. και Η. Β., κατασχέθηκε ένα (1) πλοίο, το με Ελληνική σημαία πλοίο με το όνομα «Δ/Ξ …», νηολογημένο στα νηολόγια Α/Π κλάσεως Β΄ του λιμένος Πειραιώς, με αριθμό …, ολικής χωρητικότητας κόρων 618,84, Διεθνούς Διακριτικού Σήματος SΧ7015, ελικοκίνητο και με μια μηχανή ΜΕΚ (κατασκευής της …), με καύσιμη ύλη πετρέλαιο, με μια έλικα, όπως λεπτομερώς περιγράφεται αυτό στην ως άνω έκθεση, πλοιοκτησίας της οφειλέτιδας εταιρείας με την επωνυμία «… Ν.Ε.», που εδρεύει Π., νομίμως εκπροσωπουμένης. Το προαναφερόμενο πλοίο εκπλειστηριάστηκε με αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 19-3-2014, με επίσπευση των ως άνω ανακοπτόντων, ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιώς Μηνά Σεφεριάδη και κατακυρώθηκε στην υπερθεματίστρια εταιρεία με την επωνυμία «….», με καταστατική έδρα Ν. Μ., αντί του συνολικού ποσού των 185.200 ευρώ, συνταχθείσης της με αριθμό 473/19-3-2014 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού και της υπ’ αρ. 478/28-3-2014 πράξης κατάθεσης υπολοίπου πλειστηριάσματος και αποδοχής πλειοδοσίας τρίτου του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου. Ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, λόγω ανεπάρκειας του συνολικά επιτευχθέντος εκπλειστηριάσματος, ύψους 185.200 ευρώ, προς ικανοποίηση των αναγγελθέντων δανειστών με τις έξι (6) συνολικά αναγγελίες τους, συνέταξε τον ανακοπτόμενο με αριθμό 506/19-5-2014 πίνακα διανομής εκπλειστηριάσματος πλοίου και κατάταξης δανειστών, από τον οποίο προκύπτει ότι αφαιρέθηκαν τα έξοδα της εκτέλεσης συνολικού ύψους 6.297,27 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το ποσό των 2.424,53 ευρώ για έξοδα και δικαιώματα του ως άνω δικαστικού επιμελητή, το ποσό των 980,00 ευρώ για έξοδα των ανακοπτόντων – επισπευδόντων Δ. Δ. και Η. Β. για την εκκίνηση της αναγκαστικής εκτέλεσης και το ποσό των 2.892,74 ευρώ για έξοδα συντάξεως πίνακα κατάταξης και λοιπά τέλη και δικαιώματα του ως άνω συμβολαιογράφου. Ειδικότερα, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος κατέταξε τους παρακάτω αναγγελθέντες δανειστές ως εξής: ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΣ και ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΤΑΞΗ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ του άρθρου 205 περ. α’ ΚΙΝΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 214 του ν. 4072/2012, το καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. για το ποσό των 119.556,60 ευρώ, μετά την προνομιακή κατάταξη του οποίου, που συνολικώς ανέρχεται στο ποσό των ευρώ 119.556,60€, απομένει προς διανομή στους λοιπούς προνομιούχους δανειστές το ποσό των 59.346,13€ (ήτοι, ευρώ 178.902,73 αρχικώς διανεμητέο εκπλειστηρίασμα μετ’ αφαίρεση των εξόδων, μείον ευρώ 119.556,60€ = 59.346,13€), στο οποίο κατέταξε: ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΣ, ΣΥΜΜΕΤΡΩΣ και ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΤΑΞΗ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ του άρθρου 205 περ. β’ ΚΙΝΔ: το Ν.Α.Τ. για το ποσό των (59.346,13€ Χ 63.542,00 €/359.774,35€) = 10.481,50€. ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΣ, ΣΥΜΜΕΤΡΩΣ και ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΙΑΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΤΑΞΗ ΝΑΥΤΙΚΩΝ 12ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ του άρθρου 205 περ. β’ ΚΙΝΔ: 1) τον ανακόπτοντα Δ. Δ. του Θ. – Β., για το ποσό των [(59.346,13€ Χ 138.707,37€ / 359.774,35€)] = 22.880,30€, 2) τον ανακόπτοντα Η. Β. του Δ., για το ποσό των [(59.346,13€ Χ 56.404,49€ / 359.774,35€)] = 9.304,14€, 3) τον ανακόπτοντα Α. Π. του Ι., για το ποσό των ευρώ [(59-346,13€ Χ 25.553,55€ / 359.774,35€)]= 4.215,15€, 4) τον ανακόπτοντα Ονούφριο Γιαννιώτη του Π., για το ποσό των ευρώ [(59.346,13€ Χ 35.415,16€ / 359.774,35€)] = 5.841,86€, 5) τον Ε. Λ. του Α., για το ποσό των [(59.346,13€ Χ 40.151,78€ / 359.774,35€)]= 6.623,18€. Σε σχέση με τον ανωτέρω υπολογισμό του λόγου σύμμετρης κατάταξης των ανωτέρω δανειστών στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 περ. β’ ΚΙΝΔ, στον προσβαλλόμενο ως άνω πίνακα κατάταξης αναφέρεται ότι επειδή το υπολειπόμενο εκπλειστηρίασμα, μετά την κατάταξη του δανειστή Ν.Α.