Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    3314/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 1491/713/26.3.2021 αγωγή)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 3669/1706/1.6.2021 αγωγή)

………………………………………

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Ελένη Κατιρτζόγλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Φεβρουαρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, για τον οποίο κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Βασίλειος Μπαστάνης του Χαραλάμπους (ΑΜ/ΔΣΠ 3584 – βλ. το υπ’ αριθ. …/5.7.2021 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος …, δυνάμει του από 1.7.2021 ιδιωτικού εγγράφου παροχής πληρεξουσιότητας, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…» και λατινιστί «…», που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος Γαρυφαλιά Δάρρα του Ανδρέα (ΑΜ/ΔΣΠ 3407– βλ. το υπ’ αριθ. …/5.7.2021 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος …, δυνάμει του από 28.6.2021 ειδικού δικαστικού πληρεξουσίου, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 4.3.2021 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 1491/713/26.3.2021, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 20.1.2022 Πράξη ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.

Β) ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος Γαρυφαλιά Δάρρα του Ανδρέα (ΑΜ/ΔΣΠ 3407– βλ. το υπ’ αριθ…/11.10.2021 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος …, δυνάμει του από 7.10.2021 ειδικού δικαστικού πληρεξουσίου, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, 2) …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, για τους οποίους κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Βασίλειος Μπαστάνης του Χαραλάμπους (ΑΜ/ΔΣΠ 3584– βλ. το υπ’ αριθ. …/8.10.2021 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος …, δυνάμει των από 11.10.2021 ιδιωτικών εγγράφων παροχής πληρεξουσιότητας, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 1.6.2021 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 3669/1706/1.6.2021, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 13.1.2022 Πράξη ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση: (Α) η από 4.3.2021 (με αριθμό κατάθεσης 1491/713/26.3.2021) αγωγή του … κατά της εταιρείας με την επωνυμία «…» («…»), και (Β) η από 1.6.2021 (με αριθμό κατάθεσης 3669/1706/1.6.2021) αγωγή της εταιρείας με την επωνυμία «…», κατά των … και …, οι οποίες, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και αφορούν σε αξιώσεις απορρέουσες από το ίδιο βιοτικό συμβάν, πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται έτσι και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επιπλέον επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για τη συνεκδίκαση περισσότερων υποθέσεων δεν αξιώνεται ταυτότητα διαδίκων (βλ. Μακρίδου, Τακτική Διαδικασία στα Πρωτοβάθμια Δικαστήρια, άρθρα 208-320 ΚΠολΔ, υπό το άρθρο 246 αριθ. 4), επομένως ο ισχυρισμός του ενάγοντος της υπό στοιχ. Α αγωγής, ότι το αίτημα συνεκδίκασης της εναγόμενης – ενάγουσας τυγχάνει μη νόμιμο για τον λόγο ότι στην υπό στοιχ. Β αγωγή ενάγεται και έτερο πρόσωπο (…), που δεν είναι διάδικος στην υπό στοιχ. Α αγωγή, τυγχάνει αβάσιμος και απορριπτέος.

Ι) Κατά το άρθρο 681 του ΑΚ «με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, και ο εργοδότης, να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή». Για το ορισμένο της εκ του άρθρου τούτου αγωγής του εργολάβου προς καταβολή της αμοιβής του για το έργο που εκτέλεσε και παρέδωσε στον εναγόμενο εργοδότη, οφείλει αυτός να επικαλεστεί τη σύμβαση, το έργο που συμφωνήθηκε, το είδος και το ύψος της αμοιβής και την προσήκουσα εκτέλεση της βαρύνουσας αυτόν υποχρεώσεως να παραδώσει το έργο στον εργοδότη. Ως έργο νοείται κάθε τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και δραστηριότητας του εργολάβου στο οποίο απέβλεψαν τα μέρη της συμβάσεως, ενώ ως παράδοση του έργου νοείται η εκπλήρωση της κυρίας υποχρεώσεως του εργολάβου, που συνίσταται στην εκτέλεση του έργου και στην προσπόρισή του στον εργοδότη, δηλαδή στην περιέλευση του έργου στη σφαίρα εξουσιάσεως του εργοδότη, με την προϋπόθεση ότι το έργο είναι αυτό που συμφωνήθηκε και όχι εντελώς διαφορετικό, διότι τότε δεν θεωρείται ότι ο εργολάβος προεκπλήρωσε την παροχή του, ώστε να δικαιούται κατά το άρθρο 694 ΑΚ της συμφωνημένης αμοιβής του. Αντίθετα, η παράδοση έργου με ελλείψεις, είτε πρόκειται για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων είτε για ουσιώδη ή επουσιώδη ελαττώματα του έργου, δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από την υποχρέωση καταβολής της εργολαβικής αμοιβής ακόμη και αν πρόκειται για έργο άχρηστο, ούτε μπορεί ο εργοδότης να αποποιηθεί το προσφερόμενο σε αυτόν ελαττωματικό έργο, ώστε να αποφύγει έτσι την καταβολή της αμοιβής, αλλά έχει μόνον τα προβλεπόμενα στα άρθρα 688-690 ΑΚ, δικαιώματα, εκτός βέβαια διαφορετικής συμφωνίας τους. Συνεπώς και η προσφορά μέρους μόνον του συμφωνηθέντος έργου εφόσον κριθεί ως απλή έλλειψη και όχι ως διαφορετικό έργο σε σύγκριση με το όλο, υποχρεώνει τον εργοδότη σε αποδοχή του προσφερόμενου έργου και καταβολή της αμοιβής (ΑΠ 5/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). ΙΙ) Κατά το άρθρο 904 παρ. 1 ΑΚ, όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η υποχρέωση αυτή γεννιέται ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή παροχής για αιτία που δεν επακολούθησε ή έληξε ή αιτία παράνομη ή ανήθικη. Κατά δε το άρθρο 908 εδ. α΄ του ίδιου Κώδικα ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε από αυτό. