Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

 

Αριθμός Αποφάσεως    3750/2015

Αριθμός καταθέσεως ανακοπής: …

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σοφία Δέδε.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριο του, στις 9 Ιουνίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «… (υπό ειδική εκκαθάριση), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον ειδικό εκκαθαριστή αυτής, … του …, δυνάμει της υπ’ αρ. … απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία  παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Αικατερίνης Πιπερτζή.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «….», η οποία εδρεύει στον Πειραιά (…) Αττικής, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Νικολάου Λύγουρη.

Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 6-12-… ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό … και προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 1-4-2014, κατά την οποία η συζήτησή της αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, που παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

(Α) 1. Κατά το άρθρο 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ, σε περίπτωση πλειστηριασμού κατεσχημένου πλοίου, η σειρά των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ι.Ν.Δ, κατά δε το άρθρο 9 του τελευταίου κώδικα, το δίκαιο της πολιτείας, της οποίας τη σημαία φέρει το πλοίο, ρυθμίζει και τα επ` αυτού εμπράγματα δικαιώματα. Περαιτέρω, ναι μεν κατά το άρθρ. 205 του ίδιου Κώδικα, τα καθοριζόμενα με αυτό προνόμια, ως εξομοιούμενα με ειδικό ενέχυρο έχουν εμπράγματο χαρακτήρα και προηγούνται, σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο του ίδιου άρθρου, της ναυτικής υποθήκης, προκειμένου, όμως, να προηγηθούν της ίδιας υποθήκης, κατά την κατάταξη σε εκλειστηρίασμα που αφορά πλοίο με σημαία αλλοδαπής πολιτείας, πρέπει, κατά ρητή επιταγή της προαναφερομένης διατάξεως του άρθρου 9, να έχουν τον ίδιο προνομιακό – εμπράγματο χαρακτήρα και κατά το δίκαιο της πολιτείας, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο (κατά το χρόνο συντάξεως του πίνακα κατατάξεως). Η σειρά, όμως, κατατάξεως των εν λόγω προνομίων θα κριθεί κατά το δίκαιο του τόπου εκτέλεσης (Lex Fori), αφού η λόγω προνομίου προτίμηση στην κατάταξη δεν αποτελεί στοιχείο της απαιτήσεως, αλλά αφορά στη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους και κανονίζεται από το δικονομικό δίκαιο (ΑΠ 466/1996, ΑΠ 70/1992, ΑΠ 1762/1988, ΑΠ 184/1989). Συνεπώς, αν εκπλειστηριασθεί στην Ελλάδα αλλοδαπό πλοίο, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης και των λοιπών δανειστών, ενυπόθηκων ή όχι, οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου αναγνωρίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο της σημαίας του πλοίου, παρά μόνον εκείνα που όμοια τους, κατά τη φύση και το χαρακτήρα, προβλέπει το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρ. 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ (ΑΠ 295/2002 ΕΝΔ 30/117, ΕφΠειρ 131/2012 ΕΝΑΥΤΔ 2012/209, ΕφΠειρ 16/2010 ΕΝΑΥΤΔ 2010/252, ΕφΠειρ 519/2009 ΕΝΑΥΤΔ 2009/439, ΕφΠειρ 3/2004 ΕΝΑΥΤΔ 2004/140, ΕφΠειρ 163/2003 ΕΕΜΠΔ 2003/672, ΕφΠειρ  599/2000 ΕΕΜΠΔ 2001/320, ΑΠ 284/1999). Συγκεκριμένα, εάν πλοίο με σημαία αλλοδαπή κατασχέθηκε και εκπλειστηριάστηκε στην Ελλάδα, εφόσον οι απαιτήσεις είναι προνομιακές και κατά το δίκαιο της χώρας αυτής, κατατάσσονται ως προνομιακές, σύμφωνα με το άρθρ. 205 του ΚΙΝΔ, πριν από την υποθήκη, ανεξάρτητα από τη σειρά κατατάξεως τους κατά το δίκαιο της εν λόγω χώρας (ΑΠ 533/2015, ΑΠ 755/2012, ΑΠ 710/1992 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ στην αντίθετη περίπτωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 του ΚΙΝΔ, δεν θα ληφθεί υπόψη και η αντίστοιχη απαίτηση δεν θα καταταγεί ως προνομιακή, ακόμη και αν η απαίτηση αυτή έχει δημοσιονομικό χαρακτήρα (ΑΠ 466/1996 ό.π., ΕφΠειρ 198/2003 ΕΝΔ 31.144, ΕφΠειρ 599/2000 ό.π.)Αν όμως η LEX FORI δεν αναγνωρίζει ως προνομιακή την απαίτηση που ασφαλίζεται με ναυτικό προνόμιο κατά το αλλοδαπό δίκαιο της σημαίας, τότε η εν λόγω απαίτηση δεν κατατάσσεται προνομιακά (ΕφΠειρ 3/2004, ο.π., ΕφΠειρ 93/1999 ΕπισκΕμπΔ 1999/560).               2. Περαιτέρω, οι νόμοι, που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατατάξεως, δεν αφορούν κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενασκήσεώς τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γενέσεως του δικαιώματος ή της ενάρξεως της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά τον χρόνο της κατατάξεως, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαιτήσεως, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους ως εκ της συνδρομής περισσότερων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ, που ορίζει ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτελέσεως εν σχέσει προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (ΟλΑΠ 21/1994, ΑΠ 1404/2007 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 153/1996 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 392/2009 ΕλλΔνη 2009.1483, ΕφΠατρ 1140/2006 ΑΧΑΝΟΜ 2007.408, ΕφΠειρ 150/2005 ΕΝΑΥΤΔ 2005.206, Β. Βαθρακοκοίλη «Ερμηνεία ΚΠολΔ», εκδ. 1997, αρ. 9). