ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
3566/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευλαμπία Καπελούζου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 20η Σεπτεμβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» (με διακριτικό τίτλο «…») που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία υπέβαλε προτάσεις δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Νικόπουλου (ΑΜ ΔΣΑ 27553), κατοίκου … και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «… που εδρεύει στον …, η οποία δεν υπέβαλε προτάσεις και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 2-3-2021 αγωγή, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6922/3110/10-9-2021, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθ. …/16-9-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών …, την οποία προσκομίζει, με επίκληση, η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξη με την οποία ορίζεται η προθεσμία κατάθεσης των προτάσεων, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη εταιρεία. Η τελευταία, ωστόσο, δεν έλαβε μέρος κανονικά στη δίκη, με την κατάθεση προτάσεων και πρέπει, επομένως, ενόψει του ότι η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο επέχει θέση νόμιμης κλήτευσής της (άρθρο 237 παρ. 6 εδ. ε΄ ΚΠολΔ, ως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 12 του Ν.4842/2021), να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 4640/2019 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 190/30.11.2019), όπως το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 4647/2019 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 204/16.12.2019), «1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. 2. Πριν από την προσφυγή στο Δικαστήριο, ο πληρεξούσιος δικηγόρος οφείλει να ενημερώσει τον εντολέα του εγγράφως για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς ή μέρους αυτής σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία και τη διαδικασία αυτής των άρθρων 6 και 7 του παρόντος. Το ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής που τυχόν ασκηθεί ή με τις προτάσεις το αργότερο μέχρι τη συζήτησή της, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τις αγωγές που έχουν κατατεθεί από 30.11.2019 έως σήμερα». Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 6 του Ν. 4640/2019 ορίζει ότι: «1. Οι παρακάτω αστικές και εμπορικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς: α) οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1, καθώς και εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 592 Κ.Πολ.Δ., β) οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, γ) οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης. Στις ανωτέρω περιπτώσεις για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. 2. Εξαιρούνται από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης της παραγράφου 1 οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο, Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ. 3. Η προσφυγή των μερών στη δικαστική μεσολάβηση δεν απαλλάσσει τα μέρη από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση προσκόμισης του ενημερωτικού εγγράφου περί της δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς υφίσταται για όλες τις αγωγές, που αφορούν αστικές και εμπορικές διαφορές, οι οποίες κατατέθηκαν από την 30η-11-2019 και εντεύθεν, εφόσον βέβαια οι διάδικοι έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου τους, ανεξάρτητα από το αν οι αγωγές αυτές υπάγονται και στις περιπτώσεις του άρθρου 6 του ιδίου νόμου, ήτοι στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης (κατά τη διαδικασία του άρθρου 7 του νόμου αυτού), οπότε, στην τελευταία περίπτωση, επιβάλλεται και η πρόσθετη υποχρέωση κατάθεσης μαζί με τις προτάσεις και του πρακτικού της παραπάνω συνεδρίας, καθώς και η μνεία στο έντυπο του άρθρου 3 παρ. 2 της ενημέρωσης του εντολέα για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Σημειώνεται δε ότι, ενώ η έναρξη ισχύος των άρθρων 6 και 7 Ν. 4640/2019, ως προς τις υποθέσεις της περ. β’ του άρθρου 44 του νόμου αυτού, μετατέθηκε αναδρομικά για την 1η-7-2020 (άρθρ. 74 παρ. 14 Ν. 4690/2020), δεν μετατέθηκε η έναρξη ισχύος εφαρμογής του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, που παρέμεινε σε ισχύ από την άνω ημερομηνία (30-11-2019) (βλ και ΠΠρΘεσ 1045/2021, δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ). Η δε ρητή αναφορά του νόμου στην προσκομιδή του ενημερωτικού εγγράφου εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, με απώτατο όριο το χρόνο της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, καθιστά σαφές ότι η μη προσκομιδή του δεν αποτελεί τυπική παράλειψη, η οποία να δύναται να αναπληρωθεί με την εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, η δικονομική κύρωση, που ο νομοθέτης απείλησε ακριβώς προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ενημέρωση του αιτούμενου δικαστική προστασία θα λάβει χώρα πριν από την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος του, ώστε να επιλέξει εκ των προτέρων την οδό της διαμεσολάβησης, θα αδρανοποιούνταν