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι, σε περίπτωση που εκτελείται και παραδίδεται έργο ή παρέχονται υπηρεσίες ή εργασίες με άκυρη σύμβαση, ο αντισυμβαλλόμενος του παρέχοντος, που δέχεται το έργο ή τις υπηρεσίες στο πλαίσιο της άκυρης σύμβασης, η οποία συνιστά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια την οποία απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται, σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χώρα χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχεθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του ίδιου παραπάνω άρθρου (904 ΑΚ), προκύπτει ότι στοιχείο του πραγματικού κάθε απαίτησης αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι, εκτός των άλλων, και η ανυπαρξία ή η ελαττωματικότητα της αιτίας, βάσει της οποίας έγινε η περιουσιακή μετακίνηση και επήλθε ο πλουτισμός του λήπτη. Αν λείπει το στοιχείο αυτό, δηλαδή αν η αιτία δεν είναι ανύπαρκτη ή ελαττωματική, δεν στοιχειοθετείται απαίτηση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, αφού η απαίτηση αυτή προϋποθέτει έλλειψη αξίωσης από την αιτία. Στην περίπτωση αυτή, αν ασκηθεί αγωγή, με την οποία αναζητείται ευθέως από τον ενάγοντα ο πλουτισμός (ωφέλεια) του εναγομένου, εξαιτίας ακυρότητας σύμβασης, για να είναι ορισμένη η αγωγή, θα πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 216 παρ. 1α ΚΠολΔ, τα περιστατικά που συνεπάγονται την ακυρότητα της σύμβασης και συνιστούν το λόγο για τον οποίο η αιτία της ωφέλειας του εργοδότη δεν είναι νόμιμη. Αν, όμως, η βάση της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται κατά δικονομική επικουρικότητα (άρθρο 219 ΚΠολΔ), υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απόρριψης της κύριας βάσης αυτής από τη σύμβαση, αρκεί για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσης, να γίνεται απλή -έστω και έμμεση- (ΑΠ 1703/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης, χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα. Και τούτο διότι, στην τελευταία περίπτωση, η επικουρική βάση της αγωγής θα εξεταστεί μόνο, αν η στηριζόμενη σε έγκυρη σύμβαση κύρια βάση της αγωγής απορριφθεί μετά παραδοχή της ακυρότητας της σύμβασης για συγκεκριμένο λόγο, ο οποίος, είτε κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα είτε κατ’ ένσταση του εναγόμενου εργοδότη, αποτέλεσε ήδη αντικείμενο της δίκης και πληρούται έτσι ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 216 ΚΠολΔ, η οποία απαιτεί τη σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή. Επομένως, στη δικονομικώς ενιαία εκδίκαση της επικουρικής βάσης της αγωγής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό δεν είναι αναγκαία η επίκληση από τον εναγόμενο του λόγου της ακυρότητας της σύμβασης που διαγνώστηκε ήδη δικαστικώς στην ίδια δίκη και είναι έτσι δεδομένος (ΟλΑΠ 23/2003, ΑΠ 408/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό στοιχ. Α αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι δυνάμει προφορικής σύμβασης έργου, που καταρτίσθηκε τον μήνα Ιανουάριο έτους 2020, συμφώνησαν με την εναγόμενη να εκπονήσει αυτός το αναλυτικά αναφερόμενο στην αγωγή έργο στο πλοίο «…», ιδιοκτησίας της εναγόμενης. Ότι το έργο έπρεπε να παραδοθεί έως και τον μήνα Σεπτέμβριο έτους 2020, έναντι της παρατιθέμενης κατ’ αποκοπήν αμοιβής για έκαστο υποτμήμα του έργου, η δε συνολική αμοιβή ορίστηκε τελικά στο ποσό των 88.784 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, και συμφωνήθηκε να καταβληθεί τμηματικά, ως εξής: Καταβολή έναντι ποσού 10.000 ευρώ μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου 2020, καταβολή έτερου ποσού 10.000 ευρώ έναντι έως τα μέσα Φεβρουαρίου 2020, καταβολή έτερου ποσού έναντι 6.000 ευρώ έως τα μέσα Απριλίου 2020, καταβολή έτερου ποσού έναντι 15.000 ευρώ μέχρι τα μέσα Ιουλίου 2020 και καταβολή του υπολοίπου ποσού της εργολαβικής αμοιβής με την ολοκλήρωση και παράδοση του έργου. Ότι κατόπιν αυτών οι εργασίες ξεκίνησαν κανονικά και το έργο προχωρούσε εντός των συμφωνημένων χρονοδιαγραμμάτων, παραδόθηκε δε και παραλήφθηκε ανεπιφύλακτα από την εναγόμενη στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020. Ότι, παρόλ’ αυτά, η εναγόμενη έχει καταβάλει ως αμοιβή μόνο το ποσό των 41.000 ευρώ και εξακολουθεί να οφείλει το υπόλοιπο ποσό της εργολαβικής αμοιβής, ήτοι 47.784 ευρώ, για το οποίο εκδόθηκε το με αριθμό 95/12.10.2020 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, το οποίο αρνείται να εξοφλήσει παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί, κατόπιν παραδεκτής τροπής του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με τις προτάσεις που κατέθεσε (άρθρα 223 εδ. β΄, 295 παρ. 1 εδ. β΄, 297 ΚΠολΔ), να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει – κυρίως βάσει των διατάξεων περί συμβάσεως έργου (άρθρα 681 επ. ΑΚ), άλλως και επικουρικώς βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (904 επ. ΑΚ) – το ανωτέρω ποσό των σαράντα επτά χιλιάδων επτακοσίων ογδόντα τεσσάρων (47.784) ευρώ, με το νόμιμο τόκο επιδικίας, καθώς και τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της παράδοσης του έργου, ήτοι την 1.10.2020, άλλως από την επίδοση της από 22.10.2020 εξώδικης όχλησής του, ήτοι από 23.10.2020, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγόμενη στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, που επιδόθηκε στην εναγόμενη εντός της τασσόμενης από το άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. …/2.4.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών … και για το παραδεκτό της συζήτησης της οποίας κατατέθηκε με τις προτάσεις του ενάγοντος το από 2.3.2021 ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, κατ’ άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019, ενώ έλαβε χώρα και η Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6, 7 του Ν. 4620/2019, όπως προκύπτει από το από 1.7.2021 Πρακτικό Περάτωσης αυτής της διαμεσολαβήτριας …, στην οποία παραστάθηκαν αμφότερα τα διάδικα μέρη, παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 25 παρ. 2, 33 ΚΠολΔ και 51 του Ν. 2172/1993, λόγω της φύσεως της υποθέσεως ως ναυτικής διαφοράς). Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχ. Ι μείζονα σκέψη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 340, 345, 346, 681, 682, 694, 904 επ. ΑΚ και 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, με την επισήμανση ότι η επικουρική βάση της αγωγής περί αδικαιολογήτου πλουτισμού είναι νόμιμη, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό στοιχ. ΙΙ μείζονα σκέψη, αφού στο αγωγικό δικόγραφο γίνεται επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης, ήτοι γίνεται επίκληση του πλουτισμού της εναγόμενης, σε βάρος της περιουσίας του ενάγοντος «χωρίς νόμιμη αιτία», απορριπτομένου συνεπώς του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγόμενης. Ωστόσο, το παρεπόμενο αίτημα να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή, μετά την τροπή του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό τυγχάνει νόμω αβάσιμο και απορριπτέο. Μετά ταύτα, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου μετά την τροπή του αιτήματός της σε αναγνωριστικό (άρθρο 7 παρ. 3 ν.δ. 1544/1942, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 Ν. 4640/2019).

