Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

Αριθμός απόφασης

3319/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευλαμπία Καπελούζου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 4η Οκτωβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση:

ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο στην αγγλική γλώσσα «…» που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) …, ο οποίος έχει την επαγγελματική του εγκατάσταση στα γραφεία της ως άνω εταιρείας, στον …, οι οποίοι υπέβαλαν προτάσεις δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Μιχαήλ Νταλάκου (ΑΜ ΔΣΠ 1822) και εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Εταιρείας με την επωνυμία «….» και το διακριτικό τίτλο στην αγγλική γλώσσα «….» που εδρεύει στον …και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία υπέβαλε προτάσεις δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Πάρι Καραμήτσιου (ΑΜ ΔΣΑ 22965) και εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 8-6-2022 ανακοπή, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5220/2596/2022, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 1 ΚΠολΔ καθορίζεται ως κριτήριο για τον προσδιορισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας για την εκδίκαση ανακοπών κατά της εκτέλεσης ο εκτελεστός τίτλος, βάσει του οποίου επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση και, συγκεκριμένα, το άρθρο αυτό ορίζει ότι αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή την απαίτηση ασκούνται μόνο με ανακοπή, που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο μονομελές πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση (βλ. και Ι.Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεση Ι2 άρθρ. 933 §153 σ.419, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (Νικολόπουλος), ΚΠολΔ Ι 2000 933 αριθ. 15, άλλως Π. Γέσιου-Φαλτσή Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Ι §37 σ. 548-9). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 218 παρ. 1 ΚΠολΔ, η οποία έχει εφαρμογή και στις ανακοπές κατ’ άρθρο 585 παρ. 1 ΚΠολΔ, περισσότερες αιτήσεις του ίδιου ενάγοντος κατά του ίδιου εναγομένου, οι οποίες πηγάζουν από την ίδια ή διαφορετική αιτία, αφορούν το ίδιο ή διαφορετικό αντικείμενο και στηρίζονται στον ίδιο ή διαφορετικό λόγο, μπορούν να ενωθούν στο ίδιο δικόγραφο της αγωγής (ή της ανακοπής): α) αν δεν είναι αντιφατικές μεταξύ τους, β) αν στο σύνολό τους υπάγονται λόγω ποσού στο δικαστήριο όπου εισάγονται, γ) αν υπάγονται στην τοπική αρμοδιότητα του ίδιου δικαστηρίου, δ) αν υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας και ε) αν η σύγχρονη εκδίκασή τους δεν επιφέρει σύγχυση. Κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου, αν ενωθούν περισσότερες αιτήσεις χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 διατάσσεται ύστερα από αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως ο χωρισμός και, στην περίπτωση καθ’ ύλην ή κατά τόπον αναρμοδιότητας, εφαρμόζονται τα άρθρα 46 και 47 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 632 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016, ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Επανέρχεται, δηλαδή, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, στην οποία, υπό την ισχύουσα μορφή της προαναφερθείσας διάταξης, υπάγονται πλέον οι απαιτήσεις οι οποίες καταλαμβάνονται από τα όρια της υλικής αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (άρθρα 14 παρ. 2 και 18 ΚΠολΔ). Από τα παραπάνω συνάγεται, ότι δεν είναι επιτρεπτή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, υπαγόμενης λόγω ποσού στην υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου και ανακοπής κατά επιταγής προς πληρωμή, που έχει γραφεί κάτω από αντίγραφο εκτελεστού απογράφου της διαταγής πληρωμής, εκδοθείσας από το Μονομελές Πρωτοδικείο, η οποία υπάγεται εκ του λόγου αυτού στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά τα ανωτέρω. Στην περίπτωση αυτή διατάσσεται ο χωρισμός των δυο ανακοπών και εφαρμόζονται τα άρθρα 46 και 47 ΚΠολΔ (βλ. ΕφΠειρ 442/2004-ΠειρΝομ 2205/243, ΕφΠειρ 285/1998-ΕλλΔνη 39/894, ΠΠρΠειρ 142/2020, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Πρωτοδικείου Πειραιά, Κεραμέας – Κονδύλης – Νίκας Ερμ.ΚπολΔ ΙΙ σελ. 1190, αρ. 36). Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση ανακοπή, οι ανακόπτοντες ζητούν για τον ειδικότερα εκτιθέμενο στο δικόγραφο λόγο, να ακυρωθεί αφενός μεν η διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό …../2022, η οποία εκδόθηκε για απαίτηση ποσού 600.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, αφετέρου δε η από 8-6-2022 επιταγή προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής και όλη η επισπευδόμενη σε βάρος τους αναγκαστική εκτέλεση ως και κάθε περαιτέρω πράξη αυτής, καθώς και να καταδικασθεί η καθ’ ης στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο σωρεύονται στο ίδιο δικόγραφο ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και ανακοπή κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η σώρευση, ωστόσο, αυτή είναι απαράδεκτη, καθόσον, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η πρώτη από τις πιο πάνω ανακοπές δεν υπάγεται (λόγω ποσού) στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα αυτού του Δικαστηρίου, αλλά του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διότι η απαίτηση, για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, ανερχόταν στο ποσό των 600.000 ευρώ, δηλαδή σε ποσό που υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ, ενώ η δεύτερη από αυτές υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος δικαστηρίου, εφόσον ο πιο πάνω εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Συνεπώς, πρέπει να διαταχθεί ο χωρισμός των δύο ανακοπών και, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 46 ΚΠολΔ, η παραπομπή της ανακοπής κατά της πιο πάνω διαταγής πληρωμής προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 επ., 632 παρ. 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ). Η δεύτερη ως άνω ανακοπή κατά της από 8-6-2022 επιταγής προς πληρωμή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της κρινόμενης διαφοράς), για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 937 παρ. 3 σε συνδυασμό με 614 επ. ΚΠολΔ), ασκήθηκε δε εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 934 παρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ, ήτοι προ πάσης κατασχέσεως, αφού κατά το χρόνο άσκησης της ανακοπής, ήτοι την 9-6-2022 (βλ. την υπ’ αριθ. …΄/9-6-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …) δεν είχε λάβει χώρα επίδοση του κατασχετηρίου στους ανακόπτοντες. Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το νόμω και ουσία βάσιμο του προβαλλόμενου λόγου της.