Τ. στην πρώτη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 α’ ΚΙΝΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 214 του ν. 4072/2012, δεν επαρκεί για την ολική κατάταξη των επομένων δανειστών (Ν.Α.Τ. και των πέντε ως άνω ναυτικών), ο λόγος σύμμετρης κατάταξής τους στο υπολειπόμενο προς διανομή ποσό των ευρώ 59.346,13€ συνίσταται στο γινόμενο του διανεμητέου ποσού επί της εναπομένουσας απαίτησης εκάστου των κατατασσόμενων δανειστών δια του συνόλου των απαιτήσεων των κατατασσόμενων δανειστών. Επίσης, αναφέρεται στον ως άνω πίνακα κατάταξης ότι οι ανωτέρω πέντε (5) ναυτικές απαιτήσεις κατατάχθηκαν από τον ως άνω συμβολαιογράφο, ως επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΑ και ΤΥΧΑΙΑ, διότι οι απαιτήσεις τους δεν είχαν τελεσιδικήσει, όπως φαίνεται από τις αναγγελίες τους και ως εκ τούτου, κατατάχθηκαν υπό τον όρο να προσκομίσουν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος τίτλο εκτελεστό και εκκαθαρισμένο, με τον οποίο να τους επιδικάζονται τα ποσά, που αιτούνται να τους καταβάλλει η καθ’ ης ο πλειστηριασμός οφειλέτιδα εταιρεία, άλλως και επικουρικά, αν δεν προσκομισθεί εκτελεστός τίτλος, εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, ήτοι σε περίπτωση μη τελεσιδικίας των απαιτήσεων των ανωτέρω πέντε (5) καταταγέντων δανειστών (ναυτικών) ή αν η απαίτηση τους ήθελε μειωθεί, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΑ, ορίστηκε ότι όπως για το συνολικό ποσό των 48.864,63 ευρώ ή για το έλαττον αυτού καταταγεί ο αναγγελθείς δανειστής με την επωνυμία «ΝΑΥΤΙΚΟ ΑΠΟΜΑΧΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ» (Ν.Α.Τ.). Κατόπιν τούτων, μετά τη σύμμετρη κατάταξη στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 περ. β’ ΚΙΝΔ των ανωτέρω δανειστών, δεν απέμενε εκπλειστηρίασμα προς περαιτέρω διανομή και ουδείς άλλος εκ των αναγγελθέντων δανειστών κατατάχθηκε, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στον ως άνω προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης. Επίσης, στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης προσδιορίζεται, αναφορικά με την από 24-3-2014 αναγγελία του καθ’ ου η ανακοπή Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «…)», ότι οι αναγγελθείσες αξιώσεις του, συνολικού ύψους 183.098,59 ευρώ, αναλύονται ως εξής: 1) Υπέρ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΑΠΟΜΑΧΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ (Ν.Α.Τ.): εισφορές ναυτικών 28.443,28 ευρώ, πλοιοκτήτη 44.245,10 ευρώ και συνολικά 72.688,38 ευρώ. 2) Υπέρ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ (Τ.Π.Α.Ε.Ν.): εισφορές ναυτικών 8.216,95 ευρώ. 3) Υπέρ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΤΩΤΕΡΩΝ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ (Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν.): εισφορές ναυτικών 6.636,77 ευρώ. 4) Υπέρ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Κ.Ν.Ε.): εισφορές πλοιοκτήτη 7.268,84 ευρώ. 5) Υπέρ ΕΣΤΙΑΣ ΝΑΥΤΙΚΩΝ (E.N.): εισφορές ναυτικών 1.106,13 ευρώ, πλοιοκτήτη 568,87 ευρώ και συνολικά 1.675,00 ευρώ. 6) Υπέρ ΕΙΔΙΚΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΝΑΥΤΙΚΩΝ (ΕΛΟΕΝ): εισφορές ναυτικών 3.160,36 ευρώ, πλοιοκτήτη 6.320,73 ευρώ και συνολικά 9481,09 ευρώ. 7) Υπέρ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΑΥΤΙΚΩΝ (ΚΕΑΝ): εισφορές ναυτικών 6.320,73 ευρώ, πλοιοκτήτη 6.320,73 ευρώ και συνολικά 12.641,46 ευρώ. 8) Υπέρ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ (ΝΕΕ): εισφορές πλοιοκτήτη 948,11 ευρώ. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι το Ν.Α.Τ. αναγγέλθηκε και για το ποσό των ευρώ 63.542,00€ για οφειλές από τρίμηνες αποδοχές εγκαταλειπομένων από τον πλοιοκτήτη ναυτικών, τις οποίες προκατέβαλε το Ν.Α.Τ. στους ναυτικούς, ότι το ποσό αυτό των ευρώ 63.542,00€ αφορά την παροχή ναυτικής εργασίας από τους ανωτέρω ναυτικούς στο εκπλειστηριασθέν πλοίο για διάστημα τριών (3) μηνών, ήτοι στην εκ της ναυτικής εργασίας άμεσα απορρέουσα απαίτηση που έχει έκαστος των ναυτικών, η οποία εκχωρήθηκε προς το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο και ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 458 ΑΚ (στην οποία ορίζεται ότι, αν η εκχωρούμενη απαίτηση είναι προνομιούχος, με την εκχώρησή της μεταβιβάζεται και το προνόμιο αυτής, το οποίο στην αναγκαστική εκτέλεση συνδέεται με τη φύση της απαίτησης), εφόσον οι τρίμηνες αποδοχές των ναυτικών συνολικού ύψους 63.542,00€ είναι απαιτήσεις που απορρέουν από ναυτική εργασία και απολαύουν του προνομίου που 13ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) θεσπίζει το άρθρο 205 περ. β’ ΚΙΝΔ, συνεπάγεται ότι μεταβιβάζεται στο Ν.