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1012 παρ. 1 και 4 και 205 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι επί κατεσχημένου πλοίου, το οποίο πλειστηριάστηκε, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Προηγούνται οι κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ προνομιούχες απαιτήσεις, οι οποίες κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Τα προνόμια του άρθρου αυτού είναι ειδικά και έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο ή το ναύλο, εκτοπίζουν δε κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ, όταν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι το πλοίο. Ως εκ τούτου, κατατάσσονται κατά πρώτο λόγο οι κατά το άρθρο 205 προνομιούχες απαιτήσεις, ακολουθούν οι ενυπόθηκες επί του πλοίου, απλές ή προτιμώμενες και μετά την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων αυτών, επί του τυχόν υπολοίπου του πλειστηριάσματος, γίνεται η κατάταξη των κατά τα άρθρα 975 και 976 ΚΠολΔ προνομιούχων απαιτήσεων, κατά την έκταση, κατά την οποία οι τελευταίες δεν καλύπτονται υπό του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, μεταξύ των οποίων και αυτές των εργαζομένων με σύμβαση χερσαίας εργασίας (βλ. ΑΠ 511/2014 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1556/1998 ΕλλΔνη 40.1326, ΕφΠειρ 131/2012 ΕΝΑΥΤΔ 2012.209, ΕφΠειρ 808/2009 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 501/2008 ΕΝΔ 36.424). Άλλωστε, με τη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, καθιερώνεται ειδική σειρά κατάταξης και προσδιορίζονται τα ναυτικά προνόμια σε τέσσερις κατηγορίες, που αποκαλούνται τάξεις, στις οποίες εντάσσονται και κατατάσσονται κατά τα ακόλουθα, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίηση, που επέφερε η διάταξη του άρθρου 214 του Ν.4072/2012 και συγκεκριμένα: 1) Στην πρώτη τάξη και κατά την οριζόμενη σειρά: α) τα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών γενόμενα δικαστικά έξοδα, β) τα τέλη και δικαιώματα που βαρύνουν το πλοίο, γ) οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι και δ) τα έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου από τον κατάπλου του στο τελευταίο λιμάνι. 2) Στη δεύτερη τάξη κατατάσσονται: α) οι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος από τη σύμβαση εργασίας και β) τα δικαιώματα υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου. 3) Στην τρίτη τάξη κατατάσσονται τα έξοδα και οι αμοιβές λόγω επιθαλάσσιας αρωγής διάσωσης και ναυαγιαίρεσης και 4) στην τέταρτη τάξη κατατάσσονται οι λόγω σύγκρουσης ή πρόσκρουσης πλοίων οφειλόμενες αποζημιώσεις για ζημίες σε πλοία, επιβάτες και φορτία. Τα προνόμια, κατά ρητή διάταξη του ίδιου άρθρου, προηγούνται της υποθήκης. Ακολούθως, κατά τη διάταξη του άρθρου 206 του ΚΙΝΔ, “αι προνομιούχοι απαιτήσεις της αυτής τάξεως κατατάσσονται συμμέτρως. Επί απαιτήσεων εξ επιθαλασσίου αρωγής, διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, αι μεταγενέστεροι απαιτήσεις προηγούνται των προγενεστέρων”. Εν συνεχεία, η διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ αντικαταστάθηκε από το άρθρο 214 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11.4.2012), σύμφωνα με το οποίο: «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις: α) Οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα, ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης». Κατά το άρθρο αυτό (όπως ισχύει κατά το χρόνο σύνταξης του ένδικου πίνακα), κατατάσσονται στην πρώτη τάξη τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίο τέλη και δικαιώματα, οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι, καθώς και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.).                   3. Περαιτέρω η Δημοκρατία του Παναμά (αρ. 1507 Εμπορικού Κώδικα του κράτους αυτού) δεν έχει προσχωρήσει στις Διεθνείς Συμβάσεις των Βρυξελλών της 10-4-1926 και της 27-5-1967 “περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων στα ναυτικά προνόμια και τις υποθήκες” (International Convention for the Unification of Certain Rules relating to ….and … of 1926 and 1967), (βλ. ΕφΠειρ 198/2003, ΕφΠειρ 599/2003, ΕφΠειρ 1300/1997 ό.π., Α. Αντάπαση “Απαιτήσεις απολαύουσαι ναυτ. Προνομίων”, σελ. 41 επ., ιδίως 48-49). Ωστόσο, αρκετές διατάξεις των εν λόγω διεθνών συμβάσεων έχουν περιληφθεί στο εθνικό της δίκαιο, στο οποίο τα συγκεκριμένα ζητήματα διέπονται από τον Κώδικα Ναυτικής Δικονομίας (Maritime Procedural Code, Νόμος No 8 της 30-3-1982), ως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο No 11 της 23-05-1986, το Νόμο No 23 της 01-06-2001 και το Νόμο 12 της 23-01-2009 και ισχύει, καθώς και από το Νόμο 55 του 2008. Σύμφωνα με τον άνω Κώδικα, ένα πλοίο μπορεί να κατασχεθεί (attachment of ship) ή να διαταχθεί δικαστικώς η απαγόρευση του απόπλου του (arrest of ship) για κάθε είδους απαίτηση προερχόμενη από ναυτιλιακή εμπορική συναλλαγή (maritime commerce, maritime trade), υπό τον όρο ότι αυτή στρέφεται σε βάρος του πλοιοκτήτη ή έχει εξασφαλιστεί με ναυτικό προνόμιο επί του πλοίου (…). Αν και στον Κώδικα δεν υπάρχει ρητός ορισμός των ναυτικών προνομίων, ως τέτοια νοούνται οι προνομιούχες απαιτήσεις επί πλοίου ή άλλης ναυτικής περιουσίας αναφορικά με παρασχεθείσες σε αυτό υπηρεσίες ή προκληθείσες από αυτό ζημίες. Το άρθρο 244 του Νόμου 55 του 2008 ορίζει σε περίπτωση πλειστηριασμού πλοίου, ως προνομιούχες απαιτήσεις επί αυτού (του πλοίου) και του ναύλου τις εξής: 1) τα δικαστικά έξοδα, τα οποία έγιναν προς το κοινό συμφέρον των ναυτικών πιστωτών, 2) τις δαπάνες αποζημιώσεως και τους μισθούς για την επιθαλάσσια αρωγή και τη διάσωση, οι οποίες οφείλονται για το τελευταίο ταξίδι, 3) τους μισθούς, τις αμοιβές και τις αποζημιώσεις, οι οποίες οφείλονται στον πλοίαρχο και στα μέλη του πληρώματος για το τελευταίο ταξίδι, 4) τη ναυτική υποθήκη, 5) τα ποσά που οφείλονται στο Κράτος για ετήσιους φόρους και τέλη του πλοίου, 6) τους οφειλόμενους στους στοιβαδόρους και στους εργάτες της προκυμαίας μισθούς και αμοιβές, οι οποίοι έχουν συμφωνηθεί αμέσως από τον πλοιοκτήτη, τον εφοπλιστή ή τον πλοίαρχο κατά τη φόρτωση ή εκφόρτωση του πλοίου κατά τον τελευταίο κατάπλου, 7) τις οφειλόμενες αποζημιώσεις για τις ζημίες προκληθείσες από υπαιτιότητα ή από αμέλεια, 8) τα οφειλόμενα ποσά λόγω συνεισφοράς σε κοινές αβαρίες, 9) τα οφειλόμενα ποσά λόγω υποχρεώσεων συναφθεισών για τις ανάγκες ή τον ανεφοδιασμό του πλοίου, 10) το ληφθέν ναυτοδάνειο επί του κύτους του πλοίου και των εξαρτημάτων του για τα εφόδια του εξοπλισμού και την προετοιμασία, εάν η σύμβαση καταρτίστηκε και υπογράφτηκε πριν τον απόπλου του πλοίου από το λιμένα, στον οποίο οι υποχρεώσεις αυτές έχουν συναφθεί, ως και τις ασφαλιστικές εισφορές για τους τελευταίους έξι μήνες, 11) τους μισθούς των πιλότων, των φυλάκων και τις δαπάνες συντηρήσεως και φυλάξεως του πλοίου, των εξαρτημάτων και των εφοδίων του μετά το τελευταίο ταξίδι και την είσοδο στον λιμένα, 12) τις οφειλόμενες αποζημιώσεις στους φορτωτές και τους επιβάτες για πλημμελή παράδοση των φορτωθέντων ή ζημία αυτών, οφειλόμενη στον πλοίαρχο ή το πλήρωμα κατά το τελευταίο ταξίδι και 13) το τίμημα της τελευταίας αγοράς του πλοίου και των οφειλόμενων τόκων των τελευταίων δύο ετών (ΕφΠειρ 933/2006 ΕΝΑΥΤΔ 2007/49, ΕφΠειρ 599/2000, ΕφΠειρ 198/2003 ό.