Κατά το άρθρο 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικώς, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να εμποδίσουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, επαγόμενη ιδιαιτέρως επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου. Μόνη η μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση στον υπόχρεο ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται αυτό να ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση αυτού, αλλά απαιτείται να συντρέχουν, προσθέτως, ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες, κυρίως, από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υπόχρεου, ενόψει των οποίων και της αδράνειας του δικαιούχου, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, που τείνει στην ανατροπή της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί υπό τις ανωτέρω ειδικές συνθήκες και έχει διατηρηθεί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, να εξέρχεται των υπό της ανωτέρω διάταξης διαγραφομένων ορίων. Η ειρημένη δε αδράνεια του δικαιούχου, που δεν είναι απαραίτητο να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο συνέπειες, αρκεί και η επέλευση δυσμενών απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεων, πρέπει να υφίσταται επί μακρό χρονικό διάστημα, πλην ελάσσονα του διά την παραγραφή του δικαιώματος υπό του νόμου προβλεπομένου, από τότε που ο δικαιούχος μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμά του (Ολ ΑΠ 7/2002, 8/2001, ΑΠ 151/2016). Μόνο δε το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη δεν μπορεί να αποτελέσει κατάχρηση δικαιώματος, κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, παρά μόνο αν το γεγονός αυτό μπορεί να συνδυασθεί και με άλλες περιστάσεις, ως λ.χ. όταν ο δανειστής δεν έχει συμφέρον στην άσκηση του δικαιώματος. Έλλειψη όμως συμφέροντος δεν μπορεί να υπάρχει όταν ο δανειστής, όπως έχει δικαίωμα από τη σύμβαση, αποφασίζει να εισπράξει την απαίτησή του, διότι τούτο αποτελεί δικαίωμα συνυφασμένο με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας αυτός αποφασίζει, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση, και μάλιστα προφανής, των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του οικονομικού ή κοινωνικού σκοπού του δικαιώματος. Από το συνδυασμό εξάλλου των διατάξεων των άρθρων 281 του ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ, συνάγεται, ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος, που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο, αποτελεί, και η μέσω αναγκαστικής εκτέλεσης πραγμάτωση της απαίτησης του δανειστή. Επομένως, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, μπορεί να αποτελέσει και η πρόδηλη αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ και η εντεύθεν ακυρότητα της εκτέλεσης (ΑΠ 311/2020, ΑΠ 1077/2015, δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση, με το μοναδικό λόγο της ένδικης ανακοπής, οι ανακόπτοντες εκθέτουν ότι η καθ’ ης τους επέδωσε την από 8-6-2022 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας του από 7-6-2022 αντιγράφου του υπ’ αριθ. …./2022 πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. ……/2022 διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ ης, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 600.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, προερχόμενο από απαίτηση της καθ’ ης συνολικού ύψους 1.331.700,80 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Ότι η ως άνω επιταγή προς πληρωμή, όπως και η επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση είναι άκυρη, καθότι η καθ’ ης με την εν γένει συμπεριφορά της, τις συνεχείς καλόπιστες διαπραγματεύσεις που διεξάγονταν μεταξύ τους, την άμεση ενημέρωσή της για όλα τα θέματα της επικείμενης χρηματοδότησής τους σε εξόφληση της οφειλής τους προς αυτήν, τους δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση ότι δεν επρόκειτο να προβεί σε δικαστικές ενέργειες, καθόσον εντός των ημερών επίκειτο η πλήρης και ολοσχερής εξόφλησή της από την εκταμίευση δανείου που είχε λάβει η πρώτη ανακόπτουσα από την …. Ότι οι ενέργειες της καθ’ ης δεν