ΙΙΙ) Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 688, 689, 690 και 694 ΑΚ προκύπτει ότι ένα έργο θεωρείται περατωμένο ή εκτελεσμένο έστω και αν έχει ελλείψεις συμφωνημένων ιδιοτήτων ή πραγματικά ελαττώματα ακόμη και ουσιώδη που το καθιστούν άχρηστο. Στην περίπτωση αυτή ο κύριος του έργου έχει, υπό προϋποθέσεις, ορισμένα δικαιώματα, όπως εκείνο της υπαναχώρησης από τη σύμβαση ή της μειώσεως της αμοιβής ή εκείνο της αποζημιώσεως (για κάθε ζημία που προήλθε από το γεγονός ότι ο εργολάβος υπαίτια δεν ανταποκρίθηκε στις από τη σύμβαση υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα), ενώ δεν έχει ούτε τις κατά τις γενικές διατάξεις ενστάσεις της μη εκπληρώσεως ή της μη προσήκουσας εκπληρώσεως της συμβάσεως (άρθρο 374 ΑΚ) ούτε τα δικαιώματα από τα άρθρα 380 επ., 383 επ. σε συνδυασμό με τα άρθρα 337, 343 παρ. 2, 384, 386 και 387 ΑΚ για τις περιπτώσεις της αδυναμίας ή της υπερημερίας του εργολάβου σχετικά με τη μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του, άρα ούτε απαλλαγής του από την αντιπαροχή (καταβολή της αμοιβής του εργολάβου), εκτός αν, α) εξαιτίας της ελλείψεως ιδιοτήτων ή των ελαττωμάτων το έργο που παραδόθηκε ή προσφέρθηκε είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε ως εκτελεστέο, αφού τότε δεν υπάρχει εκπλήρωση της παροχής και ο εργολάβος δεν δικαιούται να αξιώσει την αμοιβή του, ή β) έχει συμφωνηθεί μεταξύ κυρίου του έργου και εργολάβου αντίθετη της πιο πάνω ρυθμίσεως. Τούτο διότι, οι διατάξεις για έλλειψη ιδιοτήτων ή ελαττωμάτων του έργου και οι σχετικές από αυτές ρυθμίσεις έχουν χαρακτήρα διατάξεων ενδοτικού δικαίου (βλ. ΑΠ 416/2015 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, areiospagos.gr). Περαιτέρω, η αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης συνιστά θετικό ενδιαφέρον, τι θα είχε δηλαδή ο εργοδότης αν είχε παραλάβει έργο χωρίς πραγματικό ελάττωμα ή με τις συνομολογημένες ιδιότητες. Έτσι, στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνει, καταρχήν, τη δαπάνη, στην οποία πρέπει να υποβληθεί ή υποβλήθηκε ο εργοδότης για να αποκαταστήσει τις ελλείψεις του έργου, καθώς, επίσης, το διαφυγόν κέρδος και κάθε περαιτέρω ζημία, σε άλλα αγαθά, πέρα από το έργο, την οποία δεν θα είχε υποστεί αν το έργο δεν έφερε ελλείψεις (ΑΠ 1075/2017 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, areiospagos.gr, ΑΠ 1273/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Eντεύθεν δεν αποκαθίστανται οι δαπάνες που δεν συνδέονται αιτιωδώς με την ανώμαλη εξέλιξη της σύμβασης έργου, δηλαδή οι δαπάνες που θα είχαν διενεργηθεί αν η σύμβαση εξελισσόταν ομαλά. Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, ο λόγος ευθύνης προς αποζημίωση είναι αποκλειστικά η παράβαση της κύριας υποχρέωσης του εργολάβου να παραδώσει το έργο χωρίς ελλείψεις. Βέβαια αν προκληθούν περαιτέρω ζημίες ο εργολάβος παραβιάζει υπαίτια και την παρεπόμενη υποχρέωση προστασίας (π.χ. υποχρέωση ενημέρωσης του εργοδότη για τους κινδύνους από τις ελλείψεις του έργου). Η παράβαση όμως της παρεπόμενης υποχρέωσης προστασίας απορροφάται από την παράβαση της κύριας υποχρέωσης για την προσήκουσα εκτέλεση του έργου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για τις περαιτέρω ζημίες λόγω ελλείψεων του έργου ο εργοδότης δικαιούται συμβατική αποζημίωση βάσει της διατάξεως του άρθρου 690 ΑΚ. Επειδή πάντως η παράβαση της συμβατικής υποχρέωσης προστασίας (ΑΚ 288) συνιστά σχεδόν πάντοτε παράβαση και της αδικοπρακτικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στις συναλλαγές, το ζητούμενο για τη θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης του εργολάβου είναι προεχόντως εάν το έργο θα προκαλέσει περαιτέρω ζημίες στον εργοδότη, δηλαδή ζημίες σε άλλα πέρα από το αντικείμενο της σύμβασης απόλυτα δικαιώματα ή προστατευόμενα αγαθά του εργοδότη (π.χ. σωματική ακεραιότητα, ιδιοκτησία κ.λπ.). Αν η συμπεριφορά του εργολάβου προκαλέσει μόνο πρωτογενείς περιουσιακές ζημίες γεννιέται μόνο συμβατική ευθύνη, όχι και ευθύνη από αδικοπραξία. Περαιτέρω, η μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εργολάβου υπό την έννοια της παραβίασης της συμβατικής υποχρεώσεως του εργολάβου από υπαιτιότητά του για εκτέλεση του έργου χωρίς ελλείψεις δεν συνιστά αιτία μη επακολουθήσασα, ώστε να θεμελιώνει αξίωση του εργοδότη για απόδοση της τυχόν προκαταβληθείσας αμοιβής του εργολάβου με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ενόψει του ότι η αμοιβή αυτή έχει περιέλθει στον εργολάβο από νόμιμη αιτία και συγκεκριμένως από τη λειτουργία, ομαλή ή ανώμαλη, της συμβάσεως έργου και ως εκ τούτου δεν συνιστά πλουτισμό (ΑΠ 1266/2002 ΕλλΔνη 2004.481). Σε κάθε περίπτωση, εξάλλου, τα ελαττώματα του έργου δεν εμποδίζουν το ληξιπρόθεσμο της αμοιβής του εργολάβου, αφού τούτο δεν προβλέπεται ως συνέπεια του πραγματικού ελαττώματος ή της έλλειψης συνομολογηθείσας ιδιότητας από τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 688-690ΑΚ (βλ. ΑΠ 256/2021 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου areiospagos.gr). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 692 ΑΚ: «Μετά την έγκριση του έργου από τον εργοδότη ο εργολάβος απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για τις ελλείψεις του, εκτός αν αυτές δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση όταν έγινε η παραλαβή του έργου ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η έγκριση, δηλαδή η επιδοκιμασία του έργου από τον εργοδότη, με την οποία αυτός αναγνωρίζει ότι το έργο δεν έχει ελλείψεις προϋποθέτει παράδοση του έργου και μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή. Ρητή είναι η έγκριση όταν ο εργοδότης επιδοκιμάζει το έργο και δηλώνει ότι αυτό είναι σύμφωνο με τις προδιαγραφές της εργολαβικής σύμβασης, ενώ σιωπηρή είναι η έγκριση που συνάγεται από την ανεπιφύλακτη ή χωρίς διαμαρτυρία παραλαβή του έργου από τον εργοδότη, η οποία, περαιτέρω, προκύπτει και από τη μη έγερση αξίωσης κατά του εργολάβου εντός εύλογου χρόνου. Προκύπτει έτσι όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση του εργοδότη να εξετάσει το έργο, που του παραδίδεται και αναλόγως να το εγκρίνει ή να αρνηθεί την έγκρισή του, αν έχει ελλείψεις, διαφορετικά, αν δηλαδή παραλάβει το έργο χωρίς να το εξετάσει, φέρει αυτός τον κίνδυνο των ελλείψεων και υποχρεούται να καταβάλει στον εργολάβο τη συμφωνημένη αμοιβή του παρά την ύπαρξη ελλείψεων, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις παραπάνω εξαιρέσεις του άρθρο 692 ΑΚ, ήτοι: α) εάν αυτές δεν μπορούσαν κατά την παραλαβή του έργου να διαγνωστούν με την προαναφερόμενη κανονική εξέταση (ανεξάρτητα αν αυτή έγινε ή όχι) και β) εάν κατά την παραλαβή ο εργολάβος απέκρυψε με δόλο τις ελλείψεις, δηλαδή εμφάνισε το έργο σαν άρτια εκτελεσμένο, αποσιωπώντας τις μη εμφανείς ελλείψεις του με συνείδηση ότι ο εργοδότης αγνοεί την ύπαρξη τους και αδυνατεί να τις εντοπίσει και με την απατηλή προαίρεση να επωφεληθεί ο ίδιος από τη σχετική άγνοια του εργοδότη και να αποκομίσει επιλήψιμα τη συμφωνημένη αμοιβή (ΑΠ 1216/2020, ΑΠ 1129/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 447/2016 Αρμ 2016.483, ΑΠ 1511/2014, ΑΠ 446/2012, ΑΠ 745/2008, ΜονΕφΠατρ 538/2021, άπασες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό στοιχ. Β αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει ότι τυγχάνει ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής και ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο πλοιοκτήτρια του επαγγελματικού σκάφους αναψυχής «…», όπως αυτό αναλυτικά περιγράφεται σε αυτήν (αγωγή). Ότι δυνάμει σύμβασης που καταρτίστηκε τον Ιανουάριο 2020 προφορικά με τους εναγόμενους, οι τελευταίοι ανέλαβαν να εκτελέσουν ξυλουργικές εργασίες επί του παραπάνω πλοίου και ότι ειδικότερα ανέλαβαν την επισκευή της κουπαστής του πλοίου, την κατασκευή νέων κουφωμάτων σε συγκεκριμένα παράθυρα (φινιστρίνια) του πλοίου, το τρίψιμο, βάψιμο, στίλβωση των εσωτερικών ξύλινων επιφανειών, την επισκευή κονσόλας γέφυρας και γραφείου πλοιάρχου, την επισκευή και κατασκευή κουτιών/ντουλαπιών μπαταρίας και τοποθέτησης κρασιών και, επιπρόσθετα, την εκ νέου κατασκευή μπάνιου καμπίνας πληρώματος, έναντι της αναφερόμενης για κάθε εργασία αμοιβής. Ότι οι ανωτέρω εργασίες εκτελούνταν με μεγάλη καθυστέρηση και η ποιότητα του έργου ήταν κακή, όπως ομολόγησε σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ο πρώτος εναγόμενος στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020. Συγκεκριμένα, ότι το έργο που παραδόθηκε παρουσιάζει σωρεία ουσιωδών πραγματικών ελαττωμάτων και ελλείψεων, αναφορικά με το λουστράρισμα («βερνίκια») και τις ξυλουργικές εργασίες, που το καθιστούν άχρηστο, από το πλημμελές δε αποτέλεσμα αυτού προκλήθηκαν εκτεταμένες ζημίες σε όλες τις ξύλινες επιφάνειες στο εξωτερικό και το εσωτερικό του σκάφους, όπως αναλυτικά εκτίθενται στην αγωγή, και μάλιστα από υπαιτιότητα των εναγόμενων, κατά παράβαση των κανόνων της τέχνης. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, η ενάγουσα ζητεί καταρχάς, λόγω της συμβατικής ευθύνης των εναγόμενων, να υποχρεωθούν αυτοί εις ολόκληρον έκαστος, άλλως και επικουρικά κατά ½ έκαστος, να της αποδώσουν το εργολαβικό αντάλλαγμα ύψους σαράντα μίας χιλιάδων (41.000) ευρώ που τούς κατέβαλε, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας και επιδικίας από την ημέρα καταβολής της τελευταίας δόσης (6.8.2020), άλλως από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση και, περαιτέρω, επικαλούμενη κυρίως μεν τις διατάξεις περί αδικοπρακτικής ευθύνης, επικουρικά δε τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης, να τής καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος, άλλως και επικουρικά κατά ½ έκαστος, το συνολικό ποσό των εκατό πέντε χιλιάδων τετρακοσίων (105.400) ευρώ, που δαπάνησε για την αποκατάσταση των υλικών ζημιών του σκάφους της, καθώς και το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, δηλαδή συνολικά να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τής καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το συνολικό ποσό των εκατόν εβδομήντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων (176.400) ευρώ, άλλως το ½ του ποσού αυτού έκαστος, ήτοι ογδόντα οκτώ χιλιάδες διακόσια (88.200) ευρώ, πλέον τόκων, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινά εκτελεστή, ν’ απαγγελθεί σε βάρος εκάστου των εναγόμενων προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, που επιδόθηκε στους εναγόμενους εντός της τασσόμενης από το άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας, όπως προκύπτει αντίστοιχα από την υπ’ αριθ. …/1.6.2021 και από την υπ’ αριθ. …/2.6.2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά … και για το παραδεκτό της συζήτησης της οποίας κατατέθηκε με τις προτάσεις της ενάγουσας το από 14.5.2021 ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, κατ’ άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019, ενώ έλαβε χώρα και η Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6, 7 του Ν. 4620/2019, όπως προκύπτει από το από 5.10.2021 Πρακτικό Περάτωσης αυτής της διαμεσολαβήτριας …, στην οποία παραστάθηκαν αμφότερα τα διάδικα μέρη, παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 22, 33 ΚΠολΔ και 51 του Ν. 2172/1993, λόγω της φύσεως της υποθέσεως ως ναυτικής διαφοράς). Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη κατά τη στηριζόμενη στη σύμβαση έργου βάση της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 297, 330, 340, 345, 346, 480 επ., 689, 690 ΑΚ, 176, 191 παρ. 2, 907, 908 παρ. 1 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος απόδοσης του καταβληθέντος από την ενάγουσα μέρους της εργολαβικής αμοιβής, ποσού 41.000 ευρώ, καθόσον, σύμφωνα με την υπό στοιχ. ΙΙΙ. νομική σκέψη που προηγήθηκε, το γεγονός ότι το παραδοθέν έργο έφερε κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς ουσιώδη ελαττώματα και ελλείψεις δεν απαλλάσσει την κυρία του έργου από την υποχρέωση καταβολής της αμοιβής του εργολάβου, ενώ δεν εκτίθεται στην αγωγή ότι εξαιτίας της ελλείψεως ιδιοτήτων ή των ελαττωμάτων το έργο που παραδόθηκε είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε ως εκτελεστέο ή ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των ήδη αντιδίκων αντίθετη της πιο πάνω ρυθμίσεως. Επομένως, το αίτημα επιστροφής του προαναφερθέντος καταβληθέντος ποσού είναι μη νόμιμο και απορριπτέο, η δε ενάγουσα διατηρεί τις ειδικές αξιώσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 689-690 ΑΚ για την περίπτωση ουσιωδών ελαττωμάτων και ελλείψεως συμφωνηθεισών ιδιοτήτων. Περαιτέρω, μη νόμιμη και απορριπτέα τυγχάνει η αδικοπρακτική βάση της αγωγής, συνακόλουθα και το αίτημα χρηματικής ικανοποίησης της ενάγουσας λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, διότι υπό τα εκτιθέμενα στην υπό κρίση αγωγή δεν προκύπτει ότι η παράβαση της συμβατικής υποχρέωσης προστασίας (ΑΚ 288) από τους εναγόμενους είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση περαιτέρω ζημιών στην ενάγουσα, δηλαδή σε άλλα πέρα από το αντικείμενο της σύμβασης απόλυτα δικαιώματα ή προστατευόμενα αγαθά της, όπως απαιτείται σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. ΙΙΙ. νομική σκέψη για τη θεμελίωση εν προκειμένω αδικοπρακτικής ευθύνης. Κατόπιν αυτών, απορριπτέο τυγχάνει και το ερειδόμενο στην αδικοπρακτική βάση της αγωγής παρεπόμενο αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος εκάστου των εναγόμενων, κατ’ άρθρο 1047 παρ. 1 ΚΠολΔ. Μετά ταύτα, στον βαθμό που κρίθηκε νόμιμη, η αγωγή πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό … e-παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και την από 6.10.2021 απόδειξη πληρωμής, που επισυνάπτονται στη δικογραφία).

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη γι’ άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις υπ’ αριθ. … και …/2.7.2021 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, αντίστοιχα, ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία του ενάγοντος της υπό στοιχ. Α αγωγής, κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως της εναγόμενης της ιδίας αγωγής (βλ. την υπ’ αριθ. …/29.6.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείο Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …), από τις υπ’ αριθ. …/5.7.2021 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, αντίστοιχα, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία της εναγόμενης της υπό στοιχ. Α αγωγής, κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως του ενάγοντος της αγωγής αυτής (βλ. την υπ’ αριθ. …΄/30.6.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …), από τις υπ’ αριθ. … και …/11.10.2021 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, αντίστοιχα, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία της ενάγουσας της υπό στοιχ. Β αγωγής, κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως των εναγόμενων της αγωγής αυτής (βλ. τις υπ’ αριθ. …/6.10.2021, αντίστοιχα, εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …), από τις υπ’ αριθ. …/26.10.2021 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, αντίστοιχα, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία της ενάγουσας της υπό στοιχ. Β αγωγής και προσκομίζονται με την προσθήκη στις προτάσεις της, προς αντίκρουση των ισχυρισμών που προβλήθηκαν με τις προτάσεις των εναγόμενων της υπό στοιχ. Β αγωγής, κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως των τελευταίων (βλ. τις υπ’ αριθ. …/21.10.2021, αντίστοιχα, εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …), από την υπ’ αριθ. …/11.10.2021 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα … ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά και την υπ’ αριθ. …/11.10.2021 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα … ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Βασίλειου Παπαθανασίου, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία των εναγόμενων της υπό στοιχ. Β αγωγής, κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως της ενάγουσας της ιδίας αγωγής (βλ. την υπ’ αριθ. …/6.10.