π.). Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη, προνομιούχες επί του πλοίου και του ναύλου είναι, μεταξύ άλλων και οι απαιτήσεις για έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου, εφόσον πραγματοποιήθηκαν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, δηλαδή σε εκείνο στο οποίο κατέπλευσε το πλοίο και από το οποίο παρεμποδίστηκε να αποπλεύσει λόγω της κατασχέσεώς του, χωρίς να είναι απαραίτητο οι δαπάνες αυτές να έχουν γίνει μετά την κατάσχεση (ΑΠ 533/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από τη διατύπωση των παραπάνω διατάξεων (όπως αυτές ισχύουν στον Παναμά μετά την αντικατάσταση του άρθρου 1507 του Εμπορικού Κώδικα από το άρθρο 1 του ν. 40/1946) προκύπτει, ότι μεταξύ άλλων απολαύουν προνομίου και “… οι απαιτήσεις από δαπάνες συντηρήσεως και φυλάξεως του πλοίου, των εξαρτημάτων και των εφοδίων του μετά το τελευταίο ταξίδι και την είσοδο στον λιμένα” (10η σειρά) και “τα οφειλόμενα ποσά λόγω υποχρεώσεων συναφθεισών για τις ανάγκες ή τον ανεφοδιασμό του πλοίου” (8η σειρά). Οι παραπάνω απαιτήσεις του άρθρου 1507 περ. 8 και 10 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά είναι προνομιακές μέχρι τη στιγμή που το πλοίο δεσμεύτηκε φυσικά, ήτοι του απαγορεύτηκε ο απόπλου. Και αυτό διότι οι προμήθειες – υπηρεσίες, που παρέχονται σε πλοίο, που βρίσκεται σε αναμονή υπό φυσική δέσμευση, δεν εξοπλίζονται με προνόμιο κατά το Παναμαϊκό δίκαιο, διότι ο νόμος θεωρεί ότι το πλοίο τελεί υπό “δικαστική επιμέλεια” (custodia legis). Έτσι, τα ποσά για τις όποιες επισκευές έγιναν μετά την ως άνω φυσική δέσμευση του πλοίου, θεωρούνται ως έξοδα που έγιναν κατά τη δικαστική επιμέλεια του πλοίου και πληρώνονται πριν από οποιοδήποτε άλλο ποσό ευθέως ως έξοδα δικαστικά, τα οποία κατατάσσονται στην πρώτη τάξη του άρθρου 1507, υπό την προϋπόθεση όμως ότι τα έχει διατάξει ο λιμενάρχης ή το Δικαστήριο (ΕφΠειρ 599/2000 ό.π.). Εξάλλου, κατά το προαναφερθέν άρθρο 205 περίπτ. α` του ΚΙΝΔ, τα από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίο λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως κατατάσσονται πριν από τις εκ της συμβάσεως εργασίας απαιτήσεις και προηγούνται της υποθήκης επί του πλοίου. Ως τελευταίο λιμάνι νοείται εκείνο στο οποίο το πλοίο κατέπλευσε και επακολούθησε η παρακώλυση της ναυσιπλοίας του λόγω της κατασχέσεως του (ΑΠ 52/1995 ο.π. ΕφΠειρ 386/1996 ΠειρΝομολ 1998.32). Ως έξοδα δε συντηρήσεως του πλοίου, κατά την παραπάνω διάταξη και αυτή του άρθρου 1507 του Εμπ. Κώδικα του Παναμά (που είναι ταυτόσημη με του άρθρου 205 περιπτ. α` του ΚΙΝΔ), νοούνται ειδικότερα όλα όσα δαπανήθηκαν από την είσοδο του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου επακολούθησε η αναγκαστική του κατάσχεση, τα οποία είναι αναγκαία για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν από την πάροδο του χρόνου και από τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλου για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του (ΑΠ 295/2002 ΕλλΔνη 44.153, ΑΠ 52/1995 ΕλλΔνη 38.1087, ΑΠ 936/1989 ΕλλΔνη 31.1011, Αντάπαση, ό.π., σελ. 150-151, Καμβύση, Ιδ. Ναυτ. Δικ. Αρθρ. 205,σελ. 576). Συμπερασματικά, στα έξοδα συντηρήσεως περιλαμβάνονται οι δαπάνες εκείνες από τον κατάπλου στον τελευταίο λιμένα, οι οποίες συνετέλεσαν, ώστε να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι τον πλειστηριασμό του σώο και αναλλοίωτο. Συνεπώς, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου και του ναύλου, αναγνωριζόμενο από το ημεδαπό ή αλλοδαπό ουσιαστικό δίκαιο, ως εξοπλίζον απαίτηση για δαπάνες κλπ. οποιωνδήποτε εργασιών που εκτελέστηκαν στο πλοίο, αλλά μόνον εκείνων που έγιναν για τις πιο πάνω εργασίες συντηρήσεως. Αυτονόητο είναι ότι οι δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου ακινητοποιημένου σε κατάσταση ασφαλούς επιπλεύσεως καλύπτονται οπωσδήποτε από το παραπάνω προνόμιο (ΑΠ 284/1989 ΕλλΔνη 31.1011), χωρίς βέβαια αυτό να έχει την έννοια ότι μόνον οι δαπάνες αυτές είναι προνομιούχες, αφού, όπως προαναφέρθηκε, είναι προνομιούχες και όλες οι αναγκαίες δαπάνες που έγιναν προς αποκατάσταση των πιο πάνω φθορών. Αποκλείονται κατά συνέπεια του προνομίου οι κάθε φύσεως δαπάνες εκμεταλλεύσεως του πλοίου σύμφωνα με τον προορισμό του, καθώς και οι κάθε φύσεως δαπάνες για την επισκευή του πλοίου, που αποβλέπουν στη βελτίωση ή τη μεταβολή της καταστάσεως του και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του (ΕφΠειρ 163/2003 ΕΝΔ 31.287). Περαιτέρω, από τις ίδιες πιο πάνω διατάξεις του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά προκύπτει ότι κατά το δίκαιο της χώρας αυτής δεν απολαύουν προνομίου απαιτήσεις: α) για αποζημίωση λόγω αθέτησης συμβατικής ενοχής (ΕφΠειρ 198/2003 ό.π.) και β) για φόρους σχετικούς με τη ναυσιπλοία ή από τέλη και δικαιώματα που βαρύνουν το πλοίο (δηλαδή για τα προνόμια του άρθρου 205 περιπτ. α` του ΚΙΝΔ), όπως είναι και οι απαιτήσεις του ΟΛΠ για δικαιώματα προσόρμισης, παραβολής, πρυμνοδέτησης, ελλιμενισμού, παροπλισμού κλπ των πλοίων (ΑΠ 533/2015 ό.π., ΕφΠειρ 270/2006 ΠΕΙΡΝΟΜ 2006/242, ΕφΠειρ 474/1998 ΕΝΔ 26/418, ΕφΠειρ 1300/1997 ΕΝΔ 26/124). Από την προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 1507 του Εμπ. Κώδικα του Παναμά προκύπτει ότι εξοπλίζονται με προνόμιο (και κατατάσσονται στη δέκατη σειρά κατά το δίκαιο αυτό) οι απαιτήσεις από μισθούς των πιλότων, των φυλάκων, καθώς και αυτές από δαπάνες συντηρήσεως και φυλάξεως του πλοίου, των εξαρτημάτων και των εφοδίων του μετά το τελευταίο ταξίδι και την είσοδό του στο λιμένα (ΕφΠειρ 599/2000 ΕΕΜΠΔ 2001/320).               (Β) 1. Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς εκδίκαση η υπό κρίση ανακοπή, με την οποία η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία, που βρίσκεται υπό εκκαθάριση και εκπροσωπείται από τον ειδικό εκκαθαριστή της …, δυνάμει της υπ’ αρ. … απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως το δικόγραφο της ανακοπής ορθώς εκτιμάται από το Δικαστήριο, εκθέτει ότι με επίσπευση της καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», δυνάμει της υπ’ αρ. … διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την υπ’ αρ. … Έκθεση Αναγκαστικής Κατάσχεσης πλοίου της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Γ. Λ., επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στο περιγραφόμενο στην ανακοπή Τ/Ρ πλοίο αναψυχής, με την ονομασία «…», σημαίας Παναμά (προηγούμενο όνομα …), ιδιοκτησίας της οφειλέτιδας εταιρείας με την επωνυμία «… ….», το οποίο είναι νηολογημένο στο λιμάνι του Παναμά με αριθμό … και εντέλει εκπλειστηριάσθηκε στις …… και κατακυρώθηκε επ’ ονόματι της εταιρείας με την επωνυμία «…)», που εδρεύει στις Ν. Μ., στην τιμή των 100.500 ευρώ και συντάχθηκε η υπ’ αρ. … έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού της Συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής Σακκά – Ρέβελα. Ότι η ίδια (ανακόπτουσα) έχει κατά της καθ’ ης η αναγκαστική εκτέλεση ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «… ….» τις αναλυτικά περιγραφόμενες στο δικόγραφο απαιτήσεις, συνολικού ποσού 858.120,23 δολλαρίων ΗΠΑ, που απορρέουν από την υπ’ αρ. … σύμβαση παροχής πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, που καταρτίσθηκε μεταξύ της ανακόπτουσας και της εταιρείας με την επωνυμία «…» και της από 10-1-2012 σύμβασης εταιρικής εγγυήσεως, με την οποία η ως άνω καθ’ ης η εκτέλεση οφειλέτιδα εταιρεία εγγυήθηκε προς την ανακόπτουσα την εμπρόθεσμη και πλήρη εξόφληση κάθε απαίτησης της πιστούχου προς την ανακόπτουσα και ότι δυνάμει της νόμιμα επιδοθείσας στην καθ’ ης η εκτέλεση – οφειλέτιδα ως άνω εταιρεία υπ’ αρ. … διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διατάχθηκαν η οφειλέτιδα – πιστούχος αλλά και οι εγγυητές, να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στην ανακόπτουσα το συνολικό ποσό των 150.000 δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εκδόσεως της διαταγής πληρωμής, κατά το ισόποσο σε ευρώ με την ισοτιμία δολλάριο ΗΠΑ  – ευρώ κατά το χρόνο αποπληρωμής του αιτούμενου ποσού, καθώς και το ποσό των 2.500 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη. Ότι αυτή (ανακόπτουσα) αναγγέλθηκε νομίμως στον ανωτέρω πλειστηριασμό του εν λόγω πλοίου, αιτούμενη να καταταγεί η ανωτέρω απαίτησή της, συνολικού ποσού 858.120,23 δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη του κλεισίματος του λογαριασμού, ήτοι από την 3-1-… μέχρι την πλήρη εξόφληση στον πίνακα που θα συνταχθεί, οριστικά και προνομιακά έναντι πάντων, ως απαίτηση εξασφαλισμένη επί του εκπλειστηριασθέντος πλοίου «…», με πρώτη τη τάξει προτιμώμενη ναυτική υποθήκη μέχρι του ποσού των 800.000 δολλαρίων ΗΠΑ, πλέον τόκων και εξόδων, που της παραχωρήθηκε επί του πλοίου από την καθ’ ης η εκτέλεση εταιρεία δυνάμει της από 10-1-2012 υποθηκικής σύμβασης, η οποία εγγράφηκε στο τηρούμενο στο Προξενείο του Παναμά στην Ελλάδα βιβλίο της γενικής διεύθυνσης του Συμβολαίου … μητρώου τίτλων και βαρών πλοίων του Τόμου …, στο φύλλο … και ως έγγραφο …, καθώς και να καταταγεί οριστικώς η απαίτησή της, ποσού 150.000 δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εκδόσεως της διαταγής πληρωμής κατά το ισόποσο σε ευρώ με την ισοτιμία δολλαρίων ΗΠΑ – ευρώ κατά το χρόνο αποπληρωμής του αιτούμενου ποσού, διότι στηρίζεται σε εκτελεστό τίτλο, ήτοι στην προαναφερόμενη διαταγή πληρωμής. Ότι με τον προσβαλλόμενο υπ’ αρ. …-… πίνακα κατάταξης της συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής Σακκά – Ρεβέλα, η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, αφού προαφαίρεσε από το συνολικό εκπλειστηρίασμα, ποσού 100.5000 ευρώ, το συνολικό αιτιολογημένο ποσό των 6.361,24 ευρώ ως έξοδα εκτέλεσης κατά το άρθρο 975 ΚΠολΔ, στη συνέχεια, επί του υπολοίπου επιτευχθέντος πλειστηριάσματος, ύψους 94.138,76 ευρώ, κατέταξε με τον προσβαλλόμενο πίνακα 1η) την επισπεύδουσα και αναγγελθείσα – καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «….», για το ποσό των 70.486 ευρώ, οριστικά και προνομιακά, 2η) την ίδια ως άνω επισπεύδουσα και αναγγελθείσα – καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμη εταιρεία με το διακριτικό τίτλο «….», για το ποσό των 6.164,51 ευρώ, προνομιακά μεν, υπό τον όρο όμως της τελεσίδικης επιδικάσεως της απαίτησής της και 3ο) τον αναγγελθέντα –πλοίαρχο Ι. Ζ., για το ποσό των 17.487,50 ευρώ, προνομιακά μεν, υπό τον όρο όμως της τελεσίδικης επιδικάσεως της απαίτησής του, μετά δε την κατάταξη αυτή, εξαντληθέντος του πλειστηριάσματος, ουδείς έτερος πιστωτής κατετάγη. Ότι η ως άνω επί του πλειστηριασμού υπάλληλος προέβη στη σύνταξη του ως άνω πίνακα κατάταξης, στηριζόμενη αφενός μεν στο άρθρο 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ και αφετέρου στο άρθρο 205 ΚΙΝΔ, ως τροποποιηθέν ισχύει, πλην όμως, εν προκειμένω, το εκπλειστηριασθέν πλοίο είχε σημαία Παναμά και συνεπώς, κατά το ουσιαστικό δίκαιο της χώρας αυτής θα κριθεί ο προνομιακός εμπράγματος χαρακτήρας των αμφισβητούμενων απαιτήσεων, ενώ η αμφισβητούμενη σειρά κατατάξεως αυτών, εφόσον πράγματι εξοπλίζονται με προνόμιο επί του πλοίου, θα κριθεί κατά το ελληνικό δίκαιο, ως το δίκαιο του τόπου εκτελέσεως και ότι με βάση τις αναφερόμενες στην ανακοπή διατάξεις του άρθρου 1057 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά, οι συγκεκριμένες απαιτήσεις της καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας -πλην του ποσού των 1.832,46 ευρώ, που αφορά έξοδα φύλαξης με βάση τις διατάξεις του π.