αποβλέπουν στη θεμιτή άσκηση του δικαιώματός της, αλλά σκοπό έχουν, δια της κατάσχεσης του πλοίου τους «…», να τους οδηγήσουν στην οικονομική καταστροφή, προκειμένου να εξακολουθήσει η ιδίων συμφερόντων με την καθ’ ης εταιρεία «….» να εκτελεί με το πλοίο της «…» δρομολόγια στις δρομολογιακές γραμμές: α) Θήρα, Σητεία, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή, β) Σητεία, Κάσος, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή, γ) Ηράκλειο, Σητεία, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή και δ) Πειραιάς ή Λαύριο, Θήρα, Ανάφη και επιστροφή, για την εξυπηρέτηση των οποίων προκηρύχθηκε μειοδοτικός διαγωνισμός με σύναψη σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, ο οποίος κατακυρώθηκε στην πρώτη ανακόπτουσα. Με αυτό το περιεχόμενο ο υπό κρίση λόγος ανακοπής είναι ορισμένος και νόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος της καθ’ ης που νομότυπα εξετάστηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, καθώς και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν και από όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη ανακόπτουσα είναι πλοιοκτήτρια του υπό κυπριακή σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «…», νηολογίου … Κύπρου με αριθμό νηολογίου …, καθαρού μήκους 133,14 μ., πλάτους 23,50 μ., ΚΟΧ 12.338, ο δε δεύτερος ανακόπτων είναι Πρόεδρος του Δ.Σ. της και νόμιμος εκπρόσωπός της. Η καθ’ ης είναι εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών καυσίμων και ανεφοδιασμού πλοίων και λοιπών μεταφορικών μέσων. Κατά το χρονικό διάστημα από 31-12-2019 έως 31-8-2020 η καθ’ ης πώλησε διαδοχικά στην πρώτη ανακόπτουσα ναυτιλιακά καύσιμα και από τις πωλήσεις αυτές προέκυψε υπόλοιπο οφειλής συνολικού ύψους κατά κεφάλαιο και τόκους ανερχόμενο το Σεπτέμβριο του 2020 στο ποσό των 1.377.473,60 ευρώ. Ακολούθως, στα πλαίσια διακανονισμού της παραπάνω οφειλής και προς διευκόλυνση της πρώτης ανακόπτουσας, υπεγράφη μεταξύ αυτής και της καθ’ ης το από 11-9-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό, με το οποίο η πρώτη ανακόπτουσα ανέλαβε την υποχρέωση να εξοφλήσει την οφειλή της σε δέκα δόσεις και δη να καταβάλει 1) το ποσό των 20.000 ευρώ έως την 30-10-2020, 2) το ποσό των 20.000 ευρώ έως την 16-11-2020, 3) το ποσό των 20.000 ευρώ έως την 30-11-2020, 4) το ποσό των 20.000 ευρώ έως την 15-12-2020, 5) το ποσό των 20.000 ευρώ έως την 31-12-2020, 6) το ποσό των 50.000 ευρώ έως την 31-3-2021, 7) το ποσό των 50.000 ευρώ έως την 15-4-2021, 8) το ποσό των 50.000 ευρώ έως την 30-4-2021, 9) το ποσό των 250.000 ευρώ έως την 30-7-2021 και 10) το ποσό των 870.756,07 ευρώ, πλέον τόκων έως την 31-8-2021. Προς εξασφάλιση δε της παραπάνω απαίτησης της καθ’ ης η πρώτη ανακόπτουσα παραχώρησε και ενέγραψε υπέρ αυτής την 30η-9-2020 πρώτης τάξης υποθήκη επί του παραπάνω πλοίου μέχρι του ποσού των 1.500.000 ευρώ, ενώ περαιτέρω της παρέδωσε την υπ’ αριθ. … τραπεζική επιταγή, ποσού 600.000 ευρώ, πληρωτέα από τον τηρούμενο λογαριασμό της πρώτης ανακόπτουσας στην …, την πληρωμή της οποίας τριτεγγυήθηκε ο δεύτερος ανακόπτων, η οποία δεν έφερε ημερομηνία έκδοσης, αλλά συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων ότι, σε περίπτωση μη τήρησης των συμπεφωνημένων με το ιδιωτικό συμφωνητικό και ιδίως σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής οποιασδήποτε εκ των δόσεων εξ ολοκλήρου, η καθ’ ης θα είχε το δικαίωμα να συμπληρώσει την παραπάνω ημερομηνία, να εμφανίσει την επιταγή προς πληρωμή στην πληρώτρια Τράπεζα κι εφόσον δεν πληρωθεί να ζητήσει τη σφράγισή της. Περαιτέρω, κατόπιν σχετικού αιτήματος της πρώτης ανακόπτουσας υπεγράφη μεταξύ αυτής και της καθ’ ης η από 30-3-2021 πρώτη τροποποιητική σύμβαση του από 11-9-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού, με την οποία παρατάθηκε κατά ένα μήνα ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων που ήταν καταβλητέες την 31-3-2021, την 15-4-2021 και την 30-4-2021. Αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτουσα κατέβαλε μέχρι τέλη Μαΐου 2021 στην καθ’ ης τις οκτώ πρώτες δόσεις, ήτοι το συνολικό ποσό των 250.000 ευρώ, ενώ δεν κατέβαλε την ένατη δόση