Α.Τ., στο οποίο εκχωρήθηκαν οι απαιτήσεις των ναυτικών συνολικού ύψους 63.542,00€, το ίδιο προνόμιο, με το οποίο εξοπλίζεται η εκχωρούμενη απαίτηση των ναυτικών, κατά τη διάταξη του άρθρου 458 ΑΚ και ότι οι εκχωρούμενες αυτές απαιτήσεις των ναυτικών, που προέρχονται από τις τρίμηνες αποδοχές εγκαταλειπομένων ναυτικών συνολικού ποσού 63.542,00€, οι οποίες προκαταβλήθηκαν από το «Ν.Α.Τ.» στους ναυτικούς, εξοπλίζονται στο σύνολό τους με ναυτικό προνόμιο, σύμφωνα με το άρθρο 205 περ. β’ ΚΙΝΔ. Κατόπιν τούτων, με τον ως άνω πίνακα ορίστηκε ότι ο ανωτέρω αναγγελθείς δανειστής – εδώ καθ’ ου η ανακοπή, ήτοι το «Ν.Α.Τ.» κατατάσσεται στην πρώτη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ για το ποσό των ευρώ 119.556,60€ και στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ για το ποσό των ευρώ 63.542,00€. Επίσης, στον ως άνω προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης αναφέρεται ότι α) ως προς την από 24-3-2014 αναγγελία του Ν.Α.Τ. και ειδικότερα για το ποσό των ευρώ 63.542,00€, που αφορά στις τρίμηνες αποδοχές εγκαταλειπομένων ναυτικών (ήτοι απαιτήσεις απορρέουσες εκ ναυτικής εργασίας), β) ως προς την από 31/3/2014 αναγγελία των ανακοπτόντων – ναυτικών ι) Δ. Δ. του Θ. – Β., πλοιάρχου ΕΝ, ιι) Η. Β. του Δ., α΄ μηχανικού ΕΝ και ιιι) Α. Π. του Ι., με την οποία ζητούν να καταταχθούν προνομιακώς για τα στην αναγγελία τους αναφερόμενα για τον καθένα τους ποσά, ήτοι ο πρώτος για το συνολικό ποσό των Ευρώ 138.707,37€, ο δεύτερος για το συνολικό ποσό των Ευρώ 56.404,49€ και ο τρίτος για το συνολικό ποσό των Ευρώ 25.553,55€, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, για παροχή ναυτικής εργασίας στο εκπλειστηριασθέν πλοίο, γ) την από 28/3/2014 αναγγελία του ναυτικού – ανακόπτοντος Ονούφριου Γιαννιώτη του Π., με την οποία ζητεί να καταταχθεί προνομιακώς για το στην αναγγελία του αναφερόμενο ποσό των ευρώ 35.415,16€, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, για παροχή ναυτικής εργασίας στο εκπλειστηριασθέν πλοίο και δ) την από 27/3/2014 αναγγελία του ναυτικού Ε. Λ. του Α., με την οποία ζητεί να καταταχθεί προνομιακώς για το στην αναγγελία του αναφερόμενο ποσό των ευρώ 40.151,78€, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, για παροχή ναυτικής εργασίας στο εκπλειστηριασθέν πλοίο, ότι το ποσό των ευρώ 63.542,00 €, για το οποίο αναγγέλλεται το Ν.Α.Τ., αφορά στις εκχωρούμενες απαιτήσεις των ναυτικών, που προέρχονται από τις τρίμηνες αποδοχές εγκαταλειπομένων ναυτικών που προκαταβλήθηκαν από το Ν.Α.Τ. και εξοπλίζονται στο σύνολό τους με ναυτικό προνόμιο, σύμφωνα με το άρθρο 205 περ. β’ ΚΙΝΔ και ότι για το ποσό αυτό το Ν.Α.Τ. κατατάσσεται οριστικά στη δεύτερη τάξη των προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, διότι αφορά σε απαιτήσεις εκ ναυτικής εργασίας. Επίσης, στον προσβαλλόμενο πίνακα αναφέρεται ότι οι αναγγελθείσες αξιώσεις των ανωτέρω ναυτικών αφορούν στην παροχή ναυτικής εργασίας στο εκπλειστηριασθέν πλοίο και στις εκ της ναυτικής εργασίας άμεσα απορρέουσες αξιώσεις και συνεπώς εξοπλίζονται στο σύνολό τους με ναυτικό προνόμιο, σύμφωνα με το άρθρο 205 περ. β’ ΚΙΝΔ, μετά των συνακόλουθων τόκων υπερημερίας και κατατάσσονται στη δεύτερη τάξη των προνομίων, υπό την αίρεση τελεσιδικίας αυτών, κατά τα προαναφερθέντα. Περαιτέρω, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την από 24-3-2014 αναγγελία του καθ’ ου οι ανακοπές Ν.Α.