δ. 280/2000 περί πρόσληψης φυλάκων στα κατασχεμένα πλοία για το χρονικό διάστημα από Δεκέμβριο του 2012 έως Ιούνιο 2013 αφορούν την παροχή υπηρεσιών προς το σκάφος της οφειλέτιδας εταιρείας στο πλαίσιο σύμβασης ελλιμενισμού, που είχε συναφθεί μεταξύ αυτής και της καθ’ ης η ανακοπή, συνολικού ύψους αξίας 52.320,50 ευρώ, εντόκως, πλέον τόκων και εξόδων, δεν είναι εξοπλισμένη με ναυτικό προνόμιο έναντι των λοιπών δανειστών της οφειλέτριας, διότι αυτή (απαίτηση), αφορά τέλη ελλιμενισμού υπολογιζόμενα στα προσδιοριζόμενα στην ανακοπή ποσά, που αφορούν τα χρονικά διαστήματα από 1-12-2010 έως 31-12-2010, 1-1-2011 έως 31-12-2011, 1-3-2012 έως 31-12-2012 και 1-1-..2013 έως 30-4-2013 τα οποία δεν είναι εξοπλισμένα με ναυτικό προνόμιο κατά το άρθρο 1057 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά και συνεπώς δεν κατατάσσονται προνομιακά, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της ανακοπής. Με βάση τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, η ανακόπτουσα, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, ζητεί τη μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου υπ` αριθμ. … πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής συζύγου Κυριάκου Σακκά το γένος Παναγιώτη Ρέβελα, ώστε να αποβληθεί η καθ’ ης α) από το ποσό των 70.486,75 ευρώ και β) για το ποσό των 4.332,05 ευρώ, για τα οποία κατατάχθηκε και στη θέση της να καταταγεί προνομιακά και οριστικά η ίδια (ανακόπτουσα) στα προαναφερόμενα ποσά, ως νομίμως και εμπροθέσμως αναγγελθείσα δανείστρια, κατά τα προαναφερθέντα και να καταδικασθεί η καθ’ ης η ανακοπή στην πληρωμή της δικαστική της δαπάνης.               2. Με αυτό το περιεχόμενο και με αυτά τα αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ` ύλη και κατά τόπον αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 584, 933 παρ. 1 και 2, 937 και 979 παρ. 2, 1006, 1007, 1012, 1013 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της επίδικης διαφοράς), εφόσον ασκήθηκε εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της προθεσμίας των δώδεκα εργασίμων ημερών από την επίδοση στην ανακόπτουσα της σχετικής πρόσκλησης από την επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, που έλαβε χώρα την 21.11. 2013 (βλ. τη με αριθμό … πρόσκληση της συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής Σακκά – Ρέβελα, με την επ’ αυτής σχετική σημείωση του Δικαστικού Επιμελητή), σε συνδυασμό με την υπ’ αρ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κ. Κ. του Γεωργίου, σημειωτέον δε ότι αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και στην υπάλληλο του πλειστηριασμού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 979 παρ. 2β του ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κ. Κ. του Γεωργίου). Περαιτέρω, η ένδικη ανακοπή είναι παραδεκτή από πλευράς ενεργητικής νομιμοποίησης και εννόμου συμφέροντος της ανακόπτουσας, καθώς αυτή έχει την ιδιότητα της αναγγελθείσας αλλά μη καταταγείσας δανείστριας, όσο και από πλευράς παθητικής νομιμοποίησης της καθ` ης – αναγγελθείσας και καταταγείσας δανείστριας. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, εφαρμοστέο δίκαιο επί του κρίσιμου ζητήματος του είδους και της φύσης του προνομίου, με το οποίο τυχόν εξοπλίζεται η αναφερόμενη στην ένδικη ανακοπή απαίτηση της καθ’ ης η ανακοπή, προκειμένου να κριθεί εάν αυτό είναι κατά τη φύση και το χαρακτήρα του όμοιο με εκείνα που προβλέπει το άρθρο 205 ΚΙΝΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρ. 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ, είναι το δίκαιο της σημαίας του πλοίου και εν προκειμένω, το δίκαιο της Πολιτείας του Παναμά, κατά το οποίο θα κριθεί ο προνομιακός εμπράγματος χαρακτήρας της αμφισβητούμενης απαίτησης, ενώ η αμφισβητούμενη σειρά κατατάξεως, εφόσον εξοπλίζονται πράγματι με προνόμιο επί του πλοίου, θα κριθεί κατά το ελληνικό δίκαιο, ως το δίκαιο του τόπου της εκτελέσεως. Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγηθείσες νομικές σκέψεις, από το περιεχόμενο των διατάξεων του άρθρου 1507 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά σε σχέση με τη θεμελίωση της υπό κρίσιν διαφοράς, το οποίο αναζήτησε με δικές του ενέργειες το παρόν Δικαστήριο, δεν απαιτείται να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 337 ΚΠολΔ, η απόδειξη του περιεχομένου του ως άνω αλλοδαπού δικαίου, το οποίο λαμβάνεται υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως, όπως το περιεχόμενό του αναφέρεται στην προηγηθείσα νομική σκέψη (πρβλ. ΕφΠειρ 85/2001 Ναυτική Δικαιοσύνη 2002/55, ΠΠρΠειρ 5462/1999 ΕΝΔ 27/370, ΜΠρΠειρ 4145/2004 αδημ.), καθώς και τα ρυθμίζοντα την κατάταξη των απαιτήσεων άρθρου 205 του ΚΙΝΔ και 1012 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι κατά το δίκαιο του Παναμά, χώρα της οποίας τη σημαία έφερε το εκπλειστηριασθέν πλοίο, είναι εξοπλισμένες με ναυτικό προνόμιο, μεταξύ άλλων, οι απαιτήσεις για έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, εφόσον πραγματοποιήθηκαν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου επακολούθησε η αναγκαστική κατάσχεσή του, δηλαδή σε εκείνο στο οποίο κατέπλευσε το πλοίο και από το οποίο παρεμποδίστηκε να αποπλεύσει λόγω της κατασχέσεως του, χωρίς να είναι απαραίτητο οι δαπάνες αυτές να έχουν γίνει μετά την κατάσχεση. Συνεπώς, αντίστοιχες απαιτήσεις δανειστών, οι οποίες δεν αφορούν δαπάνες που έγιναν μετά την είσοδο του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι και δεν είναι αναγκαίες για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν στο πλοίο από την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλου για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του, δεν είναι κατατακτέες προνομιακώς, σύμφωνα με το δίκαιο της Πολιτείας του Παναμά και εσφαλμένα κατατάσσονται ως προνομιούχες, όπως εν προκειμένω ισχυρίζεται η ανακόπτουσα ότι είναι τα τέλη ελλιμενισμού, για τα οποία κατατάχθηκε η καθ’ ης η ανακοπή, τα οποία -κατά τους ισχυρισμούς της, όπως ορθώς εκτιμώνται από το Δικαστήριο- δεν αφορούν την περίοδο μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι και την ανάγκη αποκατάστασης φθορών, με σκοπό τη διατήρησή του σώου και αναλλοίωτου στο λιμένα μέχρι τον πλειστηριασμό του. Κατόπιν τούτων, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, ο προαναφερόμενος λόγος της κρινόμενης ανακοπής είναι ορισμένος και νόμιμος και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.

