Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός απόφασης       

1132/2023

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. αγωγής 10487/4845/2021)

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Γεώργιο Ξυνόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, και Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Ελένη Δαβράδου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Νοεμβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της ενάγουσας: Εταιρείας με την επωνυμία «….» και διακριτικό τίτλο «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον … , νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 29-4-2022, τις από 26-4-2022 προτάσεις της δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Νικόλαου Μαχαιριώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 10119), δυνάμει της από 27-4-2022 εξουσιοδότησης του νόμιμου εκπροσώπου της, …, στην οποία βεβαιώνεται το γνήσιο της υπογραφής του, σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμό πρωτ. …/6-10-2021 πιστοποιητικό ισχύουσας εκπροσώπησης της παραπάνω εταιρείας της Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά και τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο. Ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθμό …/29-4-2022 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Της εναγόμενης : Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 20-12-2021 αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 10487/20-12-2021 και 4845/20-12-2021 αντίστοιχα, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, δυνάμει της από 13-10-2022 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από την υπ’ αριθμό …/23-12-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά …, που νόμιμα προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξης ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών, στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά για λογαριασμό της εναγόμενης, λόγω του ότι η τελευταία έχει την έδρα της στο εξωτερικό (άρθρα 122 § 1, 123, 124, 134 § 1, 136 § 1 και 215 § 2 ΚΠολΔ). Επίσης, από την από 12-1-2022 ένορκη δήλωση επίδοσης του δικαστικού επιδότη …, που νόμιμα προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξης ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων, και παραγγελία επίδοσης, επιδόθηκε στις 10-1-2022 στην εναγόμενη, σύμφωνα με το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΚ) 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης-11-2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) 1348/2000 του Συμβουλίου, ήτοι απευθείας από δικαστικό επιμελητή στην έδρα της, κατόπιν αιτήματος του πληρεξούσιου δικηγόρου της ενάγουσας, δοθέντος ότι η απευθείας επίδοση πράξεων επιτρέπεται από τη νομοθεσία της Κύπρου, όπως προκύπτει από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 337 ΚΠολΔ (βλ. σχετ. τον επίσημο ιστότοπο της Ε.Ε. στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://e-justice.europa.eu/373/EL/serving_documents?CYPRUS&member=1 και την ιστοσελίδα του Πρωτοδικείου Πειραιά www.protodikeio-peir.gr/wp-content/uploads/2019/07/ann_co_m_17-12-2010-1.pdf). Τέλος, επιπρόσθετα με την ως άνω πραγματική επίδοση, από την υπ’ αριθμό πρωτ. της υπηρεσίας παραλαβής …/15-6-2022 βεβαίωση επίδοσης του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως της Κύπρου και τα συνημμένα σε αυτήν έγγραφα, ήτοι το από 8-6-2022 πιστοποιητικό επίδοσης δικογράφων εξωτερικού της Β. Αρχιπρωτοκολλητή του Ανώτατου Δικαστηρίου της Κύπρου Αρτέμιδος Αντωνίου και την από 24-5-2022 ένορκη δήλωση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού …, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξης ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων, και παραγγελία προς επίδοση, επιδόθηκε νόμιμα στις 23-5-2022 στην εναγόμενη, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 2, 3, 4, 6, 7, 9 § 1 και 10 του ως άνω Κανονισμού (ΕΚ) 1393/2007. Εξάλλου, η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επέχει θέση νόμιμης κλήτευσης της εναγόμενης (άρθρο 237 § 4 εδ. ε΄ ΚΠολΔ όπως το εν λόγω άρθρο ίσχυε πριν την αντικατάστασή του από το άρθρο 12 Ν. 4842/2021). Η τελευταία, όμως, δεν έλαβε κανονικά μέρος στη δίκη κατά την παραπάνω δικάσιμο, καθώς δεν κατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 §§ 1-3, και επομένως, πρέπει να δικασθεί ερήμην (άρθρα 115 § 3 και 271 §§ 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της, εκθέτει ότι είναι θυγατρική εταιρεία του ομίλου του …, με αντικείμενο εργασιών την παροχή δορυφορικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε πλοία της ελληνικής και παγκόσμιας ναυτιλίας, καθώς και την παροχή υπηρεσιών υπολογισμού, επαλήθευσης, τακτοποίησης και εκκαθάρισης τηλεπικοινωνιακών τελών που οφείλονται από τις πλοιοκτήτριες εταιρείες/συνδρομήτριές της προς τους τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς και εταιρείες της υφηλίου. Ότι, ακόμη, παρέχει στους πελάτες της τον αναγκαίο δορυφορικό τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό (τον οποίο είτε πωλεί, είτε μισθώνει με συμβάσεις μακροχρόνιας μίσθωσης) προς εγκατάσταση στα πλοία προκειμένου να καθίσταται δυνατή η ενεργοποίηση και αδιακώλυτη χρήση των παρεχόμενων παραπάνω υπηρεσιών. Ότι με την εναγόμενη σύναψε τρείς συμβάσεις, δυνάμει των οποίων της παρείχε πακέτα δορυφορικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, και συγκεκριμένα : α) την υπ’ αριθμό …/1-11-2007 Σύμβαση Παροχής δορυφορικής τηλεπικοινωνίας και δη επικοινωνίας ευρέως φάσματος στόλου και υπηρεσιών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και παροχής του απαραίτητου τεχνολογικού εξοπλισμού, β) την υπ’ αριθμό … Σύμβαση Παροχής δορυφορικής τηλεπικοινωνίας Iridium και γ) την υπ’ αριθμό … Σύμβαση Παροχής υπηρεσιών VSAT, μετά των παραρτημάτων τους, με τις οποίες ανέλαβε, έναντι των συμφωνημένων χρεώσεων, να της παρέχει τις αναφερόμενες σε αυτήν υπηρεσίες και εξοπλισμό, τις οποίες η εναγόμενη, ακολούθως, μεταπωλούσε σε δικούς της πελάτες, ήτοι πλοιοκτήτριες και διαχειρίστριες εταιρείες πλοίων. Ότι για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και εξοπλισμό, που σε εκτέλεση των συμβάσεων αυτών παρείχε, εξέδιδε μηνιαία τιμολόγια, που τα απέστελλε στην εναγόμενη προς πληρωμή, η οποία ήταν και η αποκλειστικά μοναδική υπόχρεη στην πληρωμή τους και όφειλε, βάσει των συμβάσεων, να εξοφλήσει εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την αποστολή τους, υποχρεούμενη, σε περίπτωση παρόδου της συγκεκριμένης δήλης ημέρας, σε πληρωμή τόκου με βάση το διατραπεζικό επιτόκιο για δολάρια (LIBOR) προσαυξημένο κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως. Ότι κατά τη διάρκεια των ανωτέρω συμβάσεων, εκ των οποίων η πρώτη είχε ορισθεί διετής και η δεύτερη μονοετής και στη συνέχεια, κατέστησαν αορίστου χρόνου, ενώ η τρίτη εξ αρχής είχε συμφωνηθεί αορίστου χρόνου, λειτούργησαν δε μέχρι τα μέσα του έτους 2017, η ίδια εκπλήρωνε στο ακέραιο τις συμβατικές της υποχρεώσεις, πλην, όμως, η εναγόμενη προέβαινε συστηματικά σε τμηματικές καταβολές έναντι της συνολικής οφειλής της, με συνέπεια μεγάλο μέρος των τιμολογίων της να παραμένει σε μόνιμη βάση ανεξόφλητο, όπως προκύπτει από το συνημμένο σε αυτήν πίνακα τιμολογίων και ειδικότερα, το συνολικό ποσό των ανεξόφλητων τιμολογίων από την πρώτη σύμβαση ανέρχεται στα 663.345,05 δολ. Η.Π.Α., από τη δεύτερη σύμβαση στα 13.454,55 δολ. Η.Π.Α. και από την τρίτη στα 24.665,40 δολ. Η.Π.Α. Ότι, επίσης, στα πλαίσια της πρώτης ως άνω σύμβασης, δυνάμει του συνημμένου σε αυτήν Παραρτήματος XXVII, ανέλαβε και παρείχε στην εναγόμενη υπηρεσίες υπολογισμού, επαλήθευσης, τακτοποίησης και εκκαθάρισης των τηλεπικοινωνιακών τελών που οφείλονταν από εταιρείες/πελάτες της εναγόμενης σε τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς και εταιρείες ανά την υφήλιο για την δαπάνη των ραδιοεπικοινωνιών που πραγματοποιούνταν από τους σταθμούς πλοίων του πελατολογίου της στους εν λόγω τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς και παρόλο που παρείχε στην εναγόμενη τις συμφωνηθείσες υπηρεσίες μέχρι τα τέλη του 2020, η τελευταία από το έτος 2015 και εντεύθεν καθυστερούσε σημαντικά την εξόφλησή τους, με συνέπεια να παραμένουν ανεξόφλητα τιμολόγια συνολικού ποσού 3.826,08 δολ. Η.