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείο Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …), από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους και αναφέρονται ειδικότερα παρακάτω (άρθρα 261 και 352 ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων της υπό στοιχ. Α αγωγής και πρώτος εναγόμενος της υπό στοιχ. Β αγωγής διατηρεί από πολλών ετών ατομική επιχείρηση με αντικείμενο εργασιών τις ταπετσαρίες / επισκευές – κατασκευές επίπλων σκαφών. Η εναγόμενη της αγωγής αυτής και ενάγουσα της υπό στοιχ. Β αγωγής ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «…» συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του Ν. 3182/2003 και έχει ως αποκλειστικό σκοπό, σύμφωνα με το καταστατικό της, την απόκτηση κυριότητας, την εκμετάλλευση ή διαχείριση ιδιόκτητων πλοίων αναψυχής με ελληνική σημαία που χαρακτηρίζονται ως επαγγελματικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4256/2014, όπως ισχύει. Στο πλαίσιο αυτό, την 1.4.2019 νηολογήθηκε στο όνομά της στα Νηολόγια του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά κλάσης Α΄ με αριθμό 12.209 το ελληνικής σημαίας Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφος «…», ολικής χωρητικότητας 83,70 κόρων και καθαρής χωρητικότητας 53,74 κόρων, Διεθνούς Διακριτικού Σήματος SVA 8706, ολικού μήκους 25,80 μ. Ο ενάγων και η εναγόμενη είχαν συνεργαστεί και κατά το παρελθόν, έχοντας αναπτύξει μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης, όταν λοιπόν το ανωτέρω σκάφος περιήλθε στην κυριότητα της τελευταίας το έτος 2019, λόγω της 35ετίας που είχε παρέλθει από τη ναυπήγησή του το 1984, αποφασίστηκε εκτεταμένη μετασκευή – ανακαίνισή του και καταρτίστηκε μεταξύ τους προφορικά σύμβαση έργου, τον Ιανουάριο 2020, με τη συμφωνία να παραδοθεί αυτό μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου 2020, δυνάμει της οποίας ο ενάγων ανέλαβε να εκτελέσει συναφείς με τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται εργασίες επ’ αυτού, έναντι αμοιβής καταβαλλόμενης τμηματικά, με την πρόοδο των εργασιών. Ειδικότερα, ανέλαβε να κατασκευάσει νέες κορνίζες στα παράθυρα του σκάφους, να κατασκευάσει cockpit γέφυρας εσωτερικά, όπως και κατασκευή επίπλων wine bar, επιπλέον δε η εναγόμενη του ανέθεσε και αυτός εκτέλεσε και τις κάτωθι εργασίες: τοποθέτηση κομματιών παλαιάς κουπαστής, κατασκευή και τοποθέτηση νέων κομματιών κουπαστής, τοποθέτηση πρυμναίας κουπαστής, αποξήλωση, κατόπιν αιτήματος της εναγόμενης, και κατασκευή και τοποθέτηση νέας κουπαστής, αποξήλωση τμημάτων deck, κατασκευή κυτίων μπαταρίας δύο φορές, αποξήλωση γραφείου καπετάνιου, κατασκευή και τοποθέτηση νέων ερμαρίων, αποξήλωση των νέων ερμαρίων (λόγω διαρροής) και επανατοποθέτηση ερμαρίων, αποξήλωση γέφυρας, κατασκευή και τοποθέτηση νέας γέφυρας, αποξήλωση νέας γέφυρας δύο φορές, λόγω αλλαγής σχεδίων, και κατασκευή νέας, κατασκευή και τοποθέτηση νέων κουφωμάτων εσωτερικών παραθύρων, αποξήλωση και τοποθέτηση ταβανιών, αποξήλωση ξύλινων χειρολαβών εξωτερικά του πλοίου, αποξήλωση και τοποθέτηση κουζίνας δύο φορές με αίτημα της εναγόμενης. Για τις ανωτέρω εργασίες ορίστηκε ως εργολαβική αμοιβή το ποσό των 50.000 ευρώ, κατόπιν, όμως, εμφάνισης σε ξύλινες επιφάνειες του σαλονιού περιορισμένης έκτασης, αραιά, σημείων θαμπώματος και μέτριου αποτελέσματος, ένεκα αστοχίας υλικού, ο ενάγων μείωσε την αμοιβή του στο ποσό των 42.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24%, ήτοι τελικά 52.080 ευρώ. Συμπληρωματικά προς τις ανωτέρω εργασίες, ο ενάγων κατασκεύασε εκ νέου ταβάνια στις 4 καμπίνες επιβατών, έναντι 3.800 ευρώ, προέβη σε εκ νέου κατασκευή επίπλων και ραφιών κουζίνας ποσού 2.500 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών, κατασκευή εκ νέου κομματιών της κουπαστής, έναντι 3.400 ευρώ, εκ νέου κατασκευή μπάνιου καμπίνας πληρώματος, όπως και επαναβαφή, έναντι 4.600 ευρώ, ήτοι συνολικά 14.300 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% και τελικά 17.732 ευρώ. Επίσης, συμφωνήθηκε η εκτέλεση εργασιών για την επισκευή και τοποθέτηση της κουπαστής, όπως συμπλήρωσης με νέο ξύλο τικ, όπου κρινόταν απαραίτητο, έναντι αμοιβής για την επισκευή, συντήρηση, τοποθέτηση 5.600 ευρώ, καθώς και η κατασκευή νέων τεντών αλλά και καλυμμάτων καταστρώματος, με τις ακόλουθες αμοιβές: τέντα σκίασης πρύμνης συμπεριλαμβανομένων και των πλαϊνών με διάτρητο ύφασμα για τον εξαερισμό, έναντι αμοιβής 1.900 ευρώ, κατασκευή τέντας σκίασης πλώρης (πληρώματος), έναντι αμοιβής 1.200 ευρώ, κατασκευή διάφορων καλυμμάτων καταστρώματος, όπως κάλυμμα στρογγυλού καναπέ, τιμονιέρα, κάλυμμα παρμπρίζ γέφυρας, hatch καμπινών κ.