εκ των υστέρων, καθιστώντας εν τέλει την πραγματοποίηση της ενημέρωσης μία περιττή τυπολατρία και οδηγώντας στη ματαίωση του σκοπού θέσπισης των διατάξεων του άρθρου 3 του Ν. 4640/2019, που αφορά στην ενημέρωση του εντολέα, όχι γενικά και αφηρημένα, αλλά σε χρόνο πριν την άσκηση της αγωγής και στην προώθηση της εξοικείωσης των πολιτών με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης (βλ. την ΑιτΕκθ του Ν. 4640/2019, ΠρΘεσ 1878/2021, ΠΠρΘεσ 1045/2021 , δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ, contra ΜΠρΚαβ 70/2021 δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ, Α. Πλεύρη, Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ερμηνεία κατ. άρθρο των αρ. 1-31 του ν. 4640/2019, 2021, σελ. 103-105 και 193-195). Εξάλλου, στο άρθρο 6 του Ν. 4640/2019 προσδιορίζονται οι διαφορές ιδιωτικού δικαίου που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ). Ως τέτοια νοείται η συνεδρία στην οποία τα μέρη δέχονται ενημέρωση, κατευθύνσεις, οδηγίες και διασαφήσεις επί της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και των ωφελειών της από πλευράς του διαμεσολαβητή σε σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση. Η υποχρεωτικότητα της συνεδρίας έγκειται στο γεγονός ότι η συζήτηση της τυχόν ασκηθησομένης αγωγής κηρύσσεται απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί πρακτικό υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης. Περαιτέρω, αναφορικά με την ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής, δέον όπως επισημανθούν τα ακόλουθα: στην αιτιολογική σκέψη 13 της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης, διευκρινίσθηκε ότι ο προαιρετικός χαρακτήρας της διαμεσολάβησης δεν συνίσταται στην ελευθερία των μερών να προσφύγουν στη σχετική διαδικασία, αλλά στο γεγονός ότι «τα μέρη έχουν την ευθύνη της διαδικασίας και μπορούν να την οργανώσουν κατά την επιθυμία τους και να την ολοκληρώσουν οποιαδήποτε στιγμή». Η προσφυγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης των ενδίκων βοηθημάτων που ασκούνται, στις διαφορές του παρόντος άρθρου, συνιστά συμπληρωματικό, πλην όμως προσωρινό και βραχύχρονο, στάδιο πριν την προσφυγή στην τακτική δικαιοσύνη. Άλλωστε, κατά την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν αποτελούν απόλυτα προνόμια, αλλά υπόκεινται σε περιορισμούς, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται πράγματι στους σκοπούς γενικού συμφέροντος που επιδιώκονται με το επίμαχο μέτρο και δεν αποτελούν, ενόψει του επιδιωκομένου σκοπού, υπέρμετρη και επαχθή επέμβαση που προσβάλλει την ουσία των διασφαλιζομένων δικαιωμάτων (απόφαση της 18ης Μαρτίου 2010, Alassini κ.λπ., C 317/08 έως C 320/08, EU :C:2010:146, σκέψη 62 και 63 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Εν προκειμένω, η συμμετοχή των μερών σε μία υποχρεωτική αρχική συνεδρία ως προϋπόθεση για το παραδεκτό της συζήτησης της διαφοράς συνιστά σύννομο και ανάλογο προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα περιορισμό, ο οποίος είναι συμβατός με την αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας και δεν τελεί σε αντίθεση με τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, καθώς η διαδικασία δεν καταλήγει σε δεσμευτική για τα εμπλεκόμενα μέρη απόφαση, δεν καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση αγωγής, οι προθεσμίες παραγραφής ή αποσβεστικής προθεσμίας, καθώς και οι σχετικές δικονομικές προθεσμίες αναστέλλονται ενόσω διαρκεί η διαδικασία διαμεσολάβησης, δεν προκαλούνται ή προκαλούνται ελάχιστα έξοδα στα μέρη και δεν αποκλείεται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων (ΔΕΚ υπόθεση C-317- 320/2008, απόφαση της 18ης.03.2010, σκέψεις 54-57 και 61-63, ΔΕΕ υπόθεση C 75/16, με αντικείμενο αίτηση προ-δικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, την οποία υπέβαλε το Πρωτοδικείο της Βερόνας, Ιταλία, με απόφαση της 28ης.01.2016). Σε κάθε περίπτωση, η υπαγωγή στη διαμεσολάβηση αναφέρεται στη συμμετοχή των μερών σε μία υποχρεωτική αρχική συνεδρία και όχι στην επίτευξη συμφωνίας, καθώς τα μέρη διατηρούν τη δυνατότητα να αποχωρήσουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης ανά πάσα στιγμή και να προσφύγουν στην τακτική δικαιοσύνη, ασκώντας τη σχετική αγωγή και προσκομίζοντας, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησής της, το πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας (βλ. αιτιολογική έκθεση Ν. 4640/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι ιδρύθηκε ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία. Ότι έχει αναλάβει τη διοίκηση και τη γενική εκμετάλλευση του λιμένος ……. και της ευρύτερης χερσαίας λιμενικής ζώνης του. Ότι για την παροχή δικαιωμάτων προσόρμισης, πρυμνοδέτησης και παραβολής πλωτών ναυπηγημάτων σε ιδιωτικά ναυπηγεία, καθώς και για την παροχή ευκολιών υποδοχής στερεών αποβλήτων στα πλοία εκτάκτων πλοών της εναγομένης α) «…”, Κ.Ο.