ποσού 250.000 ευρώ που έπρεπε να καταβληθεί έως την 31-7-2021. Κατόπιν τούτου, η καθ’ ης της κοινοποίησε την 13η-8-2021 την από 12-8-2021 εξώδικη δήλωση – πρόσκληση – διαμαρτυρία, με την οποία της δήλωνε ότι, λόγω της μη εμπρόθεσμης καταβολής της παραπάνω δόσης, είχε καταστεί ληξιπρόθεσμό και απαιτητό το σύνολο της οφειλής της, το οποίο κατά το χρόνο εκείνο ανερχόταν σε 1.212.925,64 ευρώ και την καλούσε να το καταβάλει εντός τριών εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση της εν λόγω εξώδικης. Ωστόσο, η πρώτη ανακόπτουσα ουδέν κατέβαλε έναντι των οφειλομένων, για το λόγο δε αυτό η καθ’ ης της κοινοποίησε την 20η-8-2021 τη με όμοια ημερομηνία εξώδικη απάντηση – δήλωση – διαμαρτυρία, με την οποία της δήλωνε ότι θα προέβαινε, όπως είχε συμβατικό δικαίωμα, σε συμπλήρωση της υπ’ αριθ. … τραπεζικής επιταγής και θα την εμφάνιζε προς πληρωμή στην πληρώτρια Τράπεζα. Πράγματι η καθ’ ης συμπλήρωσε την παραπάνω επιταγή, θέτοντας ως ημερομηνία έκδοσης την 1η-9-2021, την εμφάνισε προς πληρωμή την ίδια ως άνω ημέρα κι ενόψει του ότι δεν πληρώθηκε λόγω έλλειψης επαρκών και διαθέσιμων κεφαλαίων ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της υπ’ αριθ. … διαταγής πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκαν οι ανακόπτοντες να καταβάλουν στην καθ’ ης το ποσό των 600.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, ήτοι από την 2α-9-2021, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 7.450 ευρώ. Ωστόσο, καίτοι η καθ’ ης εξέδωσε το υπ’ αριθ. 406/2021 πρώτο εκτελεστό απόγραφο της παραπάνω διαταγής πληρωμής, δεν προχώρησε σε αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος των ανακοπτόντων, καθότι πείσθηκε από τις διαβεβαιώσεις της πρώτης από αυτούς ότι αναμενόταν να της κατακυρωθεί ο μειοδοτικός διαγωνισμός που είχε διεξαχθεί την 5η-8-2021 από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για την εξυπηρέτηση δρομολογιακών γραμμών με σύναψη σύμβασης ή συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας από 1-11-2021 έως 31-10-2022 για τις συμβάσεις ενός έτους ή μέχρι 31-10-2023 για τις συμβάσεις διετούς διάρκειας. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης πείσθηκε ότι το αργότερο μέχρι την 28η-2-2022 θα είχε ανατεθεί στην πρώτη ανακόπτουσα από το παραπάνω Υπουργείο η εξυπηρέτηση της δρομολογιακής γραμμής 3 (Α-Γ), για το λόγο δε αυτό υπέγραψε με αυτήν την από 10-11-2021 δεύτερη τροποποιητική σύμβαση του από 11-9-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού, με την οποία η πρώτη ανακόπτουσα ανέλαβε την υποχρέωση: α) να εξοφλήσει το συνολικό ποσό της οφειλής, πλέον τόκων και εξόδων το αργότερο εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία αναμενόταν να υπογραφεί, όπως προαναφέρθηκε, μέχρι την 28η-2-2022, ήτοι (να εξοφλήσει το σύνολο της οφειλής) το αργότερο μέχρι την 14η-4-2022 και β) να καταβάλει το ποσό των 17.712,60 ευρώ για δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η καθ’ ης για την έκδοση της παραπάνω διαταγής πληρωμής σε τρεις δόσεις. Επίσης, οι ανακόπτοντες παρέδωσαν στην καθ’ ης την υπ’ αριθ. … τραπεζική επιταγή, ποσού 600.000 ευρώ, πληρωτέα από τον τηρούμενο λογαριασμό της πρώτης ανακόπτουσας στην …, την πληρωμή της οποίας τριτεγγυήθηκε ο δεύτερος ανακόπτων, η οποία δεν έφερε μεν ημερομηνία έκδοσης, πλην όμως συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων ότι, σε περίπτωση που η πρώτη ανακόπτουσα δεν καταβάλει εμπρόθεσμα οποιαδήποτε από τις τρεις δόσεις για την εξόφληση των παραπάνω δικαστικών εξόδων και/ή δεν ανακηρυχθεί μειοδότης στο διαγωνισμό και/ή δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας μέχρι την 28η-2-2022 και/ή μέχρι και την καταληκτική ημερομηνία (14-4-2022) δεν έχει εξοφλήσει το ποσό της συνολικής οφειλής, μετά τόκων και εξόδων και/ή σε περίπτωση που επισυμβεί οποιοδήποτε άλλο γεγονός υπερημερίας από αυτά που αναφέρονται στον όρο 7 του ιδιωτικού συμφωνητικού, η καθ’ ης θα είχε το δικαίωμα να συμπληρώσει την ημερομηνία έκδοσης της επιταγής, να την εμφανίσει προς πληρωμή στην πληρώτρια Τράπεζα κι εφόσον δεν πληρωθεί να ζητήσει τη σφράγισή της. