ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2816 /2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 4993/2232/07-07-2021 αγωγή)
………………………………………
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Ελένη Κατιρτζόγλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 05 Απριλίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας, με την επωνυμία «….», που εδρεύει στη … και διατηρεί υποκατάστημα στην Ελλάδα, το οποίο ευρίσκεται στην … και εκπροσωπείται όπως ορίζει ο νόμος, εν προκειμένω από τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτής …, για την οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Δημήτριος Γεωργόπουλος (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 5197) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Ναυτιλιακής Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) «…», που εδρεύει στον … … και εκπροσωπείται νόμιμα, για τους οποίους προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Γεώργιος Τρανακίδης (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 2882) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 23-06-2021 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 4993/2232/07-07-2021, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την διάταξη του άρθρου 216 παρ.1 ΚΠολΔ καθιερώνεται σε βάρος του ενάγοντος συγκεκριμένη δικονομική υποχρέωση για πλήρη και σαφή αναφορά των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν το αίτημα δικαστικής προστασίας του, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η προστασία και τα οποία πρέπει να αναφέρονται με τέτοια σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύουν την επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξίωσης, που απορρέει από αυτά. Για το ορισμένο της αγωγής δεν αρκεί μόνο η μνεία των στοιχείων εκείνων, που προσδιορίζουν ατομικά τη δικαιολογητική σχέση στην οποία στηρίζεται η αγωγή, αλλά απαιτείται επιπλέον ειδική μνεία των συγκεκριμένων παραγωγικών γεγονότων της, δηλαδή, εκείνων που τη θεμελιώνουν κατά νόμο και δικαιολογούν την εκ μέρους του ενάγοντος κατά του εναγομένου άσκησή της, σε τρόπο ώστε να παρέχεται στον μεν εναγόμενο η ευχέρεια άμυνας κατά της αγωγικής αξίωσης που θεμελιώνεται επ’ αυτών με ανταπόδειξη ή ένσταση, στο, δε, δικαστήριο η δυνατότητα να ελέγξει τη νομική βασιμότητα της αγωγής και να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις. Πρέπει, επομένως, το δικόγραφο της αγωγής, κατ’ άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 117 και ΙΙ δ ΚΠολΔ να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Η ανεπάρκεια των εκτιθέμενων στην αγωγή περιστατικών, σε σχέση με αυτά που απαιτούνται από το νόμο για τη θεμελίωσή της, χαρακτηρίζεται ως νομική αοριστία της αγωγής και συνδέεται με τη νομική εκτίμηση του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ενώ ποσοτική ή ποιοτική αοριστία του δικογράφου της αγωγής υπάρχει όταν δεν αναφέρονται σε αυτό με πληρότητα τα αληθή πραγματικά περιστατικά, που αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του κανόνα δικαίου στον οποίο στηρίζεται το αίτημα της αγωγής, τα πραγματικά, δηλαδή, περιστατικά, που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης (ποσοτική αοριστία) ή όταν στο δικόγραφο της αγωγής γίνεται απλώς επίκληση των όρων του νόμου χωρίς να αναφέρονται περιστατικά, που θεμελιώνουν την εφαρμογή του συγκεκριμένου κανόνα δικαίου (ποιοτική αοριστία). Η αοριστία του δικογράφου της αγωγής δεν μπορεί να θεραπευθεί ούτε με τις προτάσεις, ούτε με άλλο έγγραφο κείμενο εκτός αυτής, ούτε με την εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε με απλή αναφορά στην περιγραφική έννοια της διάταξης του νόμου, ούτε με την ομολογία του αντιδίκου, αφού το ορισμένο της αίτησης ανάγεται στην προδικασία που αφορά στη δημόσια τάξη. Η παράλειψη του ενάγοντος να εκθέσει πλήρως και σαφώς τα αναγκαία από την παραπάνω διάταξη στοιχεία, εφόσον δεν μπορεί κατά το νόμο να θεραπευθεί διαφορετικά, παρέχει στον εναγόμενο την ένσταση αοριστίας, η παραδοχή της οποίας προκαλεί την απόρριψη της αγωγής για δικονομικούς λόγους, ήτοι ως ανεπίδεκτης δικαστικής εκτίμησης, προβάλλεται και ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και εμπίπτει στον αυτεπάγγελτο έλεγχο του δικάζοντος δικαστηρίου (ΑΠ 922/2019, ΑΠ 850/2018).
