ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2819 /2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 2832/1336/13-05-2021 αγωγή)
………………………………………
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Ελένη Κατιρτζόγλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 05 Απριλίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη … και εκπροσωπείται νόμιμα (στερούμενη ΑΦΜ στην Ελλάδα), για την οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Δημήτριος Δημητρίου (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 3485) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ναυτιλιακής Εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει κατά το καταστατικό στη … (οδός …) πραγματικά όμως στην … (οδός …) και εκπροσωπείται νόμιμα, στερούμενη ΑΦΜ στην Ελλάδα, για την οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις πληρεξούσιος δικηγόρος και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-05-2021 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 2832/1336/13-05-2021, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθ. …΄/14-05-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …, την οποία επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης και ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων εντός 100 ημερών, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη δια επιδόσεως στη διαχειρίστρια αυτής εταιρείας με την επωνυμία «…» και επομένως νομίμου αντικλήτου για την παραλαβή δικογράφων που αφορούν τις υποθέσεις της (άρθρα 122 παρ. 1, 126 παρ. 1 περιπτ. γ΄, 127 παρ. 1, 128 παρ. 4, βλ. ad hoc για επίδοση δικογράφου σε διαχειρίστρια εταιρεία ΕφΠειρ 162/2018, www.efeteio-peir.gr, ΕφΠειρ 299/2006, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σημειωτέον δε ότι η ενάγουσα αποδεικνύει προσηκόντως, ως έχουσα και το σχετικό δικονομικό βάρος, την ιδιότητα της ανωτέρω εταιρείας ως διαχειρίστριας και επομένως ως προσώπου δεκτικού παραλαβής δικογράφων για λογαριασμό της εναγομένης, εισφέροντας στη δίκη την από 06-09-2013 δήλωση ανάθεσης διαχείρισης του πλοίου στην ανωτέρω εταιρεία, η οποία ελήφθη από το τηρούμενο στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας Αρχείο Ναυτικών Εταιρειών. Ωστόσο, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, η εναγόμενη δεν εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο ούτε εκπροσωπήθηκε νόμιμα από πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, κατά τη σειρά του οικείου πινακίου, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου. Συνεπώς, το Δικαστήριο πρέπει να συζητήσει την υπόθεση ερήμην της εναγομένης (άρθρο 271 παρ. 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Οι διατάξεις των άρθρων 291 ΑΚ και 6 παρ.1 του Ν. 5422/1932 (που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 20 ΕισΝΑΚ), καθιερώνουν ευχέρεια η πρώτη και υποχρέωση η δεύτερη του οφειλέτη για εξόφληση χρηματικών οφειλών σε ξένο νόμισμα βάσει της αντιστοιχίας του με το εθνικό νόμισμα κατά τον χρόνο της πραγματικής πληρωμής (εκούσιας ή αναγκαστικής) και αφορούν μόνο χρηματική οφειλή με αντικείμενο ξένο νόμισμα εκπληρωτέα στην Ελλάδα, προερχόμενη είτε από έγκυρη σύμβαση (διεθνή συναλλαγή ή άλλη ενοχική σχέση υπαγόμενη στο ελληνικό ή σε αλλοδαπό δίκαιο) είτε από ειδική διάταξη νόμου που προβλέπει οφειλή σε ξένο νόμισμα εκπληρωτέα στην Ελλάδα (ΑΠ 124/2014 ΧρΙΔ 2014.422). Εξ αυτών επομένως συνάγεται ότι όταν συνομολογήθηκε νόμιμα οφειλή σε ξένο νόμισμα, ο δανειστής ενασκώντας με την αγωγή την αξίωσή του, μπορεί να ζητήσει να του καταβληθεί το ισάξιο σε δραχμές (ήδη ευρώ) του αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα, κατά την οποία πράγματι γίνεται η πληρωμή, όχι δε και κατά τον χρόνο λήξης ή κάποιον άλλον. Μετά την αντικατάσταση της δραχμής, ως εθνικού νομίσματος, με το ευρώ, η οποία έλαβε χώρα την 1η Ιανουαρίου 2002, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 2842/2000, οι ανωτέρω οφειλές εξοφλούνται σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα της εξοφλήσεως, η οποία δεν συμπίπτει με τον χρόνο λήξεως του χρέους αλλά, σε περίπτωση επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης προς ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης, με τον χρόνο της κατάσχεσης (Ταμπάκης σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλου ΑΚ, άρθρο 291 αριθ. 12). Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στις αξιώσεις που στηρίζονται απευθείας στον νόμο και στις έγκυρες συμβατικές οφειλές σε ξένο νόμισμα, ενώ δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις των αξιώσεων αποζημιώσεως από αδικοπραξία, που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο σε κάθε περίπτωση (ΑΠ 1884/2013 ΕΕμπΔ 2014.698, ΑΠ 678/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 35/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 36/2012 ΕΝαυτΔ 2012.302, ΕφΠειρ 287/2011 ΕΝαυτΔ 2011.401, ΕφΠειρ 153/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 546/2010 ΕΝαυτΔ 2010.397). Η διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ περιέχει λανθάνοντα κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου που ορίζει ότι το είδος του νομίσματος πληρωμής διέπεται από το δίκαιο του τόπου εκπλήρωσης της χρηματικής οφειλής (βλ. B.Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρο 291 αριθ. 1, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία).