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 22α-12-2021 κοινοποιήθηκε στην καθ’ ης απόσπασμα της υπ’ αριθ. …/14-12-2021 κατασχετήριας έκθεσης πλοίου, δυνάμει της οποίας επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στο πλοίο της πρώτης ανακόπτουσας «…» υπέρ της εταιρείας με την επωνυμία «…» για το ποσό των 132.790,34 ευρώ. Η επιβληθείσα ως άνω αναγκαστική κατάσχεση, όπως άλλωστε και η συντηρητική κατάσχεση του πλοίου, θεωρείται ως γεγονός υπερημερίας με βάση τον υπ’ αριθ. 7.2.8 όρο του από 11-9-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού και έδινε τη δυνατότητα στην καθ’ ης, σύμφωνα με τον υπ’ αριθ. 9 όρο του ίδιου συμφωνητικού, να κηρύξει εκτελεστή την υποθήκη και/ή να επιτύχει την έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση το συμφωνητικό και/ή να συμπληρώσει την ημερομηνία έκδοσης της παραπάνω υπ’ αριθ. … τραπεζικής επιταγής, να την εμφανίσει προς πληρωμή, να την σφραγίσει και να ασκήσει κάθε νόμιμο δικαίωμά της κατά των ανακοπτόντων που θα απέρρεε από την έκδοση ακάλυπτης επιταγής. Ωστόσο, και πάλι η καθ’ ης δεν άσκησε τα νόμιμα δικαιώματά της σε βάρος των ανακοπτόντων, αλλά αντίθετα κατέθεσε την από 12-1-2022 και υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 194/28/2022 ανακοπή, κατ’ άρθρο 954 παρ. 4 ΚΠολΔ, ώστε να διορθωθεί η προαναφερθείσα κατασχετήρια έκθεση ως προς την εκτίμηση της αξίας του παραπάνω πλοίου από το ποσό των 600.000 ευρώ, στο οποίο είχε εκτιμηθεί από το δικαστικό επιμελητή, στο ποσό των 4.500.000 ευρώ. Επί της ανωτέρω δε ανακοπής, η οποία συνεκδικάστηκε με έτερη ανακοπή της νυν πρώτης ανακόπτουσας, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 76/17-1-2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία διορθώθηκε η υπ’ αριθ. …/14-12-2021 κατασχετήρια έκθεση πλοίου και ως προς την εκτίμηση της αξίας του πλοίου, η οποία ορίστηκε στο ποσό των 4.000.000 ευρώ, ενώ ορίστηκε νέα ημερομηνία πλειστηριασμού η 23η-2-2022, πλην όμως ο εν λόγω πλειστηριασμός ματαιώθηκε επειδή τελικά η πρώτη ανακόπτουσα εξόφλησε την απαίτηση της επισπεύδουσας εταιρείας. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτουσα ξεκίνησε να διαπραγματεύεται με την … τη σύναψη σύμβασης χρεολυτικού δανείου ποσού 2.000.000 ευρώ, μέρος του οποίου (μέχρι του ποσού των 1.500.000 ευρώ) θα χρησιμοποιείτο για την εξόφληση της οφειλής της προς την καθ’ ης, για το λόγο δε αυτό διαβεβαίωσε την καθ’ ης ότι σε περίπτωση που η τελευταία περιόριζε τη συνολική απαίτησή της στο ποσό των 1.100.000 ευρώ θα την εξοφλούσε από το προϊόν του παραπάνω δανείου νωρίτερα από ότι προβλεπόταν στην τελευταία τροποποιητική σύμβαση. Κατόπιν δε της παραπάνω πρότασης η καθ’ ης συμφώνησε να περιορίσει την απαίτησή της στο παραπάνω ποσό, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξοφλείτο το αργότερο μέχρι την 15η-2-2022, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα την υποχρέωση να επιστρέψει στους ανακόπτοντες την παραπάνω υπ’ αριθ. … τραπεζική επιταγή και να προβεί στη διαγραφή της υποθήκης που είχε εγγραφεί επί του πλοίου την 30η-9-2020. Ωστόσο, η παραπάνω ημερομηνία παρήλθε άπρακτη, όπως άλλωστε άπρακτες παρήλθαν και η 25η-2-2022 και η 18η-3-2022, κατά τις οποίες παρατάθηκε η άνω προθεσμία, με τα από 15-2-2022 και 9-3-2022 αντίστοιχα, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του πληρεξούσιου δικηγόρου της καθ’ ης προς τους ανακόπτοντες και την …. Ομοίως παρήλθε και η 28η-2-2022 χωρίς να έχει υπογραφεί η σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας με το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, όπως και η 14η-4-2022, κατά την οποία με βάση τη δεύτερη τροποποιητική σύμβαση έπρεπε να είχε εξοφληθεί ολοσχερώς η απαίτηση της καθ’ ης. Ωστόσο, και πάλι η καθ’ ης δεν άσκησε τα συμβατικά δικαιώματα που είχε από την τελευταία αυτή τροποποιητική σύμβαση, αφού ούτε κήρυξε εκτελεστή την υποθήκη που είχε εγγράψει επί του πλοίου, ούτε εμφάνισε την υπ’ αριθ. … τραπεζική επιταγή προς πληρωμή, ούτε προχώρησε στην έκδοση διαταγής πληρωμής, αλλά ανέμενε την εκταμίευση του παραπάνω δανείου από την …. Αποδείχθηκε ακόμη ότι δυνάμει της υπ’ αριθ. 495/22-3-2022 