Τ., που συνοδεύεται από τα επισυναπτόμενα σε αυτή κάτωθι αναφερόμενα φύλλα εκκαθάρισης, από την επισυναπτόμενη σε αυτήν υπ’ αρ. πρωτ. 3526.2/06/2014 Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου και από τους επισυναπτόμενους σε αυτήν εννέα (9) λογαριασμούς ναυτικού για την εφαρμογή διατάξεων παροχής προστασίας της Υπηρεσίας Εκκαθαρίσεως Λογαριασμών Ναυτικών, η οποία (αναγγελία) επιδόθηκε προς τον ως άνω συμβολαιογράφο, μαζί με τα συνοδευτικά αυτής ως άνω έγγραφα, με τα οποία αποτελεί ενιαίο σώμα, το καθ’ ου Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (NAT) αναγγέλθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον πλειστηριασμό, για προνομιούχο, κατά το άρθρο 205 περ. α΄ ΚΙΝΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 214 του ν.4072/2012 (ΦΕΚ 86Α), απαίτηση κατά της καθ’ ης η εκτέλεση οφειλέτιδας εταιρείας με την επνωνυμία «…», συνολικού ύψους 183.098,59 ευρώ (με πρόσθετα τέλη κλπ.), προερχόμενη από οφειλόμενες από τα με αριθ. … ναυτολόγια λιμένων Αμοργού, Ε., Σερίφου και Πάτμου εισφορές της καθ’ ής η εκτέλεση – ως άνω πλοιοκτήτριας εταιρείας και πληρώματος του πλοίου Δ/Ξ «…», για το χρονικό διάστημα από 22-10-2009 έως 19-3-2014, όπως αναλυτικά αυτές περιγράφονται στο με αριθμό 01/2014 φύλλο εκκαθάρισης του ΝΑΤ, το οποίο απεικονίζει τη συνολική οφειλή του πλοίου (και δη: α) Για εισφορές Ναυτικού: Υπέρ ΝΑΤ 28.443,28 ευρώ, υπέρ ΤΠΑΕΝ 8.216,95 ευρώ, υπέρ ΤΠΚΠΕΝ 6.636,77 ευρώ, υπέρ ΚΝΕ 0,00, υπέρ ΕΝ 1.106,13 ευρώ, υπέρ ΕΛΟΕΝ 3.160,36 ευρώ, υπέρ ΚΕΑΝ 6.320,73 ευρώ, υπέρ 14ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) ΝΕΕ 0,00 και συνολικά 53.884,22 ευρώ, β) για εισφορές Πλοιοκτήτη: Υπέρ ΝΑΤ 44.245,10 ευρώ, υπέρ ΤΠΑΕΝ 0,00 ευρώ, υπέρ ΤΠΚΠΕΝ 0,00 ευρώ, υπέρ ΚΝΕ 7.268,840, υπέρ ΕΝ 568,87 ευρώ, υπέρ ΕΛΟΕΝ 6.320,73 ευρώ, υπέρ ΚΕΑΝ 6.320,73 ευρώ, υπέρ ΝΕΕ 948,11 και συνολικά 65.672,37 ευρώ) και δη συνολικά για εισφορές ναυτικού και πλοιοκτήτη το ποσό των 119.556,59€, στο οποίο έχουν συμπεριληφθεί πρόσθετα τέλη, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ και δέκα ημέρες από τη λήξη του τριμήνου, όπως ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 5 του ν. 1711/1987, λόγω εκπροθέσμων καταβολών, όπως μνημονεύεται ρητώς στο υπ’ αρ. 01/21-3-2014 φύλλο εκκαθαρίσεως, στο οποίο έχουν ενσωματωθεί και αναλύονται λεπτομερώς τα συνυποβαλλόμενα με αυτό υπ’ αριθ. 224/2010, 343/2010, 99/2011, 100/2011, 70/2012 και 71/2012 φύλλα εκκαθάρισης της Διεύθυνσης Πόρων του ΝΑΤ/Τμήμα Εισφορών Ελληνικών Πλοίων σε Συνάλλαγμα, στα οποία αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ανά είδος, λογαριασμό, κεφάλαιο και πρόσθετα τέλη, καθώς και το χρονικό διάστημα και οι υπηρετούντες στο ως άνω πλοίο ναυτικοί (μεταξύ των οποίων και εδώ ανακόπτοντες Δημήτριος Δόριζας και Αριστείδης Παλάσκας), τους οποίους (ναυτικούς) αυτά (εισφορές και πρόσθετα τέλη) αφορούν και έτσι αποτελούν τη συνολική οφειλή και συγκεκριμένα: (1) Το με αριθμό 224/2010 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 22-10-2009 έως 20-4-2010, ναυτολογίου με αριθμό 01/Αμοργός 2009, υπολοίπου σε μεταφορά 10.917,74 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 22-10-2009 έως 21-1-2010 και υπολοίπου 10.264,70 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 22-1-2010 έως 20-4-2014, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη και γραμμάτια αξιών για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται σε αυτό και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των ονομάτων των ναυτικών και των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 20.203,41 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 19.654,01 ευρώ για το 2ο τρίμηνο, (2) το με αριθμό 343/2010 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 21-4-2010 έως 19-10-2010, ναυτολογίου με αριθμό 29/Ελευσίς 2010, υπολοίπου σε μεταφορά 12.504,64 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 21-4-2010 έως και 20-7-2010 και υπολοίπου 8.139,76 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 21-7-2010 έως 19-10-2010, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη και γραμμάτια αξιών για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται σε αυτό και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των ονομάτων των ναυτικών και των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 18.940,16 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 19.610,02 ευρώ για το 2ο τρίμηνο, (3) το με αριθμό 99/2011 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 20-10-2010 έως 20-4-2011, ναυτολογίου με