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι τυγχάνει εταιρεία που εδρεύει στη … και έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την πώληση τροφοεφοδίων σε ποντοπόρα πλοία κατά τον κατάπλου τους σε τοπικούς λιμένες. Ότι η εναγομένη είναι ναυτιλιακή εταιρεία πλοιοκτήτρια του υπό σημαία Παναμά φορτηγού πλοίου «…» με ΙΜΟ 9165695 και ΔΔΣ Η00Κ. Ότι διαχειρίστρια του πλοίου τυγχάνει η εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στην …. Ότι περί τα μέσα Αυγούστου του 2019 η εναγομένη επικοινώνησε μαζί της μέσω της αντιπροσώπου αυτής (της ενάγουσας) στην Ελλάδα εταιρείας με την επωνυμία «…», δια της διαχειρίστριας του πλοίου της «…» ζητώντας οικονομική προσφορά για την προμήθεια του πλοίου της με διάφορα τροφοεφόδια, υλικά και αναλώσιμα ναυτιλίας κατά τον επερχόμενο κατάπλου του στο λιμένα της …. Ότι κατόπιν αποδοχής της σχετικής οικονομικής προσφοράς από την εναγομένη, η ίδια ανέλαβε να πωλήσει σε αυτή και να παραδώσει επί του πλοίου της τα ανωτέρω παραγγελθέντα εμπορεύματα, η εναγομένη δε ανέλαβε να της καταβάλει το σχετικό τίμημα, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 45 ημερών από την τιμολόγησή τους. Ότι, επιπλέον, συμφώνησαν, σε περίπτωση εκπρόθεσμης εξόφλησης της σχετικής οφειλής, η εναγομένη να της καταβάλει πέραν της αξίας των εμπορευμάτων, συμβατικό τόκο υπερημερίας ύψους 2% ανά μήνα. Ότι, επιπλέον, συμφώνησαν να χορηγήσει στην εναγομένη έκπτωση ύψους 5% επί της αξίας των τιμολογίων, υπό την προϋπόθεση της πλήρους εξόφλησης εντός της ανωτέρω περιόδου. Ότι, τέλος, συμφωνήθηκε ρητώς ότι σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης, η ανωτέρω έκπτωση θα αίρετο αυτοδικαίως οπότε και η εναγομένη θα όφειλε να καταβάλει το σύνολο της ανωτέρω οφειλής. Ότι στο πλαίσιο της ανωτέρω συμφωνίας και υπό τις ειδικότερες εντολές του πλοιάρχου του πλοίου «…», πώλησε στην εναγομένη και παρέδωσε επί του πλοίου της στις 29 και 30 Αυγούστου στο λιμένα της … τροφοεφόδια και υλικά ναυτιλίας, συνολικής αξίας 15.892,86 Δολαρίων …, όπως τα εμπορεύματα αυτά περιγράφονται κατά είδος, ποσότητα και αξία στα εκδοθέντα από την ίδια για το σκοπό της πώλησης τιμολόγια υπ’ αριθ.: 1) …………. Ότι ακολούθως, αρχές Ιανουαρίου 2020 η εναγομένη επικοινώνησε εκ νέου μαζί της μέσω της προαναφερθείσας αντιπροσώπου της (της ενάγουσας) στην Ελλάδα δια της διαχειρίστριας και αμέσου αντιπροσώπου της, ζητώντας της νέα οικονομική προσφορά για τον εφοδιασμό του πλοίου της με τροφοεφόδια και υλικά κατά τον επικείμενο κατάπλου του στη …. Ότι κατόπιν αποδοχής της σχετικής οικονομικής προσφοράς από την εναγομένη, η ίδια ανέλαβε να πωλήσει σε αυτή και να παραδώσει επί του πλοίου της τα ανωτέρω παραγγελθέντα εμπορεύματα, η εναγομένη δε ανέλαβε να της καταβάλει το σχετικό τίμημα, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 45 ημερών από την τιμολόγησή τους. Ότι, επιπλέον, συμφώνησαν, σε περίπτωση εκπρόθεσμης εξόφλησης της σχετικής οφειλής, η εναγομένη να της καταβάλει πέραν της αξίας των εμπορευμάτων, συμβατικό τόκο υπερημερίας ύψους 2% ανά μήνα. Ότι, επιπλέον, συμφώνησαν να χορηγήσει στην εναγομένη έκπτωση ύψους 5% επί της αξίας των τιμολογίων, υπό την