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση του πλοίου «…» μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ υπέρ της εταιρείας με την επωνυμία «…». Το γεγονός αυτό της συντηρητικής κατάσχεσης, όπως προαναφέρθηκε, συνιστά γεγονός υπερημερίας με βάση το από 11-9-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό, πλην όμως και πάλι η καθ’ ης, επιδεικνύοντας καλή πίστη, επέλεξε να μην ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά της και να μην επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των ανακοπτόντων. Αντίθετα, με την από 16-5-2022 εξώδικη δήλωση – πρόσκληση – διαμαρτυρία, την οποία κοινοποίησε στην πρώτη ανακόπτουσα την ίδια ημέρα, διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός ότι παρά τη χορήγηση διαδοχικών παρατάσεων για την πληρωμή των οφειλομένων η τελευταία δεν τήρησε τους όρους του συμφωνητικού και την κάλεσε να της καταβάλει το σύνολο της οφειλής, το οποίο κατά την ως άνω ημερομηνία ανερχόταν σε 1.251.040,74 ευρώ, εντός δύο ημερών από την κοινοποίηση της παραπάνω εξώδικης, δηλώνοντάς της ότι σε διαφορετική περίπτωση θα προέβαινε στη συμπλήρωση της υπ’ αριθ. … τραπεζικής επιταγής, θα την εμφάνιζε προς πληρωμή κι εφόσον δεν πληρωνόταν θα τη σφράγιζε, καθώς κι ότι θα λάμβανε κάθε άλλο νόμιμο μέτρο για την εξασφάλιση και είσπραξη των οφειλομένων, συμπεριλαμβανομένης και της επιβολής κατάσχεσης στο πλοίο «…». Όμως και πάλι η πρώτη ανακόπτουσα ουδέν ποσό κατέβαλε στην καθ’ ης, με αποτέλεσμα η τελευταία να συμπληρώσει την προαναφερθείσα επιταγή, θέτοντας ως ημερομηνία έκδοσης την 23η-5-2022 και να την εμφανίσει προς πληρωμή στην πληρώτρια Τράπεζα την ίδια ως άνω ημέρα, πλην όμως αυτή σφραγίστηκε λόγω έλλειψης επαρκών διαθέσιμων κεφαλαίων. Κατόπιν δε τούτου η καθ’ ης υπέβαλε την από 26-5-2022 αίτησή της και πέτυχε την έκδοση της ανακοπτόμενης υπ’ αριθ. … διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία διατάχθηκαν οι ανακόπτοντες να της καταβάλουν, από κοινού και εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των 600.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, ήτοι από την 24η-5-2022, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 10.800 ευρώ. Στη συνέχεια η καθ’ ης εξέδωσε το υπ’ αριθ. … πρώτο εκτελεστό απόγραφο της ως άνω διαταγής πληρωμής, αντίγραφο του οποίου με την ανακοπτόμενη από 8-6-2022 επιταγή για εκτέλεση επέδωσε στους ανακόπτοντες την 8η-6-2022. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η πρώτη ανακόπτουσα ανακηρύχθηκε μειοδότης του παραπάνω διαγωνισμού που προκήρυξε το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και συγκεκριμένα με την υπ’ αριθ. πρωτ. …/39344/22/3-6-2022 απόφαση του ως άνω Υπουργού της κατακυρώθηκε η εξυπηρέτηση της δρομολογιακής γραμμής α) Θήρα, Σητεία, Κάσος, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή, β) Σητεία, Κάσος, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή και γ) Ηράκλειο, Σητεία, Κάσος, Πηγάδια Καρπάθου, Διαφάνι, Χάλκη, Ρόδος και επιστροφή μέχρι την 31η-10-2022, ενώ με την υπ’ αριθ. πρωτ. …/39355/22/3-6-2022 απόφαση του ίδιου ως άνω Υπουργού της κατακυρώθηκε η εξυπηρέτηση της δρομολογιακής γραμμής: Πειραιάς ή Λαύριο, Θήρα, Ανάφη και επιστροφή μέχρι την 31η-10-2022. Ακολούθως, οι συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας για την εξυπηρέτηση των ως άνω δρομολογιακών γραμμών υπεγράφησαν την 6η-7-2022, ενώ η διάρκειά τους ορίστηκε από την 12η-7-2022 έως την 31η-10-2022. Ωστόσο, την 9η-7-2022, κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε από το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιώς, διαπιστώθηκε ότι το πλοίο «…» δεν ήταν εφοδιασμένο με βεβαιωτικό διατήρησης κλάσης και αξιοπλοΐας μετά από ζημία, για το λόγο δε τούτο του επιβλήθηκε το μέτρο της απαγόρευσης εκτέλεσης πλόων μέχρι την προσκόμιση του ως άνω βεβαιωτικού από τον παρακολουθούντα το πλοίο Ρωσικό Νηογνώμονα. Ακολούθησε επιθεώρηση του πλοίου από αξιωματικούς της λιμενικής αρχής την 11η-7-2022, οι οποίοι διαπίστωσαν ελαττώματα και παρεκκλίσεις από τις διεθνείς απαιτήσεις αξιοπλοΐας, ενώ την 17η-7-2022 διενεργήθηκε από τον ως άνω Νηογνώμονα επιπρόσθετος