αριθμό 01/Σέριφος 2010, υπολοίπου σε μεταφορά 13.127,80 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 20-10-2010 έως 19-1-2011, υπολοίπου σε μεταφορά 6.658,60 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 20-1-2011 έως 19-4-2011 και υπολοίπου 6.887,16 ευρώ για το 3ο τρίμηνο από 20-4-2011 έως 20-4-2011, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη και γραμμάτια αξιών για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται σε αυτό και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των ονομάτων των ναυτικών και των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 18.518,70 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 18.451,87 ευρώ για το 2ο τρίμηνο και 204,86 ευρώ για το 3ο τρίμηνο, (4) το με αριθμό 100/2011 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 21-4-2011 έως 25-10-2011, ναυτολογίου με αριθμό 18/Ελευσίς 2011, υπολοίπου σε μεταφορά ποσού 13.129,96 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 21-4-2011 έως 20-7-2011, υπολοίπου σε μεταφορά 6.678,87 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 21-7-2011 έως 20-10-2011 και υπολοίπου 7.770,46 ευρώ για το 3ο τρίμηνο από 21-10-2011 έως 25-10-2011, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη και γραμμάτια αξιών για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται σε αυτό και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των ονομάτων των ναυτικών και των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 18.518,70 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 15ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) 18.617,55 ευρώ για το 2ο τρίμηνο και 1.034,39 ευρώ για το 3ο τρίμηνο, (5) το με αριθμό 70/2012 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 26-10-2011 έως 26-4-2012, ναυτολογίου με αριθμό 52/Ελευσίς 2011, υπολοίπου σε μεταφορά ποσού 12.504,40 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 26-10-2011 έως 25-1-2012, υπολοίπου σε μεταφορά 7.533,63 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 26-1-2012 έως 25-4-2012 και υπολοίπου 7.764,48 ευρώ για το 3ο τρίμηνο από 26-4-2012 έως 26-4-2012, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη και γραμμάτια αξιών για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται σε αυτό και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των ονομάτων των ναυτικών και των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 18.617,55 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 18.617,55 ευρώ για το 2ο τρίμηνο και 206,88 ευρώ για το 3ο τρίμηνο, (6) το με αριθμό 71/2012 φύλλο εκκαθάρισης, χρονικής περιόδου από 27-4-2012 έως 26-10-2012, ναυτολογίου με αριθμό 11/Ελευσίς 2011, υπολοίπου σε μεταφορά ποσού 11.297,02 ευρώ για το 1ο τρίμηνο από 27-04-2012 έως 26-7-2012 και υπολοίπου 9.365,79 ευρώ για το 2ο τρίμηνο από 27-7-2012 έως 26-10-2012, στο οποίο (φύλλο εκκαθάρισης) αναγράφονται αναλυτικά οι οφειλόμενες εισφορές ναυτικών και πλοιοκτήτη και τα πρόσθετα τέλη για Ν.ΑΤ., Τ.Π.Α.Ε.Ν., Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν., Κ.Ν.Ε., ΕΙΣΦΟΡ. ΝΟΜΙΜΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΓΙΑ Ν.Α.Τ., Ε.Λ.Ο.Ε.Ν., ΕΣΤΙΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, Κ.Ε.Α.Ν., Ν.Ε.Ε., ενώ επισυνάπτεται και η αναλυτική κατάσταση πληρώματος και εισφορών, με αναλυτικό προσδιορισμό των επιμέρους ποσών, που αναλογούν σε κάθε ναυτικό για την ως άνω χρονική περίοδο, γενικού συνόλου 19.150,86 ευρώ για το 1ο τρίμηνο και 19.546,85 ευρώ για το 2ο τρίμηνο. Με αυτό το περιεχόμενο και με βάση τα προαναφερόμενα στην αρχική μείζονα σκέψη, επαρκώς μνημονεύονται στην ένδικη αναγγελία του Ν.Α.