προϋπόθεση της πλήρους εξόφλησης εντός της ανωτέρω περιόδου. Ότι, τέλος, συμφωνήθηκε ρητώς ότι σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης, η ανωτέρω έκπτωση θα αίρετο αυτοδικαίως οπότε και η εναγομένη θα όφειλε να καταβάλει το σύνολο της ανωτέρω οφειλής. Ότι στο πλαίσιο της ανωτέρω συμφωνίας και υπό τις ειδικότερες εντολές του πλοιάρχου του πλοίου «…», πώλησε στην εναγομένη και παρέδωσε επί του πλοίου της μεταξύ 4 και 9 Ιανουαρίου του 2020 στο λιμένα της … τροφοεφόδια και υλικά ναυτιλίας, συνολικής αξίας 20.375,29 Δολαρίων …, όπως τα εμπορεύματα αυτά περιγράφονται κατά είδος, ποσότητα και αξία στα εκδοθέντα από την ίδια για το σκοπό της πώλησης τιμολόγια υπ’ αριθ.: 1)………….. Ότι τα ανωτέρω περιγραφόμενα στα επισυναπτόμενα σε νόμιμη μετάφραση στην αγωγή εμπορεύματα παραδόθηκαν από την ίδια επί του πλοίου και έγιναν δεκτά από τον Πλοίαρχο άνευ επιφυλάξεως. Ότι μολονότι έχουν παρέλθει δέκα έξι και πλέον μήνες από τον συμφωνηθέντα χρόνο εξόφλησης των παλαιότερων τιμολογίων η εναγομένη ουδέν της έχει καταβάλει, παρά τις συνεχείς προς τούτο οχλήσεις της. Ότι, ενόψει της ανωτέρω αδικαιολόγητης άρνησης της εναγομένης να εξοφλήσει την οφειλή της, οι χορηγηθείσες εκπτώσεις για την εμπρόθεσμη εξόφληση ανακλήθηκαν αυτοδικαίως. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με τις νόμιμα και εμπρόθεσμα κατατεθειμένες προτάσεις της (άρθρο 223 και 297 ΚΠολΔ) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να της καταβάλει για τις ανωτέρω αναφερόμενες αιτίες το ποσό των 36.268,15 Δολ… (15.892,86 + 20.375,29), κατά το ισάξιο αυτού ποσό σε ευρώ με την ισοτιμία του χρόνου έγερσης της ένδικης αγωγής (1Δολ… = 0,621 ευρώ) ήτοι 22.522,64 ευρώ, άλλως κατά το ισάξιο αυτού ποσό σε ευρώ με την ισοτιμία του χρόνου συζήτησης της αγωγής, άλλως κατά την ισοτιμία του χρόνου πληρωμής, νομιμοτόκως από την πάροδο των σαράντα πέντε (45) ημερών από την έκδοση των ανωτέρω τιμολογίων (δήλη ημέρα), άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Τέλος, η ενάγουσα ζητεί να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς και αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου για να εκδικασθεί με την τακτική διαδικασία (άρθρα 7, 9, 10, 12 §1, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2, 33 σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 περ. α΄, 2, 3 περ. Α και Β υποπερ. ι΄ και 4 του Ν.2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της ένδικης διαφοράς), ενώ επίσης έχει διεθνή δικαιοδοσία [άρθρα 4 παρ. 1, 63 παρ. 1, 66 και 81 Κανονισμού 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (Κανονισμός «Βρυξέλλες Ια»)] για την εκδίκαση της υπό κρίση διαφοράς. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση και επίλυση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Κρίσπης, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, Γενικό Μέρος παρ. 2, σελ. 12 επ.), τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου. Ως προς τη διερεύνηση, λοιπόν, των διαδικαστικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έναρξη, διεξαγωγή της δίκης και έκδοση απόφασης κατ’ ουσία, οι οποίες εξετάζονται πριν από τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο (lex fori), το δίκαιο δηλαδή της έδρας του δικάζοντος Δικαστηρίου, ενώ ως προς την ενδοσυμβατική ευθύνη της εναγόμενης από τις αναφερόμενες στην αγωγή συμβάσεις πώλησης, οι οποίες συνήφθησαν μεταξύ της ενάγουσας και της εναγομένης, εφαρμοστέο είναι, ελλείψει επιλογής από τα συμβαλλόμενα μέρη, επίσης το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1, 4 παρ. 3 και 19 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές («Ρώμη Ι»), καθώς με αυτό συνδέεται στενότερα η επίδικη διαφορά, δεδομένου ότι η εναγόμενη φέρεται να έχει την πραγματική της έδρα στην Ελλάδα, οι επίδικες συμβάσεις πώλησης καταρτίστηκαν στην Ελλάδα μεταξύ των στην Ελλάδα εγκατεστημένων και δραστηριοποιούμενων αντιπροσώπων τόσο της ενάγουσας όσο και της εναγομένης, ενώ επιπλέον η ενάγουσα εταιρεία επικαλείται με την αγωγή της και τις προτάσεις της τις διατάξεις του ελληνικού ουσιαστικού δικαίου. Περαιτέρω, η αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 291, 341, 346, 361 και 513 επ. ΑΚ, 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, άρθρο 6 παρ. 1 του Ν. 5422/1932, πλην του αιτήματος περί αναγνώρισης της υποχρέωσης της εναγομένης να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 36.268,15 Δολ…, κατά το ισάξιο αυτού ποσό σε ευρώ με την ισοτιμία του χρόνου έγερσης της ένδικης αγωγής, άλλως κατά το ισάξιο αυτού ποσό σε ευρώ με την ισοτιμία του χρόνου συζήτησης της αγωγής, το οποίο τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρονται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη. Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου λόγω του αναγνωριστικού της χαρακτήρα.
Κατά της υπό κρίση αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Πρέπει, επομένως, να γίνει αυτή δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των 36.268,15 Δολ…., με βάση την επίσημη ισοτιμία δολ. … προς ευρώ κατά την ημέρα της εξοφλήσεως, νομιμοτόκως από την επομένη της παρόδου σαράντα πέντε (45) ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα ανωτέρω, διότι, εφόσον η εναγόμενη ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο της αγωγής, δεδομένου ότι θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους της, σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 1 και την παρ. 3 του άρθρου 271 ΚΠολΔ. Επιπρόσθετα, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 184 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδ. με άρθρα 63 και 68 Ν. 4194/2013), ενώ, τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης, θα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως από μέρους της ανακοπής ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγόμενη στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των τριάντα έξι χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ δολαρίων … και δεκαπέντε σεντς (36.268,15 S$), με βάση την επίσημη ισοτιμία δολ. … προς ευρώ κατά την ημέρα της εξοφλήσεως, νομιμοτόκως από την επομένη της παρόδου σαράντα πέντε (45) ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσης.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση την , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