ά. καλύμματα, έναντι αμοιβής 1.800 ευρώ, ήτοι συνολικά 10.500 ευρώ και τελικά, πλέον ΦΠΑ 24%, 13.020 ευρώ. Περαιτέρω, η ενάγουσα του ανέθεσε την εκτέλεση των κάτωθι συμπληρωματικών εργασιών: τριβή επιφανειών και επαναστίλβωση επιφανειών σκάφους λόγω φθορών από παρακείμενα συνεργεία, αποξήλωση ξύλινων πατωμάτων, στίλβωση, μόνωση από κάτω και επανατοποθέτηση, αποξήλωση ξύλινων καταπακτών εσωτερικά, κατασκευή νέων και τοποθέτηση, αποκατάσταση ζημιών από άλλα συνεργεία, κατασκευή καφασωτού δαπέδου CORIAN για το μπάνιο της MASTER καμπίνας, έναντι αμοιβής 4.800 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24%, ήτοι τελικά 5.292 ευρώ. Σύμφωνα με τ’ ανωτέρω, η συνολική αμοιβή του ενάγοντος ορίστηκε στο ποσό των 88.784 ευρώ, έναντι δε αυτού η εναγόμενη κατέβαλε συνολικά το ποσό των 41.000 ευρώ, τμηματικά ως ακολούθως: 10.000 ευρώ στις 13.1.2020, προκαταβολικά με την έναρξη των εργασιών, 10.000 ευρώ στις 17.2.2020, 6.000 ευρώ στις 15.4.2020 και 15.000 ευρώ, ποσό που είχε συμφωνηθεί ότι θα καταβαλλόταν έως την 15η.7.2020, στις 7.8.2020. Τα ανωτέρω, ήτοι αναλυτικά οι εργασίες που εκτελέσθηκαν, η συμφωνηθείσα εργολαβική αμοιβή και οι έναντι αυτής καταβολές περιγράφονται στην από 22.10.2020 εξώδικη όχληση – διαμαρτυρία – πρόσκληση που επέδωσε ο ενάγων της υπό στοιχ. Α αγωγής στην εναγόμενη, σε κάθε δε περίπτωση δεν αμφισβητούνται συγκεκριμένα από την τελευταία, συναγόμενης εκ του γεγονότος αυτού ομολογίας της σχετικά. Ο ισχυρισμός, άλλωστε, της εναγόμενης ότι ουδέποτε συμφώνησε στην εκτέλεση των προαναφερθεισών συμπληρωματικών εργασιών, που ανατέθηκαν στον ενάγοντα της υπό στοιχ. Α αγωγής τον Απρίλιο 2020, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι δεν προκατέβαλε το 50% του εργολαβικού ανταλλάγματος γι’ αυτές, σύμφωνα με το αίτημα του ενάγοντος στη σχετική από 8.4.2020 προσφορά του, τυγχάνει ουσιαστικά αβάσιμος και απορριπτέος, καθόσον υπήρξαν επιμέρους καταβολές και τον Απρίλιο και τον Αύγουστο 2020, εκ του γεγονότος δε αυτού συνάγεται ότι η σύμβαση έργου περιελάμβανε όλες τις στο μεταξύ εκτελούμενες εργασίες και ότι η καθυστέρηση καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος αφορούσε σε προσωπικούς λόγους της εναγόμενης, ανεξάρτητους της συγκεκριμένης εργολαβίας. Για το υπόλοιπο ποσό αμοιβής, ύψους 47.784 ευρώ, ο ενάγων εξέδωσε, μετά την προσήκουσα εκτέλεση και ανεπιφύλακτη παραλαβή του έργου, το υπ’ αριθ. 95/12.10.2020 τιμολόγιο, το οποίο η εναγόμενη αρνείται να εξοφλήσει, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών, η εναγόμενη της υπό στοιχ. Α αγωγής προέβη σε λανθασμένες ενέργειες σχετικά με τη διαχείριση του έργου, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την αποξήλωση και εκ νέου τοποθέτηση πολλές φορές κατασκευών που το συνεργείο του ενάγοντος, όπως και άλλα συνεργεία που εργάζονταν παράλληλα στο σκάφος, λ.χ. του … (που δραστηριοποιείται σε επισκευές – εγκαταστάσεις μεταλλικών – ανοξείδωτων μερών), της εταιρείας … (που δραστηριοποιείται στην τοποθέτηση, επισκευή, συντήρηση κ.ο.κ. καταστρωμάτων) κ.ά., είχαν ήδη τοποθετήσει. Συνολικά εργάζονταν ταυτόχρονα πάνω στο σκάφος κατά την επίδικη περίοδο τέσσερα (4) ή και πέντε (5) συνεργεία, παρά τις περί του αντιθέτου συστάσεις όλων των εργολάβων, τούτο δε επηρέαζε άμεσα την ποιότητα και την πρόοδο των εργασιών. Αρκετοί εργολάβοι διεκδικούν μέρος της αμοιβής τους από την πλοιοκτήτρια εταιρεία, έχοντας ασκήσει σχετικές αγωγές, καθόσον η εναγόμενη της υπό στοιχ. Α αγωγής δεν κατέβαλε σ’ αυτούς το σύνολο του εργολαβικού ανταλλάγματος. Εξάλλου, εν μέσω πανδημίας και λόγω του γενικού lockdown περιόδου Μαρτίου – Μαΐου 2020 υπήρχαν προβλήματα καθυστερήσεων λόγω της αναστολής λειτουργίας ή υπολειτουργίας των εργοστασίων παραγωγής και προμήθειας των απαραίτητων πρώτων υλών, εντούτοις ο ενάγων υπήρξε συνεπής στον συμφωνηθέντα χρόνο παράδοσης του έργου, τον Σεπτέμβριο 2020, η δε εναγόμενη το παρέλαβε ανεπιφύλακτα. Ως εκ τούτου, εφόσον το έργο περατώθηκε ως είχε συμφωνηθεί, ανεξαρτήτως των επικαλούμενων από την εναγόμενη της υπό στοιχ. Α αγωγής – ενάγουσα της υπό στοιχ. Β ελαττωμάτων και ελλείψεων του έργου, η ύπαρξη των οποίων λόγω της φύσης τους δεν καθιστούν ανέφικτη την κατά προορισμό χρήση του και αυτό δεν είναι τόσο διαφορετικό από αυτό που συμφωνήθηκε, ο ενάγων δικαιούται το υπόλοιπο της εργολαβικής του αμοιβής, ποσού 47.784 ευρώ. Σημειώνεται ότι στην ως άνω εργολαβία δεν συμμετείχε ο δεύτερος εναγόμενος της υπό στοιχ. Β αγωγής …, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι όλες οι καταβολές έγιναν σε τραπεζικούς λογαριασμούς του πρώτου εναγόμενου, παρά μόνο ως βοηθός του … λόγω της στενής φιλικής τους σχέσης, υπό την ιδιότητά του δε αυτή δικαιολογείται και η κοινοποίηση σ’ αυτόν της αφορώσας την πορεία του έργου ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Η από 25.12.2019 οικονομική προσφορά – μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπογεγραμμένη και από τους δύο εναγόμενους της υπό στοιχ. Β αγωγής, αφορά σε άλλο πλοίο της πλοιοκτησίας της ενάγουσας εταιρείας, με όνομα «…» και ουδόλως δεσμεύει τον δεύτερο εναγόμενο ως προς την υπό κρίση διαφορά, καθόσον αυτός δεν συνεβλήθη στην επίδικη σύμβαση έργου. Επομένως, γενομένου δεκτού του ισχυρισμού του περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης στην υπό στοιχ. Β αγωγή, που συνιστά άρνηση, η εν λόγω αγωγή τυγχάνει ως προς αυτόν ουσιαστικά αβάσιμη και απορριπτέα. Περαιτέρω και όσον αφορά τα κονδύλια της υπό στοιχ. Β αγωγής για ελλείψεις και ελαττώματα του έργου, αποδείχθηκαν τα εξής: Στην από 27.9.2020 επιστολή του … προς τον Καπετάνιο του επίδικου σκάφους, …, πράγματι γίνεται λόγος για κακό αποτέλεσμα στο βερνίκι που τοποθετήθηκε στο εσωτερικό του σκάφους, οφειλόμενο σε αστοχία του υλικού που χρησιμοποιήθηκε, ήτοι σε παράγοντα εξωγενή, μη οφειλόμενο σε υπαιτιότητά του. Παρόλ’ αυτά η ενάγουσα της υπό στοιχ. Β αγωγής παρέλαβε το έργο στα τέλη Σεπτεμβρίου 2020, χωρίς να εγείρει κατά το στάδιο εκείνο οποιαδήποτε αξίωση, λ.