Τ., α) οι απαιτήσεις του NAT από όλες τις πιο πάνω αιτίες, β) ο προνομιακός χαρακτήρας τους και γ) τα χρονικά διαστήματα, στα οποία ανάγονται οι απαιτήσεις αυτές, με ρητή αναφορά των επιμέρους ποσών ασφαλιστικών εισφορών ναυτικών και πλοιοκτήτη για έκαστο εργαζόμενο, στους οποίους αυτά αφορούν, καθώς και των προσθέτων τελών, τα οποία προσδιορίσθηκαν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1711/1987 (««Συμπλήρωση νομοθεσίας περί ΝΑΤ και λοιπές διατάξεις»), με τίτλο «Εισφορές, Βεβαίωση, Είσπραξη» και τον ΚΕΔΕ, όπως αναγράφεται στο επισυναπτόμενο στην ένδικη αναγγελία υπ’ αρ. 01/21-3-2014 φύλλο εκκαθάρισης, χωρίς να απαιτείται η παράθεση περαιτέρω στοιχείων, όπως η αναφορά του αριθμού και των ειδικοτήτων όλων των μελών της νόμιμης σύνθεσης του πληρώματος και του μισθολογίου που έλαβε υπόψη το καθ’ ου για τον υπολογισμό των εισφορών, εφόσον η έλλειψη των τελευταίων αυτών στοιχείων δεν καθιστά την ως άνω αναγγελία τόσο ελλιπή, ώστε να μη μπορούν ο οφειλέτης και οι λοιποί δανειστές (εδώ ανακόπτοντες) να την αντικρούσουν και να υφίστανται βλάβη. Επίσης, δεν προκαλείται αοριστία και εντεύθεν ακυρότητα της ως από 24-3-2014 αναγγελίας του Ν.Α.Τ. από την ενσωμάτωση σε αυτή των προαναφερόμενων εγγράφων, ήτοι φύλλων εκκαθάρισης, Υπουργικής Απόφασης, λογαριασμών ναυτικών και ναυτολογίων, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα αυτής, έτσι ώστε να αποτελούν ενιαίο σώμα και να διαλαμβάνονται στο περιεχόμενο της αναγγελίας τα προαναφερόμενα στοιχεία σχετικά με τον αναλυτικό προσδιορισμό των οφειλομένων εισφορών για πλοιοκτήτη και ναυτικούς και των σχετικών προσθέτων τελών. Επομένως, οι οικείοι λόγοι των υπό στοιχεία (Δ) και (Ε) ανακοπών περί αοριστίας της ως άνω αναγγελίας του NAT είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι (πρβλ. ΕφΠειρ 16/2013 και ΕφΠειρ 147/2010 ό.π.), καθόσον το ως άνω αναγγελτήριο παρείχε στη μεν οφειλέτιδα και στους άλλους δανειστές (εδώ ανακόπτοντες) τα απαραίτητα για την άμυνά τους στοιχεία, στο δε υπάλληλο του πλειστηριασμού τις προϋποθέσεις, ώστε να μπορέσει να ελέγξει τη νομιμότητα και βασιμότητα της απαιτήσεως, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, υπό στοιχείο (Γ.1) (βλ. και ΑΠ 295/2002 ΕΝΔ 30/117, ΑΠ 123/1980 ΝοΒ 1980/1450). Περαιτέρω, σημειώνεται ότι τα πρόσθετα τέλη, που έχουν συμπεριληφθεί στο τελικό οφειλόμενο ποσό των 119.556,59 ευρώ και υπολογίστηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1711/1987, όπως αναφέρεται ρητώς στο επισυναπτόμενο στην ως άνω αναγγελία του καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. υπ’ αρ. 01/2014 φύλλο εκκαθάρισης, λόγω της εκπρόθεσμης καταβολής των οφειλόμενων εισφορών, αποτελούν μέρος της οφειλής, με βάση τις αναφερόμενες στην προηγηθείσα νομική σκέψη διατάξεις (υπό στοιχείο Γ.2), ήτοι των άρθρων 86 παρ. 3 και 9 του π.δ. 913/1978, στις οποίες δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ απαιτήσεων, που απορρέουν από κεφάλαιο των οφειλόμενων εισφορών προς το ΝΑΤ και απαιτήσεων, που απορρέουν από πρόσθετα τέλη ή προσαυξήσεις, καθόσον τα τελευταία συνδέονται άμεσα με τις εισφορές που βεβαιώνονται δια των ως άνω ναυτολογίων. Συνεπώς, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, τα πρόσθετα τέλη, όπως αυτά αναλυτικά προσδιορίζονται στα ενσωματωμένα στην ως άνω αναγγελία του καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. φύλλα εκκαθάρισης με τις επισυναπτόμενες σε αυτά αναλυτικές καταστάσεις πληρώματος και εισφορών, κατά τα προαναφερθέντα, ως παρεπόμενες αξιώσεις, που συνδέονται άμεσα με τις οφειλόμενες εισφορές, καλύπτονται από το προνόμιο του άρθρου 205 περ. α΄ του ΚΙΝΔ, άνευ χρονικού περιορισμού, όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 214 του ν. 4072/2012, οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται εν προκειμένω, ενόψει του χρόνου σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, καθόσον οι εισφορές προς το ΝΑΤ θεωρούνται μέρος των μισθών των ναυτικών, προς τους οποίους αντιστοιχούν και για το λόγο αυτό, τυγχάνουν προστασίας και προνομιακής κατατάξεως (όπως και ο υπόλοιπος μισθός, κατά τις λοιπές διατάξεις του ίδιου άρθρου), με βάση αφενός τον κοινωνικό σκοπό που υπηρετεί, ο οποίος έγκειται στην ισχυρή και δίκαιη προστασία εκείνων που με την προσωπική τους εργασία βοηθούν στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων, αλλά και για λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνίσταται στην ενίσχυση των ασφαλιστικών οργανισμών και εντεύθεν των ίδιων των ασφαλισμένων, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων με τους λοιπούς λόγους της υπό στοιχείο (Δ) ανακοπής και με τον οικείο λόγο της υπό στοιχείο (Ε) ανακοπής. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ο υπολογισμός, η εκκαθάριση και η βεβαίωση των εισφορών, που οφείλονται από τα προαναφερόμενα ναυτολόγια, διενεργήθηκε, εν προκειμένω από το NAT, από το οποίο και εκδόθηκε το σχετικό φύλλο εκκαθαρίσεως, το οποίο αποτελεί νόμιμο και εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με τον Κ.Ε.Δ.Ε. (βλ. ΣτΕ 1764/2009 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με περαιτέρω παραπομπές σε Σ.τ.Ε. 3567/2001, 1889, 2049/2002, 2316/2003, 289/2004, 625, 629, 1160/2005, ΑΠ 78/2004 Ε.Ν.Δ. 32/139, ΑΠ 618/2001 ΕλλΔνη 43/1389, ΑΠ 665/1991 ΕλλΔνη 33/89, ΑΠ 382/1988 ΝοΒ 40/379, Ι. Μπρίνια, ό.ά, παρ. 632, σ. 2036, Δ. Καμβύση, Ιδιωτ. Ναυτ. Δικ., σ. 578), όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 90 του π.δ. 913/1978, όπως το εδάφιο β` της παρ. 1 του άρθρου 90 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 10 του Ν. 1711/1987, απορριπτομένου του οικείου λόγου της υπό στοιχείο (Ε) ανακοπής. Εξάλλου, από τα προσκομιζόμενα υπ’ αρ. πρωτ. 58214/12-9-2014, 58215/16-9-2014 και 58216/16-9-2014 έγγραφα του καθ’ ου Ν.Α.Τ. (Διεύθυνση Πόρων – Τμήμα Ληξιπροθέσμων Οφειλών – Ποινικής Δίωξης) προκύπτει ότι αυτό απέστειλε προς τη Δ.Ο.Υ. Πλοίων τις υπ’ αρ. 12458/11-9-2014, 124581/11-09-2014 και 124582/11-9-2014 αποφάσεις Προέδρου ΝΑΤ, τις σχετικές ονομαστικές και τριπλότυπες περιληπτικές καταστάσεις, προς το σκοπό βεβαίωσης των οφειλών, που προέκυψαν από ναυτολόγια του πλοίου «…» Ν.Π. … (…), ποσού 49.158,29 ευρώ, ποσού 75.371,22 ευρώ, και ποσού 45.792,35 ευρώ, για τα χρονικά διαστήματα από 22-10-2009 έως 06-09-2012, από 07-09-2012 έως 19-03-2014 και από 20-12-2013 έως 19-3-2014 αντίστοιχα, σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας «…» και των εκπροσώπων Π. Δ. του Κ. Π. Κ. του Δ. ως συνυπόχρεων εις ολόκληρον με την ως άνω εταιρεία. Περαιτέρω, αναφορικά με το ποσό των 63.542,00 ευρώ, ως προς το οποίο το καθ’ ου Ν.Α.Τ. κατατάχθηκε προνομιακά, οριστικά και συμμέτρως στη δεύτερη τάξη των προνομίων για το ποσό των 10.481,50 ευρώ, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού προέκυψε ότι το εν λόγω ποσό αποτελεί εκχωρούμενη απαίτηση των ναυτικών προς το Ν.Α.Τ., που προέρχεται από τις τρίμηνες αποδοχές εγκαταλειπομένων από τον πλοιοκτήτη ναυτικών, συνολικού ποσού 63.542,00 ευρώ, οι οποίες προκαταβλήθηκαν από το Ν.Α.Τ. στους ναυτικούς και συνεπώς, αφορά απαίτηση, που απορρέει άμεσα από την παροχή ναυτικής εργασίας από τους ανωτέρω ναυτικούς στο εκπλειστηριασθέν πλοίο, η οποία μεταβιβάσθηκε στο Ν.Α.Τ. και μαζί με αυτή μεταβιβάζεται και το προνόμιο αυτής, κατά τα άρθρα 458 ΑΚ και 205 περ. β΄ ΚΙΝΔ. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω απαίτηση του Ν.Α.Τ., συνολικού ποσού 63.542,00 ευρώ, αναφέρεται σαφώς στο προαναφερόμενο υπ’ αρ. 01/21-3-2014 φύλλο εκκαθάρισης της Διεύθυνσης Πόρων του Ν.Α.Τ., που επισυνάπτεται στην από 24-3-2014 προαναφερόμενη αναγγελία του ως άνω καθ’ ου η ανακοπή. Επίσης, στην εν λόγω αναγγελία του Ν.Α.Τ. επισυνάπτεται και η υπ’ αρ. 3526.2/06/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου με θέμα «Κύρωση του από 7-3-2014 Πρακτικού της Επιτροπής διαπιστώσεως των προϋποθέσεων παροχής προστασίας και βεβαιώσεως των δικαιουμένων αποδοχών στους εγκαταλειπόμενους από τον πλοιοκτήτη ναυτικούς», με την οποία αποφασίσθηκε η κύρωση του ως άνω Πρακτικού της Επιτροπής Διαπιστώσεως των Προϋποθέσεων Παροχής Προστασίας στους Εγκαταλειπόμενους από τον Πλοιοκτήτη Ναυτικούς, που αφορά την παροχή της προβλεπόμενης από τις οικείες διατάξεις προστασίας στους κάτωθι ναυτικούς – μέλη του πληρώματος του Δ/Ξ «…» Ν. Π. … της εταιρείας «…. 17ο φύλλο της με αριθμό 3619/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία) …, ήτοι 1) Δ. Δ. Θ. (εδώ ανακόπτοντα) για το ποσό των 9.002,94 ευρώ, 2) Γ. Ο. Π. (εδώ ανακόπτοντα) για το ποσό των 4.344,39 ευρώ, 3) Β. Η. Δ. (εδώ ανακόπτοντα) για το ποσό των 8.267,85 ευρώ, 4) Μ. Α. Α. για το ποσό των 4.375,40 ευρώ, 5) Τ. Π. Ι. για το ποσό των 4.354,05 ευρώ, 6) Κ. Ε. Ν. για το ποσό των 4.190,52 ευρώ, 7) Λ. Ε. για το ποσό των 3.997,17 ευρώ, 8) Π. Α. Ι. (εδώ ανακόπτοντα) για το ποσό των 3.997,17 ευρώ, 9) Δ. Γ. Μ. για το ποσό των 3.262,86 ευρώ, στην ανωτέρω δε απόφαση και αναγγελία επισυνάπτονται και επτά (7) λογαριασμοί ναυτικού για την εφαρμογή διατάξεων παροχής προστασίας του Τμήματος Εκκαθαρίσεως Λογ/μών Ναυτικών, που αφορούν τους προαναφερόμενους ναυτικούς του εκπλειστηριασθέντος πλοίου και στους οποίους (πίνακες) περιγράφονται αναλυτικά τα δικαιούμενα από έκαστο εξ αυτών ποσά και τα οικεία χρονικά διαστήματα. Κατόπιν τούτων, ο οικείος λόγος της υπό στοιχείο (Ε) ανακοπής είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, εφόσον, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 1220/1981, όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 11 παρ.