έλεγχος στο πλοίο, από τον οποίο διαπιστώθηκαν σημαντικές μη συμμορφώσεις του προς τον Κώδικα ISM και για το λόγο αυτό ακυρώθηκε το Πιστοποιητικό Ασφαλούς Διαχείρισης του. Τα παραπάνω επέφεραν τη διατήρηση της απαγόρευσης απόπλου και τις επόμενες ημέρες, με αποτέλεσμα το πλοίο να μην εκτελέσει τα προγραμματισμένα δρομολόγια που του είχαν ανατεθεί την 11η-7-2022, την 15η-7-2022 και την 18η-7-2022. Η ως άνω αδυναμία της πρώτης ανακόπτουσας να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις είχε ως αποτέλεσμα να κηρυχθεί, δυνάμει της υπ’ αριθ. πρωτ. …/54740/22/29-7-2022 απόφασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, έκπτωτη των παραπάνω συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες τελικά συνήφθησαν, κατόπιν απευθείας ανάθεσης, με την ιδίων συμφερόντων με την καθ’ ης εταιρεία με την επωνυμία «….». Οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται με το μοναδικό λόγο της ένδικης ανακοπής ότι η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος τους είναι καταχρηστική, επειδή η καθ’ ης με την εν γένει συμπεριφορά της τους δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση ότι δεν επρόκειτο να προβεί σε δικαστικές ενέργειες, καθόσον εντός ολίγων ημερών επίκειτο η πλήρης και ολοσχερής εξόφλησή της από το δάνειο που θα εκταμιευόταν. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, διότι η καθ’ ης ουδόλως αδράνησε ως προς την ικανοποίηση της απαίτησής της, αντίθετα δε επέδειξε καλή πίστη και προέβη σε πολλαπλές ενέργειες που αποσκοπούσαν στη βιωσιμότητα της πρώτης ανακόπτουσας, επιδιώκοντας με τον τρόπο αυτό να εισπράξει το οφειλόμενο σε αυτήν ποσό χωρίς προσφυγή στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης από το Σεπτέμβριο του 2020, όταν υπεγράφη το από 11-9-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό, μέχρι και τον Ιούνιο του 2022 που πέτυχε την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και επέδωσε την ανακοπτόμενη από 8-6-2022 επιταγή προς πληρωμή, διευκόλυνε την πρώτη ανακόπτουσα στην αποπληρωμή της οφειλής της με την υπογραφή του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού, όπως και με την υπογραφή των δύο τροποποιητικών αυτού συμβάσεων, όχλησε επανειλημμένως με τις από 12-8-2021, 20-8-2021 και 16-5-2022 εξώδικες δηλώσεις την πρώτη ανακόπτουσα όταν αυτή καθυστερούσε στην καταβολή των δόσεων και στην εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων, εξέδωσε σε βάρος των ανακοπτόντων την υπ’ αριθ. 439/2021 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την οποία ωστόσο δεν εκτέλεσε, προέβη σε περιορισμό της οφειλής της στο ποσό των 1.100.000 ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα εξοφλείτο ολοσχερώς έως την 15η-2-2022, ακολούθως παρέτεινε την ως άνω προθεσμία αρχικώς έως την 25η-2-2022 κι εν συνεχεία έως την 18η-3-2022. Εξάλλου, εάν η καθ’ ης επιθυμούσε να κινηθεί δικαστικά εναντίον των ανακοπτόντων θα το είχε πράξει πολύ νωρίτερα και δη θα μπορούσε να είχε κηρύξει εκτελεστή την υποθήκη επί του πλοίου «…» και να πετύχει την έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση το από 11-9-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό όταν διαπίστωσε ότι είχαν επισυμβεί γεγονότα, που συνιστούσαν υπερημερία σύμφωνα με το άρθρο 7 του εν λόγω συμφωνητικού και δη όταν το Δεκέμβριο του 2021 διαπίστωσε ότι είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση στο εν λόγω πλοίο από την εταιρεία «…» κι όταν έλαβε γνώση της υπ’ αριθ. 495/2022 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία επιβλήθηκε συντηρητική κατάσχεση στο ως άνω πλοίο υπέρ της εταιρείας «…». Επίσης, θα μπορούσε να είχε συμπληρώσει την ένδικη υπ’ αριθ. … τραπεζική επιταγή και να είχε πετύχει την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος των ανακοπτόντων πολύ νωρίτερα και δη ήδη από την πάροδο της 28ης-2-2022, ότε υποτίθετο ότι θα υπογράφονταν οι συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας με το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, όπως και από την πάροδο της 14ης-4-2022, ότε με βάση τη δεύτερη τροποποιητική σύμβαση έπρεπε να είχε εξοφληθεί ολοσχερώς