(Γ) Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος της καθ’ ης η ανακοπή (σημειωτέον ότι η ανακόπτουσα δεν εξέτασε μάρτυρα), που εξετάσθηκε νόμιμα στο ακροατήριο και περιέχεται απομαγνητοφωνημένη στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, σε συνδυασμό με όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, αλλά τα οποία έλαβε υπόψη στο σύνολό τους το Δικαστήριο κατά την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 αρ. 4 ΚΠολΔ), καθώς και από τις ομολογίες των διαδίκων, όπως συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους και από το σύνολο των εκατέρωθεν ισχυρισμών τους, για τις οποίες θα γίνει ειδική μνεία κατωτέρω (άρθρα 261, 352§1, 353 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αρ. … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Γ. Ι. Λ. και με επίσπευση της καθ’ ης η ανακοπή – ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νομίμως, κατασχέθηκε αναγκαστικά ένα πλοίο και συγκεκριμένα το ένα Τ/Ρ πλοίο αναψυχής, με την ονομασία “…”, σημαίας Παναμά (προηγούμενο όνομα … ), που είναι νηολογημένο στο λιμάνι του Παναμά, με αριθμό …, έχει μήκος 24,35 μ, πλάτος 6,26 μ, βύθισμα 2,29, ολική χωρητικότητα 82,16 ΚΟΧ, καθαρή χωρητικότητα 65.73 ΚΟΧ, έτος κατασκευής το έτος 1951, υλικό κατασκευής ατσάλι, εφοδιασμένο με δύο (2) μηχανές 6 κυλίνδρων, ταχύτητα 11 μίλια ιπποδυνάμεως 256 HP C/U , GENERAL MOTOR, με δύο κατάρτια χρώματος μπλε, ιδιοκτησίας της καθ’ ης η εκτέλεση ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «… ….», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο (πλοίο) βρισκόταν ελλιμενισμένο στη Μαρίνα Ζέας. Κατόπιν της υπ’ αρ. …-… Α΄, … Β΄ και … Γ΄  επαναληπτικών περιλήψεων κατασχετήριας έκθεσης Ε/Π Τ/Π Πλοίου για Διενέργεια Πλειστηριασμού της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Γ. Ι. Λ. και με επίσπευση της καθ’ ης ως άνω ανώνυμης εταιρείας με το διακριτικό τίτλο «….», το προαναφερόμενο πλοίο εκπλειστηριάστηκε με αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις …-…, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής Σακκά – Ρέβελα και κατακυρώθηκε στην τελευταία υπερθεματίστρια αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «I. I. C. (Ι. Ι. Κ.), που εδρεύει στις Ν. Μ., αντί ποσού 100.500 ευρώ, συνταχθείσης της με αριθμό … έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου. Η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, λόγω ανεπάρκειας του συνολικά επιτευχθέντος εκπλειστηριάσματος, ύψους 100.500 ευρώ, προς ικανοποίηση των αναγγελθέντων δανειστών με τις τέσσερις (4) συνολικά αναγγελίες τους, συνέταξε τον ανακοπτόμενο με αριθμό …-… πίνακα κατάταξης δανειστών, από τον οποίο προκύπτει ότι αφού αφαιρέθηκαν από το πλειστηρίασμα τα έξοδα της εκτελέσεως, συνολικού ύψους 6.361,24 ευρώ, η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος, κατέταξε στο εναπομείναν ποσό των 94.138,76 ευρώ τους παρακάτω αναγγελθέντες δανειστές ως εξής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ και 205 ΚΙΝΔ: 1) Την επισπεύδουσα και αναγγελθείσα καθ’ ης ανώνυμη εταιρεία με το διακριτικό τίτλο «….» α) για το συνολικό ποσό των 70.486,75 ευρώ προνομιακά και οριστικά και β) για το ποσό των 6.164,51 ευρώ, προνομιακά μεν υπό τον όρο όμως της τελεσιδίκου επιδικάσεως της απαιτήσεως της, τα οποία αφορούν σε έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως του πλοίου, κατ’ άρθρο 205 περ. α΄ ΚΙΝΔ και 2) τον αναγγελθέντα Ι. Ζ. – πλοίαρχο του ως άνω πλοίου για το ποσό των 17.487,50 ευρώ,  προνομιακά μεν υπό τον όρο όμως της τελεσιδίκου επιδικάσεως της απαιτήσεως του, που αφορά σε απαίτηση από τη σύμβαση εργασίας του, κατ’ άρθρο 205 περ. β΄ ΚΙΝΔ, μετά δε την ανωτέρω κατάταξη, εξαντληθέντος του πλειστηριάσματος, ουδείς έτερος πιστωτής κατατάχθηκε. Περαιτέρω, προέκυψε ότι η ανακόπτουσα εταιρεία, η οποία τελεί υπό ειδική εκκαθάριση και εκπροσωπείται από τον ειδικό εκκαθαριστή της … του …, δυνάμει της υπ’ αρ. … απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, νόμιμα δημοσιευθείσας στα υπ’ αρ. -… ΦΕΚ και υπ’ αρ. … ΦΕΚ, αναγγέλθηκε στον ανωτέρω πλειστηριασμό, μεταξύ των άλλων δανειστών, με την από 10-4-… αναγγελία της προς την ως άνω συμβολαιογράφο,  για την περιγραφόμενη σε αυτή απαίτησή της, συνολικού ύψους 858.120,23 δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη του κλεισίματος του αναφερόμενου σε αυτήν αλληλόχρεου λογαριασμού, δηλαδή από την 03.01.2013 μέχρι την πλήρη εξόφληση, η οποία απορρέει από την υπ’ αρ. … σύμβαση παροχής πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, που καταρτίσθηκε μεταξύ της ανακόπτουσας και της πιστούχου εταιρείας με την επωνυμία «…», καθώς και από την από 10-1-2012 σύμβαση εταιρικής εγγυήσεως, με την οποία η ως άνω καθ’ ης η εκτέλεση οφειλέτιδα εταιρεία εγγυήθηκε προς την ανακόπτουσα την εμπρόθεσμη και πλήρη εξόφληση κάθε απαίτησης της ως άνω πιστούχου προς την ανακόπτουσα και τη νόμιμα επιδοθείσα στην καθ’ ης η εκτέλεση – οφειλέτιδα ως άνω εταιρεία υπ’ αρ. … διαταγή πληρωμή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία διατάχθηκαν η οφειλέτιδα – πιστούχος αλλά και οι εγγυητές, να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στην ανακόπτουσα το συνολικό ποσό των 150.000 δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εκδόσεως της διαταγής πληρωμής, κατά το ισόποσο σε ευρώ με την ισοτιμία δολλάριο ΗΠΑ  – ευρώ κατά το χρόνο αποπληρωμής του αιτούμενου ποσού, καθώς και το ποσό των 2.500 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη. Με την ως άνω αναγγελία της,  η ανακόπτουσα αναγγέλθηκε νομίμως στον ανωτέρω πλειστηριασμό του εν λόγω πλοίου, αιτούμενη να καταταγεί η απαίτησή της, ήτοι το ποσό των 858.120,23 Δολλαρίων ΗΠΑ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη του κλεισίματος του λογαριασμού, δηλαδή από την … μέχρι την πλήρη εξόφλησή του στον πίνακα κατάταξης που επρόκειτο να συνταχθεί οριστικώς, και προνομιακώς έναντι πάντων ως απαίτηση εξασφαλισμένη επί του εκπλειστηριασθέντος πλοίου «…» με πρώτη τη τάξει προτιμώμενη ναυτική υποθήκη μέχρι ποσού 800.000 Δολλαρίων Η.