Χ. 27.986, μήκους μέτρων 189,82 και β) «…”, μήκους μέτρων 45,13, όφειλε η εναγομένη να της καταβάλει, σύμφωνα με τις καθοριζόμενες στον «Κανονισμό και Τιμολόγια στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη ΟΛΠ», καθώς και στον Κανονισμό «Τέλη & Τιμολόγια Παροχής Ευκολιών Υποδοχής Καταλοίπων» χρεώσεις, όπως αυτές ειδικότερα εκτίθενται στην αγωγή, το συνολικό ποσό των 33.792,97 ευρώ. Ότι, ενώ εκδόθηκαν από την ίδια για τις ανωτέρω αιτίες τα επισυναπτόμενα στην αγωγή αποτελούντα ενιαίο σώμα με αυτήν αναφερόμενα αναλυτικώς, κατά ποσό και είδος, τιμολόγια, τα οποία παρελήφθησαν ανεπιφύλακτα από την εναγομένη, τούτα δεν εξοφλήθηκαν, παρά τις επανειλημμένες προς τούτο οχλήσεις της. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 33.792,97 ευρώ, πλέον τόκων από την επομένη της έκδοσης ενός εκάστου των ως άνω τιμολογίων συνολικού ποσού 1.717,78 ευρώ, πλέον τέλους χαρτοσήμου συνολικού ποσού 61,86 ευρώ, τα παραπάνω δε ποσά με το νόμιμο τόκο από τη γένεση εκάστης οφειλής, άλλως από την έκδοση ενός εκάστου των τιμολογίων, άλλως από την επίδοση της ένδικης αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η ένδικη αγωγή, με την οποία εισάγεται διαφορά ιδιωτικού δικαίου, που υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, κατ’ άρθρο 1 περ. α’ ΚΠολΔ (πρβλ. ΑΠ 998/2015, δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ), αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 7, 8, 9, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 33 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 51 παρ. 1 περ. α’, 2, 3Α, 4 Ν. 2172/1993, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, καθώς οι αξιώσεις της ενάγουσας απορρέουν από μικτή σύμβαση, με στοιχεία που ανήκουν σε περισσότερους αυτοτελείς τύπους συμβάσεων, από τις οποίες, ενόψει και του σκοπού της ενάγουσας προς παροχή κάθε είδους λιμενικών υπηρεσιών, προέχει αυτή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών, πλην όμως πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση αυτής, καθόσον η ενάγουσα δεν προσκόμισε, ως είχε υποχρέωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 2 εδ. β΄ και 6 παρ. 1 εδ. β΄ του Ν. 4640/2019, ούτε ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της ένδικης διαφοράς, ούτε πρακτικό υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Ειδικότερα, πρόκειται για εμπορική υφιστάμενη διαφορά, τα διάδικα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέσουν το αντικείμενο αυτής, κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου και η αγωγή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 10η-9-2021, καταλαμβανόμενη, ως εκ τούτου, από το πεδίο εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων του εν λόγω νόμου, ενώ περαιτέρω πρόκειται για διαφορά που εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου και η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Ενόψει όλων των ανωτέρω, όφειλε η ενάγουσα να προσκομίσει: α) είτε με το δικόγραφο της αγωγής είτε το αργότερο με τις προτάσεις της ενημερωτικό έγγραφο περί της δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από την ίδια και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, με μνεία της ενημέρωσής της για την υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 3 παρ. 2 Ν. 4640/2019, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 30η-11-2019 και β) με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης (όφειλε να προσκομίσει) πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας (ΥΑΣ) διαμεσολάβησης, σύμφωνα με το άρθρ. 6 παρ. 1 του ίδιου ως άνω νόμου, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 1η-7-2020 (άρθρο 74 παρ. 14 Ν. 4690/2020). Σημειώνεται ότι η ενάγουσα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου κι ως εκ τούτου να εξαιρεθεί από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης (άρθρ. 6 παρ. 2 Ν. 4640/2019), καθόσον όπως ρητά αναγράφεται στην υπ’ αριθ. 16 σκέψη της αιτιολογικής έκθεσης του Ν.4404/2016 (ΦΕΚ 126/Α/08.07.2016), με τον οποίο κυρώθηκε η από 24-6-2016 Σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ενάγουσας, η περιέλευση του ελέγχου της σε ιδιώτη επενδυτή έχει την έννοια ότι η … έχει απωλέσει τον χαρακτήρα της ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα και έχει μεταχθεί σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, γεγονός που προϋποθέτει την κατάργηση και αφαίρεση από την … αρμοδιοτήτων και εξουσιών, οι οποίες ενέχουν στοιχεία ενάσκησης δημόσιας εξουσίας ή προσιδιάζουν περισσότερο στον δημόσιο πυλώνα της λειτουργίας της πολιτείας.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ένδικης αγωγής, ενώ παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν ορίζεται, διότι, κατά την προκρινόμενη άποψη, η άσκησή της δεν επιτρέπεται κατά μη οριστικών αποφάσεων, όπως είναι η παρούσα (βλ. Πανταζόπουλος Στ. στην ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, 2020, άρθρ. 501 αριθ. 2, σελ. 34, Ν.Νίκας: Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας Β’ έκδοση 2016, Κεφ. ΚΔ’, σ. 768). Τέλος, διάταξη για δικαστικά έξοδα δεν περιλαμβάνεται, διότι η παρούσα είναι μη οριστική (άρθρ. 191 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της ένδικης αγωγής.
ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, την , χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