Με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι είναι, μέσω υποκαταστήματος, νομίμως εγκατεστημένη στην Ελλάδα και έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την παροχή, μεταξύ άλλων, υπηρεσιών οδικής βοήθειας οχημάτων. Ότι στο πλαίσιο αυτό συνήψε ως αντασφαλίστρια με την ασφαλιστική εταιρεία «…» την από 01-08-2018 σύμβαση οδικής βοήθειας, με αντικείμενο την ανάληψη από αυτή (ενάγουσα) του συνόλου των κινδύνων του ασφαλιστικού κλάδου Βοηθείας των ασφαλισμένων της «…». Ότι ειδικότερα, βάσει της αντασφαλιστικής αυτής σύμβασης η ίδια ανέλαβε, έναντι καθοριζόμενης στη σύμβαση αμοιβής, καταβαλλόμενης από την …, την υποχρέωση να παρέχει υπηρεσίες προς τους ασφαλισμένους της τελευταίας για οδική βοήθεια των οχημάτων τους. Ότι η πρώτη εναγόμενη εταιρεία είναι πλοιοκτήτρια του πλοίου «…» («…»), το οποίο έχει ελληνική σημαία και φέρει ΙΜΟ 9411903 και αριθμό νηολογίου … του λιμεναρχείου ……. και ότι αυτό εκτελεί δρομολόγια μεταξύ των λιμένων Πειραιώς και Αίγινας, μεταφέροντας επιβάτες και αυτοκίνητα από και προς τους λιμένες αυτούς. Ότι η δεύτερη εναγόμενη είναι κοινοπραξία, η οποία εμφανίζεται προς τους τρίτους, ως ο εκδότης των σχετικών εισιτηρίων μεταφοράς οχημάτων μεταξύ των προαναφερόμενων λιμένων. Ότι μέλος της κοινοπραξίας αυτής αποτελεί και η πρώτη εναγόμενη. Ότι την 29-06-2020 το ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητο όχημα με αριθμό κυκλοφορίας …, το οποίο ανήκει στον …, ο οποίος είχε ασφαλίσει το όχημά του για οδική βοήθεια στην …, της ασφαλίσεως αυτής υπαγόμενης στην προαναφερθείσα αντασφαλιστική σύμβαση οδικής βοήθειας μεταξύ της …ς και της ιδίας, υπέστη βλάβη, ενώ το όχημα βρισκόταν στην Αίγινα. Ότι η βλάβη αυτή συνίστατο στο ότι το όχημα «έμεινε από μπαταρία» και ότι ενώ ο ασφαλισμένος για οδική βοήθεια ιδιοκτήτης του προσπάθησε επανειλημμένα να το θέσει σε λειτουργία, ο εγκέφαλος του οχήματος δεν έδινε τις κατάλληλες εντολές, γεγονός που απαιτούσε την ενεργοποίηση του εγκεφάλου του οχήματος, μέσω του συνεργείου της αντιπροσωπείας, που ευρίσκετο εκτός της νήσου Αίγινας. Ότι ο ιδιοκτήτης του οχήματος επικοινώνησε με την ίδια (ενάγουσα), η οποία είχε ως αντασφαλίστρια και πάροχος της συγκεκριμένης υπηρεσίας την υποχρέωση μεταφοράς του ασφαλισμένου οχήματος στον τόπο επιλογής του ασφαλισμένου, ήτοι την Αθήνα. Ότι αυτή, προς εκπλήρωση της υποχρέωσής της μετέφερε το προαναφερόμενο όχημα με γερανό στο λιμάνι της Αίγινας, όπου το πλοίο «…» ήταν ελλιμενισμένο, προκειμένου αυτό να μεταφερθεί στο λιμάνι του Πειραιά και να παραληφθεί από εκεί από συνεργείο επιλογής του ασφαλισμένου ιδιοκτήτη του οχήματος στην Αθήνα. Ότι το όχημα αυτό φορτώθηκε στο πλοίο, εκδοθέντος από τη