χ. για μείωση της αμοιβής, σε βάρος του εργολάβου …, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, είχε προσφερθεί να διορθώσει το ελάττωμα με δικές του δαπάνες, προσφορά στην οποία η εναγόμενη δεν απάντησε, από μόνος του δε, προέβη σε μείωση της αμοιβής του λόγω του ελαττώματος της τάξης των 8.000 περίπου ευρώ, κατά τα προεκτεθέντα. Η εναγόμενη ήγειρε το πρώτον αξιώσεις για την ύπαρξη ελαττωμάτων κατά του εναγόμενου με την άσκηση της υπό κρίση αγωγής την 1.6.2021 και αφού είχε προηγηθεί η άσκηση της υπό στοιχ. Α αγωγής τον Μάρτιο 2021 με την οποία ο εργολάβος … διεκδικούσε το υπόλοιπο της αμοιβής του. Το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την παράδοση του έργου μέχρι την άσκηση της υπό στοιχ. Β αγωγής, χωρίς να μεσολαβήσει οποιαδήποτε εξώδικη διαμαρτυρία της εργοδότριας εταιρείας, θεωρείται κατά τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών ότι υπερκαλύπτει τον εύλογο χρόνο αντίδρασης από πλευράς της, καθόσον επρόκειτο για σκάφος προς εμπορική εκμετάλλευση. Το γεγονός δε της άσκησης ταυτόχρονα περισσότερων αγωγών εκ μέρους και των λοιπών εργολάβων σε βάρος της εργοδότριας εταιρείας για το ίδιο σκάφος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα καταδεικνύει μία μεθόδευση εκ μέρους της στην άσκηση της ένδικης αγωγής, προκειμένου ν’ αποφύγει την καταβολή του υπόλοιπου της εργολαβικής αμοιβής που οφείλει τόσο στον παρόντα εργολάβο (…), όσο και σε άλλους. Από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδεικνύεται ότι η εργοδότρια δεν εξόφλησε το σύνολο της αμοιβής επιφυλασσόμενη για τον έλεγχο της ποιότητας των εργασιών, δεδομένου ότι τα όποια ελαττώματα ήταν ορατά δια γυμνού οφθαλμού ήδη από τον χρόνο παράδοσης και γνωστά στην εργοδότρια, καθόσον ο ενάγων τα είχε αποδεχθεί, προσφερόμενος μάλιστα σε διόρθωση – αποκατάσταση του ελαττώματος που παρουσιάσθηκε, εκτελώντας εκ νέου τις σχετικές εργασίες, και σε καμία περίπτωση δεν επεδίωξε να τ’ αποκρύψει. Επομένως, λόγω της ανωτέρω περιγραφόμενης συμπεριφοράς της εργοδότριας πλοιοκτήτριας, αυτή παρέλαβε ανεπιφύλακτα το έργο και το ενέκρινε κατ’ άρθρο 692 ΑΚ και, ως εκ τούτου, ο εργολάβος απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για τις ελλείψεις του έργου και δεν ενεργοποιούνται εις βάρος του οι συνέπειες των άρθρων 688-690 ΑΚ. Βάσει των ανωτέρω, τα αγωγικά κονδύλια που σχετίζονται με τις δαπάνες για την αποκατάσταση των πραγματικών ελαττωμάτων και την έλλειψη συνομολογηθεισών ιδιοτήτων στο έργο, συνολικού ποσού 104.500 ευρώ, πρέπει να απορριφθούν ως ουσία αβάσιμα, γενομένου δεκτού του προβληθέντος ισχυρισμού περί ανεπιφύλακτης παραλαβής του έργου.

Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η υπό στοιχ. Α αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή κατά την κύρια βάση της και ως κατ’ ουσία βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη της αγωγής αυτής οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των σαράντα επτά χιλιάδων επτακοσίων ογδόντα τεσσάρων (47.784) ευρώ, νομιμοτόκως από την 1.10.2020, ήτοι την επομένη της ημερομηνίας παράδοσης του έργου (ΑΠ 2055/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η εναγόμενη πρέπει να καταδικαστεί, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος (άρθρα 106, 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 και 68 του ν. 4194/2013), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Επίσης, η υπό στοιχ. Β αγωγή, στον βαθμό που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων (άρθρα 106, 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 και 68 του ν. 4194/2013), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ (Α) την από 4.3.2021 (με αριθμό κατάθεσης 1491/713/26.3.2021) αγωγή και (Β) την από 1.6.2021 (με αριθμό κατάθεσης 3669/1706/1.6.2021) αγωγή, αντιμωλία των διαδίκων.

Α) ΔΕΧΕΤΑΙ την από 4.3.2021 (με αριθμό κατάθεσης 1491/713/26.3.2021) αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγόμενη της αγωγής αυτής οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα της ίδιας αγωγής το συνολικό ποσό των σαράντα επτά χιλιάδων επτακοσίων ογδόντα τεσσάρων (47.784) ευρώ, νομιμοτόκως από την 1.10.2020 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη της αγωγής αυτής στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος της ίδιας αγωγής, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Β) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 1.6.2021 (με αριθμό κατάθεσης 3669/1706/1.6.2021) αγωγή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα της αγωγής αυτής στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγόμενων της ίδιας αγωγής, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 3 Νοεμβρίου 2022.

H ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