Α1 Ν.3816/2010,ΦΕΚ Α 6/26.1.2010, σε περίπτωση εγκατάλειψης στην αλλοδαπή ή ημεδαπή Ελλήνων ναυτικών, που είναι ναυτολογημένοι σε πλοία υπό ελληνική σημαία ή ξένα, συμβεβλημένα με το “Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο” (Ν.Α.Τ.), λόγω μη τήρησης από τον πλοιοκτήτη των διατάξεων περί μισθοτροφοδοσίας, καταβάλλονται από το Ν.Α.Τ. και ειδικότερα από το “Κεφάλαιο Ασθένειας και Ανεργίας” έναντι των καθυστερημένων βασικών μισθών και επιδομάτων, αποδοχές μέχρι ενός τριμήνου, όπως αυτές καθορίζονται από τις οικίες συλλογικές συμβάσεις, με βάση κατάσταση, που περιλαμβάνει το πλήρωμα και τις αποδοχές του και έχει εγκριθεί από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία ή από την Επιτροπή της παρ. 3 του ως άνω άρθρου, ενώ μετά την καταβολή της παροχής της παραγράφου 1, το Ν.Α.Τ. υποκαθίσταται στη θέση του ναυτικού αυτοδικαίως ως δανειστής του πλοιοκτήτη και προσέρχεται στη βεβαίωση και είσπραξη των οφειλομένων υπέρ του ΚΑΑΝ, κατά τις εκάστοτε περί εισπράξεως των πόρων του ΝΑΤ ισχύουσες ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις, συνεισπράττον δια της ιδίας διαδικασίας και τα υπό της Εστίας Ναυτικών, κατά την παρ. 1 εδ. β΄ υπ’ αυτής καταβληθέντα, ενώ η καταβολή της παροχής της παρ. 1 στους δικαιούχους επάγεται την απόσβεση των εκ της εργασιακής σχέσεως αντιστοίχων απαιτήσεων, το δε τυχόν απομένον υπόλοιπο καταβάλλεται στους δικαιούχους από τον εργοδότη τους ή τους μετ’ αυτού συνυπεύθυνους. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι η ως άνω απαίτηση του καθ’ ου η ανακοπή Ν.Α.Τ. δεν είναι αβάσιμη, επειδή δεν είχαν καταβληθεί ολοσχερώς οι εισφορές που οφείλονταν σε αυτό από την καθ’ ης η εκτέλεση, καθόσον η πλήρης ανάλυση των οφειλομένων εισφορών γίνεται μετά την προσκομιδή του παλαιού ναυτολογίου, όπου αναγράφονται αναλυτικά οι υπηρετούντες ναυτικοί και τα χρονικά διαστήματα της υπηρεσίας τους, υπολογίζονται οι γενόμενες καταβολές και το τελικό αποτέλεσμα απεικονίζεται στο οριστικό φύλλο εκκαθάρισης, όπως εν προκειμένω, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων με τον οικείο λόγο της υπό στοιχείο (Ε) ανακοπής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθούν οι υπό στοιχεία (Δ) και (Ε) ανακοπές ως ουσιαστικά αβάσιμες, ενώ τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων σε σχέση με όλες τις ως άνω υπό κρίση ανακοπές, που ενώθηκαν και συνεκδικάσθηκαν, πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (αρθρ. 179 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
(Ι) ΕΝΩΝΕΙ ΚΑΙ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, από 3-6-2041 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … και από 16-6-2104 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπές.
(ΙΙ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή.
(ΙΙΙ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 30-5-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή.
(IV) ΘΕΩΡΕΙ ότι η από 3-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή δεν ασκήθηκε ως προς τον πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο έως και πέμπτο των καθ’ ων η ως άνω ανακοπή.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 3-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή ως προς το έκτο των καθ’ ων η ανακοπή.
(V) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 16-6-2014 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … ανακοπή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των όλων των διαδίκων επί όλων των ως άνω ανακοπών.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, Π., στις 29-9-2015, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