δεύτερη εναγομένη κοινοπραξία του σχετικού εισιτηρίου. Ότι η φόρτωση στο πλοίο και η τοποθέτηση του οχήματος αυτού στον χώρο εντός του πλοίου, ώστε το όχημα να παραμείνει ασφαλώς ακινητοποιημένο και να διατηρείται καλώς κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς Πειραιά, έγινε με τις υποδείξεις και με ευθύνη των αρμοδίων, ήτοι του προσωπικού του πλοίου, οι οποίοι έχουν σχετική γνώση και επιβάλλουν τα κατάλληλα για την ασφάλεια των μεταφερόμενων οχημάτων μέτρα. Ότι η αναχώρηση του πλοίου από Αίγινα με κατεύθυνση το λιμάνι του Πειραιά έγινε στις 29-07-2020 και περί ώρα 15:45. Ότι κατά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι του Πειραιά διαπιστώθηκε μεγάλη ζημία στο πίσω μέρος του οχήματος αυτού, η οποία φαίνεται ότι προέκυψε από την πρόσκρουση του πίσω μέρους του οχήματος στις σιδερένιες εσωτερικές επιφάνειες του πλοίου, η οποία έλαβε χώρα μετά την αναχώρηση του πλοίου από την Αίγινα και παρά το γεγονός ότι το εν λόγω όχημα με τις υποδείξεις των αρμοδίων του πληρώματος του πλοίου είχε τοποθετηθεί και ακινητοποιηθεί ασφαλώς από τον συνεργάτη αυτής εντός του πλοίου. Ότι ειδικότερα, από την πρόσκρουση αυτή στις εσωτερικές σιδερένιες επιφάνειες του πλοίου το όχημα υπέστη ζημίες στο οπίσθιο τμήμα του προς αποκατάσταση των οποίων απαιτήθηκε το συνολικό ποσό 13.100,60 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, όπως ειδικότερα το ποσό αυτό αναλύεται στον περιλαμβανόμενο στην αγωγή πίνακα. Ότι η εταιρεία … κατέβαλε στον ασφαλισμένο προς αποζημίωσή του ως ιδιοκτήτη του ζημιωθέντος οχήματος, κατόπιν συμφωνίας με αυτόν, το ποσό των 10.000 ευρώ και όχι το ποσό των 13.100,60 ευρώ και ότι η ασφαλιστική εταιρεία αποδέχθηκε την προς αυτή εκχώρηση από τον ιδιοκτήτη του οχήματος της απαίτησής του κατά της πρώτης εναγομένης για αποζημίωσή του. Ότι στη συνέχεια η ασφαλιστική εταιρεία … μεταβίβασε, λόγω εκχώρησης, στην ίδια όλα τα δικαιώματα που αυτή απέκτησε κατά της πρώτης εναγομένης, από το προαναφερόμενο συμβάν και ότι η παρούσα αγωγή συνιστά αναγγελία προς την πρώτη εναγόμενη της εκχώρησης αυτής. Ότι εν προκειμένω οι αρμόδιοι προστηθέντες της πρώτης εναγόμενης δεν επιμελήθηκαν, ως όφειλαν την ασφαλή φόρτωση στο πλοίο του οχήματος, ούτε επιμελήθηκαν της ασφαλούς διατήρησης του φορτίου με αποτέλεσμα αυτό να υποστεί τις προαναφερόμενες βλάβες. Ότι λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των εναγομένων αυτή υπέστη ηθική βλάβη, εξαιτίας της δυσφήμισής της στον επαγγελματικό της κύκλο και τον κλονισμό της επαγγελματικής υπόληψής της απέναντι στους ασφαλισμένους πελάτες της, για την ικανοποίηση της οποίας αιτείται το ποσό των 15.000 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 