Π.A πλέον τόκων και εξόδων, η οποία ενεγράφη στο τηρούμενο στο Προξενείο του Παναμά στην Ελλάδα βιβλίο της γενικής διευθύνσεως του Συμβολαίου … μητρώου τίτλων και βαρών πλοίων του Τόμου …, στο φύλλο … και ως έγγραφο …, καθώς και να καταταγεί οριστικώς η απαίτησή της 150.000 Δολλαρίων ΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της εκδόσεως της διαταγής πληρωμής κατά το ισόποσο εις ευρώ με την ισοτιμία δολλαρίων ΗΠΑ – ευρώ, κατά τον χρόνο της αποπληρωμής του αιτουμένου ποσού, η οποία στηρίζεται σε εκτελεστό τίτλο, ήτοι στην ως άνω νομίμως κοινοποιηθείσα υπ’ αριθ. … Διαταγή Πληρωμής του κ. Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Περαιτέρω, από την υπ’ αρ. πρωτ. … βεβαίωση του Τομέα Νηολογίων και Ναυτικών Υποθηκολογίων του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά προέκυψε ότι η ως άνω κατάσχεση, που επιβλήθηκε στο προαναφερόμενο πλοίο, με επίσπευση της καθ’ ης η ανακοπή στις …, καταχωρήθηκε στην ως άνω Υπηρεσία στις …, καθώς και ότι κοινοποιήθηκε σε αυτή (Υπηρεσία) μία απαγόρευση απόπλου για το ως άνω πλοίο. Επίσης, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι δυνάμει της από 23-12-2002 συμβάσεως μισθώσεως και παραχωρήσεως δικαιωμάτων εκμετάλλευσης, που έχει καταρτίσει με την εταιρεία «….» και ήδη μετονομασθείσα σε «….», η καθ’ ης η ανακοπή έχει αναλάβει την εκμετάλλευση και την αξιοποίηση του χερσαίου και θαλάσσιου χώρου της Μαρίνας Ζέας για σαράντα (40) έτη, υπό τους αναφερόμενους στην ως άνω σύμβαση ειδικότερους όρους και συμφωνίες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και τα άρθρα 28.1 και 28.2, με βάση τα οποία η εκμισθώτρια εταιρεία εκχώρησε στην καθ’ ης η ανακοπή τις απαιτήσεις της που αφορούν την καταβολή από 1-1-2003 των τελών ελλιμενισμού όλων των σκαφών που περιγράφονται στην ως άνω σύμβαση, καθώς και τις απαιτήσεις κατά των μισθωτών για την καταβολή των μισθωμάτων δυνάμει των σχετικών μισθωτικών συμβάσεων. Μεταξύ των σκαφών, που ελλιμενίζονταν στον τουριστικό λιμένα Ζέας, συμπεριλαμβανόταν και το προπεριγραφόμενο υπό σημαία Παναμά πλοίο, με την ονομασία «…», το οποίο κατασχέθηκε στις … και εντέλει εκπλειστηριάσθηκε στις …-…, κατά τα προαναφερθέντα. Συγκεκριμένα, προέκυψε ότι δυνάμει της από … έγγραφης συμβάσεως ελλιμενισμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ της καθ’ ης η ανακοπή και της ως άνω πλοιοκτήτριας εταιρείας (“… ….”), συμφωνήθηκε η από πλευράς της τελευταίας χρήση των εγκαταστάσεων του τουριστικού λιμένα Ζέας (…), για το χρονικό διάστημα από … έως και 31-12-2010, με συμφωνηθέντα τέλη ελλιμενισμού του ως άνω σκάφους, σύμφωνα με το τιμολόγιο του τουριστικού λιμένα Ζέας (που είχε εγκριθεί με την υπ’ αρ. 12381/2008 Απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης, δημοσιευθείσας στο ΦΕΚ Β΄1167/25-6-2008  και της υπ’ αρ. 2714/2011 απόφασης του Υφυπουργού Τουρισμού και Πολιτισμού, δημοσιευθείσας στο ΦΕΚ Β΄421/16-3-2011), καθώς και με βάση τις διαστάσεις του εν λόγω σκάφους. Ακολούθως, πέραν του ως άνω χρονικού διαστήματος, ο ελλιμενισμός του προπεριγραφόμενου σκάφους συνεχίσθηκε δυνάμει της ως άνω συμβάσεως, η οποία ανανεώθηκε σιωπηρώς και παρατάθηκε τουλάχιστον έως τις ……, ήτοι έως το χρόνο διενέργειας του πλειστηριασμού, δεδομένου ότι μετά την κατάσχεσή του στις … και την απαγόρευση απόπλου, το πλοίο παρέμεινε ελλιμενισμένο στη Μαρίνα Ζέας μέχρι το χρόνο πλειστηριασμού στις ……, αλλά και μέχρι τις …-…. Περαιτέρω, από τη συνολική εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού προέκυψε ότι παρά το γεγονός, ότι η καθ’ ης παρείχε προσηκόντως και αδιαλλείπτως στην ως άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία, για όλο το ως άνω χρονικό διάστημα (από … έως …-…), τις συμφωνηθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού, καθώς και πρόσθετες παροχές (νερό και ρεύμα), η πλοιοκτήτρια εταιρεία δεν κατέβαλλε στην καθ’ ης η ανακοπή στον προσήκοντα χρόνο, ήτοι εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, τα οφειλόμενα ποσά για τέλη ελλιμενισμού και πρόσθετες παροχές, ανερχόμενα στο συνολικό ποσό των (5.245,35 + 10.664,10 + 21.328,20 + 17.773,50 + 12.441,45 =) 67.452,60 ευρώ, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την καθ’ ης υπ’ αρ. …-…, …-…, …-…, …-…, …-…, … αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που εξέδωσε η καθ’ ης και τις οποίες η πλοιοκτήτρια παρέλαβε ανεπιφύλακτα. Επίσης, προέκυψε ότι κατόπιν σχετικής αίτησης της καθ’ ης η ανακοπή, εκδόθηκε σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας  «… ….» η υπ’ αριθμ. … διαταγή πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς για το ποσό των 14.132,10 ευρώ και ότι δυνάμει αυτού του εκτελεστού τίτλου, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση επί του ως άνω σκάφους στις … και επισπεύσθηκε εν συνεχεία ο πλειστηριασμός αυτού, ενώ κατόπιν σχετικής αίτησης της καθ’ ης η ανακοπή εκδόθηκε σε βάρος της ως άνω πλοιοκτήτριας εταιρείας και η υπ’ αριθμ. …/… διαταγή πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς για το ποσό των 47.988,45 ευρώ, επιπλέον δε για το ποσό των 5.332,05 ευρώ, η καθ’ ης η ανακοπή έχει ασκήσει σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας την από 21.5.2015 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως … αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο της 2.2.2016. Επιπρόσθετα, όπως άλλωστε συνομολογεί και η ανακόπτουσα στο δικόγραφο της ανακοπής, η ως άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία οφείλει στην καθ’ ης τα έξοδα φύλαξης του ανωτέρω σκάφους, στο πλαίσιο των διατάξεων του ΠΔ 280/2000, για το χρονικό διάστημα από μήνα Δεκέμβριο 2012 (χρόνο επιβολής της κατάσχεσης) έως Ιούνιο … (χρόνο διενέργειας του πλειστηριασμού), καθόσον αυτή (καθ’ ης η ανακοπή) ανέθεσε στον υπάλληλό της Α. Κ. και τη φύλαξη του άνω σκάφους για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, αντί πρόσθετης αμοιβής ανερχόμενης σε 261,78 ευρώ ανά μήνα, το κόστος δε της φύλαξης του άνω σκάφους ανέρχεται στο συνολικό ποσό των (7 μήνες X 261,78 =) 1.832,46 ευρώ, όπως αυτό αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την καθ’ ης υπ’ αριθμ. ……., ……., ……., ……., ……. και ……. αποδείξεις δαπανών που εξέδωσε αυτή. Επίσης, η ως άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία οφείλει στην καθ’ ης το συνολικό ποσό των 4.307,23 ευρώ, για έξοδα εκτέλεσης, ήτοι για δαπάνη κοινοποίησης της υπ’ αριθμ. … διαταγής πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, έξοδα αναγκαστικής κατάσχεσης και έκδοσης τριών (3) περιλήψεων κατασχετήριας έκθεσης, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως υπ αριθμ. … αποδείξεις παροχής υπηρεσιών της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Γ. Λ..   Συνεπώς, για όλες τις ανωτέρω αιτίες, η άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία οφείλει στην καθ’ ης το συνολικό ποσό των [67.452,60 + 1.832,46 + 4.307,23 =] 73.592,29 ευρώ και συνεπώς, η καθ’ ης νομίμως αναγγέλθηκε ως προνομιούχος δανείστρια για τις ανωτέρω αναφερόμενες απαιτήσεις της στο γενόμενο πλειστηριασμό του άνω σκάφους και κατατάχθηκε προνομιακά, κατά τα προαναφερθέντα. Συγκεκριμένα, από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι προπεριγραφόμενες αξιώσεις της καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας με το διακριτικό τίτλο «….» προέρχονται από τη σύμβαση ελλιμενισμού του ως άνω πλοίου στον πιο πάνω λιμένα Ζέας, ο οποίος ήταν ο τελευταίος λιμένας, στον οποίο κατέπλευσε το πλοίο, πριν από την αναγκαστική του κατάσχεση στις … και την εξαιτίας αυτής παρεμπόδιση του απόπλου του, καθώς και από την παροχή ηλεκτρισμού και ύδατος προς εξυπηρέτηση των αναγκών του πλοίου, στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής, καθώς και φύλαξης του πλοίου λόγω της αναγκαστικής κατάσχεσής του. Οι δαπάνες αυτές συντηρήσεως και φυλάξεως του πλοίου ήταν απολύτως απαραίτητες, για να διατηρηθεί το πλοίο σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλο για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του και να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι τον πλειστηριασμό του στην κατάσταση που βρισκόταν, σώο και αναλλοίωτο, γεγονός που απέβη και προς όφελος των δανειστών. Επομένως, η αναγγελθείσα απαίτηση της καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης εταιρείας «….», που αφορά δαπάνες ελλιμενισμού, συντήρησης και φύλαξης του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, το οποίο βρισκόταν ήδη ελλιμενισμένο στη Μαρίνα Ζέας από την … και παρέμεινε εκεί μετά την κατάσχεσή του και την απαγόρευση απόπλου και μέχρι το χρόνο διενέργειας του πλειστηριασμού, ήτοι δαπάνες για τη διατήρηση αυτού κατάλληλου για τη ναυτιλιακή εκμετάλλευσή του, είναι προνομιούχος, κατά το άρθρο 205 εδ. α΄ ΚΙΝΔ και το άρθρο 1057 περ. 11 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά. Από τα παραπάνω συνάγεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, ότι οι απαιτήσεις της καθ’ ης, για τις οποίες αυτή αναγγέλθηκε στον επισπευδόμενο από την ίδια πλειστηριασμό του εν λόγω πλοίου, αποτελούν έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, με την έννοια του άρθρου 205 περ. α΄ ΚΙΝΔ και του άρθρου 1057 περ. 10 του Εμπορικού Κώδικα του Παναμά και ως προνομιακές, προηγούνται της ναυτικής υποθήκης, με την οποία είναι εξοπλισμένη η προαναφερόμενη απαίτηση της ανακόπτουσας και συνεπώς, ορθώς κατατάχθηκε στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, απορριπτομένου ως ουσιαστικά αβάσιμου του ως άνω μοναδικού λόγου της ένδικης ανακοπής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η ανακοπή ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολο τους, λόγω του ιδιαιτέρως δυσχερούς της ερμηνείας των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου (άρθρο 179 ΚΠολΔ),

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 19-10-2015, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