η απαίτησή της. Επιπλέον, ναι μεν αποδεικνύεται ότι με το από 3-6-2022 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της Τράπεζας Πειραιώς επιβεβαιώνεται ότι εξακολουθεί να ισχύει η έγκριση χρηματοδότησης της πρώτης ανακόπτουσας, πλην όμως απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό ήταν η προσκόμιση της σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ενεχυρίασή της με κοινοποίηση στους αρμόδιους φορείς (βλ. το από 31-5-2022 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της Τράπεζας Πειραιώς). Συνεπώς, ενόψει του ότι τελικά η πρώτη ανακόπτουσα κηρύχθηκε έκπτωτη των παραπάνω συμβάσεων, δεν ήταν καταχρηστική η συμπεριφορά της καθ’ ης να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των ανακοπτόντων, αφού τον Ιούνιο του 2022 είχαν παρέλθει ήδη τέσσερις μήνες από τότε που η πρώτη ανακόπτουσα υποσχόταν στην καθ’ ης ότι θα λάμβανε το δάνειο, χωρίς να έχει λάβει χώρα εκταμίευση οιουδήποτε ποσού, ενώ λόγω του ότι καθυστερούσε η υπογραφή των συμβάσεων με το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής η … παρέτεινε την προθεσμία εκταμίευσης από τέλη Απριλίου 2022 που είχε οριστεί αρχικώς στα τέλη Ιουνίου 2022. Τέλος, αποδείχθηκε ότι η ενάσκηση του δικαιώματος της καθ’ ης έγινε μόνον προς ικανοποίηση της απαίτησής της κι όχι προκειμένου να οδηγήσει στην οικονομική καταστροφή τους ανακόπτοντες, εξυπηρετώντας και προωθώντας τα συμφέροντα της εταιρείας «….». Ενισχυτικό της παραπάνω κρίσης του Δικαστηρίου αποτελεί το γεγονός ότι αν η καθ’ ης επιθυμούσε να πλήξει οικονομικά τους ανακόπτοντες δια της κατάσχεσης του μοναδικού προσοδοφόρου περιουσιακού τους στοιχείου, ήτοι του πλοίου «…», ούτως ώστε να αναλάβει η προαναφερθείσα εταιρεία την εξυπηρέτηση των άγονων δρομολογιακών γραμμών με το πλοίο της «…», θα το είχε πράξει ήδη από το Σεπτέμβριο του 2021, δια της επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος τους δυνάμει της εκδοθείσας υπ’ αριθ. 439/2021 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου. Εξάλλου, η κήρυξη της πρώτης ανακόπτουσας έκπτωτης των συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας αποδείχθηκε ότι ήταν αποτέλεσμα της αναξιοπλοΐας του πλοίου της κι όχι της επίσπευσης της προκείμενης αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της. Το γεγονός δε ότι την 20η-7-2022 αποκαταστάθηκαν οι παρεκκλίσεις που είχαν παρατηρηθεί κατά την από 11-7-2022 επιθεώρηση του πλοίου δεν αναιρεί το ότι κατά το χρόνο έναρξης ισχύος των συμβάσεων η πρώτη ανακόπτουσα αδυνατούσε να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις από δική της υπαιτιότητα και δη να εκτελέσει τα εγκεκριμένα δρομολόγια, με αποτέλεσμα να κινηθούν από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής οι διαδικασίες για απευθείας ανάθεση των παραπάνω δρομολογίων και έκτακτη δρομολόγηση πλοίων, προκειμένου τα νησιά της άγονης γραμμής να μην μείνουν χωρίς ακτοπλοϊκή σύνδεση κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Κατόπιν όλων των προαναφερθέντων αποδείχθηκε ότι δεν ήταν καταχρηστική η μέσω της προκείμενης αναγκαστικής εκτέλεσης πραγμάτωση της απαίτησης της καθ’ ης κι ως εκ τούτου ο μοναδικός λόγος της ένδικης ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος ερευνητέος λόγος ανακοπής, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση ανακοπή στο σύνολό της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός της με τις προτάσεις της, σε βάρος των ανακοπτόντων, ευθυνομένων ισομερώς, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 180 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τον χωρισμό της σωρευόμενης ανακοπής κατά της υπ’ αριθ. 210/2022 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την πιο πάνω ανακοπή προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή κατά της από 8-6-2022 επιταγής προς πληρωμή, κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της υπ’ αριθ. 210/2022 διαταγής πληρωμής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των ανακοπτόντων τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, την                      2022.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