25.000 ευρώ (10.000 ευρώ + 15.000 ευρώ), νομιμοτόκως από την άσκηση της υπό κρίση αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, άλλως να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 10.000 ευρώ. Τέλος, η ενάγουσα ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η πρώτη εναγόμενη στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον, λόγω της φύσεως της υποθέσεως ως ναυτικής διαφοράς (άρθρα 33 ΚΠολΔ και 51 παρ. 1 α΄, 2, 3Α περ. ε΄ του Ν. 2172/1993). Ωστόσο, η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως αόριστη, καθόσον α) δεν γίνεται σε αυτή σαφής αναφορά των πράξεων ή παραλείψεων των προστηθέντων της πρώτης εναγομένης, η οποία γεννά την υποχρέωση της τελευταίας προς αποζημίωση της ενάγουσας · ειδικότερα, στην αγωγή αναφέρεται αόριστα και γενικόλογα ότι «οι αρμόδιοι προστηθέντες από την πρώτη εναγόμενη ουδόλως επιμελήθηκαν, ως όφειλαν, την ασφαλή φόρτωση στο πλοίο … του οχήματος με αριθμό κυκλοφορίας ΙPH 5073, μάρκας … ούτε επιμελήθηκαν, όπως επίσης είχαν υποχρέωση της καλής και ασφαλούς διατηρήσεως του φορτίου, ήτοι του οχήματος αυτού, κατά τη διάρκεια του πλου από Αίγινα προς Πειραιά την 29-07-2020, με αποτέλεσμα το Όχημα αυτό να υποστεί τις ζημίες που προεκτέθηκαν…», χωρίς ειδικότερη αναφορά των ενεργειών στις οποίες οι προστηθέντες της πρώτης εναγόμενης όφειλαν να προβούν και δεν προέβησαν για την εξασφάλιση της ασφαλούς φόρτωσης και της ασφαλούς διατήρησης του φορτίου, β) δεν υφίσταται αγωγικό αίτημα αναφορικά με τη δεύτερη εναγόμενη και γ) δεν εξειδικεύεται σε τι αφορά το ποσό των 10.000 ευρώ, που αιτείται η ενάγουσα επικουρικά, αφού δεν γίνεται στην αγωγή καμία αναφορά περί τούτου (σημειωτέον ότι η ενάγουσα αιτείται με το αρχικό της αίτημα την καταβολή των 10.000 ευρώ, που αντιστοιχεί στο ποσό που ο ασφαλισμένος έλαβε από την ασφαλιστική του εταιρεία, κατόπιν συμφωνίας κατά τα προεκτιθέμενα), με αποτέλεσμα (λόγω των ανωτέρω παραλείψεων) να μην παρέχεται στις εναγόμενες η ευχέρεια άμυνας κατά των εκτιθέμενων στην αγωγή στο, δε, δικαστήριο η δυνατότητα να ελέγξει τη νομική βασιμότητα της αγωγής και να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις. Η αοριστία αυτή αυτεπαγγέλτως ελεγχόμενη υπό του Δικαστηρίου ως ζήτημα δημόσιας τάξης, είναι αθεράπευτη με τις προτάσεις και την προσθήκη-αντίκρουση της ενάγουσας, καθώς και με την αποδεικτική διαδικασία, με συνέπεια να καθίσταται η αγωγή απορριπτέα ως απαράδεκτη, ελλείψει τήρησης της νόμιμης προδικασίας, σύμφωνα με τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, η ενάγουσα πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση την , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