Π.Α., όπως προκύπτει από το συνημμένο σε αυτήν πίνακα τιμολογίων. Ότι, ακόμη, στα πλαίσια της ίδιας ως άνω πρώτης σύμβασης, παρείχε από το 2015 μέχρι και τα μέσα του 2017 στην εναγόμενη και άλλες υπηρεσίες επιβοηθητικές των συμφωνηθεισών υπηρεσιών, όπως υπηρεσίες απενεργοποίησης του σχετικού εξοπλισμού, ελέγχου και πιστοποίησης της λειτουργικότητάς του, για τις οποίες ομοίως η εναγόμενης προέβαινε σε μερική εξόφληση, με αποτέλεσμα να υπάρχει ανεξόφλητη οφειλή συνολικού ποσού 1.029,50 δολ. Η.Π.Α., όπως προκύπτει από το συνημμένο σε αυτήν πίνακα τιμολογίων. Ότι οι ανωτέρω συμβάσεις λύθηκαν σταδιακά εντός του 2017, μονομερώς από την εναγόμενη, κατά την ημερομηνία λήξης του δε η τελευταία της όφειλε από την πώληση προς αυτήν των προαναφερόμενων υπηρεσιών και του συναφούς τεχνικού εξοπλισμού, συνολικό ποσό 1.006.417,75 δολ. Η.Π.Α., ενώ κατέβαλε το διάστημα μεταξύ 11-4-2017 μέχρι 31-8-2021 συνολικό ποσό 300.097,17 δολ. Η.Π.Α., απομένοντος υπολοίπου του ποσού των 706.320,58 δολ. Η.Π.Α., το οποίο, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της αρνείται να της καταβάλει. Ότι η εναγόμενη αναγνώρισε την παραπάνω οφειλή τόσο με το από 13-3-2017 ηλεκτρονικό μήνυμα του Διευθύνοντος Συμβούλου της, για ποσό τότε 850.000,00 δολ. Η.Π.Α., προτείνοντας ένα μηνιαίο πρόγραμμα πληρωμών με έναρξη στις 17-2-2017 και ολική εξόφληση τον Ιούλιο του 2021, όσο και τον Μάρτιο του 2018 για το ποσό, σύμφωνα με τους δικούς της υπολογισμούς 639.455.99 δολ. Η.Π.Α. και όχι στο ποσό των 931.255,12 δολ. Η.Π.Α., όπως της γνωστοποιήθηκε με το από 22-1-2018 ηλεκτρονικό μήνυμα του πληρεξούσιου δικηγόρου της (ενάγουσας). Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενη, επίσης, ότι με τις προαναφερόμενες συμβάσεις ορίσθηκαν ως αρμόδια για την επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς σχετικής με αυτές τα Δικαστήρια του Πειραιά και εφαρμοστέο το Ελληνικό Δίκαιο, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει με βάση τις ως άνω συμβάσεις, άλλως, σε περίπτωση που ήθελε κριθούν άκυρες, με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, το ισόποσο σε ευρώ του ποσού των 706.320,58 δολ. Η.Π.Α. με βάση το μεταξύ δολ. Η.Π.Α. και ευρώ ισχύον επιτόκιο κατά το χρόνο εξόφλησης, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία κατά την οποία κάθε επιμέρους τιμολόγιο κατέστη ληξιπρόθεσμο (ήτοι 30 ημέρες μετά την έκδοσή τους), άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή, που έχει επιδοθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 215 § 2 ΚΠολΔ, όπως προεκτέθηκε, με τη με μνεία ότι κρίσιμος χρόνος επίδοσης της αγωγής για την εμπρόθεσμη ολοκλήρωση της άσκησής της, όταν ο προς ον η επίδοση είναι κάτοικος χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε εφαρμόζεται ο ανωτέρω 1393/2007 Κανονισμός, είναι ο χρόνος της πλασματικής επίδοσης της αγωγής στον Εισαγγελέα, κατ’ άρθρο 134 § 1 ΚΠολΔ, με την οποία ολοκληρώνεται η σύνθετη διαδικαστική πράξη της άσκησης της αγωγής και οριοθετείται κατά τρόπο οριστικό και επίσημο το αντικείμενο της δίκης, αφού ο χρόνος της πραγματικής επίδοσης στον εναγόμενο εκφεύγει απολύτως από την σφαίρα επιρροής του ενάγοντος, γιατί εξαρτάται από σειρά ενεργειών άλλων αρμοδίων προσώπων για την έγκυρη διαβίβαση της αγωγής στην χώρα κατοικίας του εναγόμενου και την έγκαιρη επίδοση σε αυτόν εντός της σύντομης προθεσμίας του ως άνω άρθρου 215 § 2 ΚΠολΔ, ενέργειες τις οποίες δεν μπορεί κατά κανένα τρόπο να επηρεάσει [ΑΠ 1181/2022 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα www.areiospagos.gr, ΕφΑθ 966/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟS, Αρβανιτάκης, στο Αρβανιτάκης/Βασιλακάκης, Κανονισμός (ΕΚ) 1393/2007, κατ’ άρθρο ερμηνεία (2018), άρθρο 9, αριθ. 5-7, βλ. ομοίως και υπό τον προγενέστερο Κανονισμό 1348/2000, ΑΠ 1404/2011 και ΑΠ 289/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟS, σύμφωνα με τις οποίες στην περίπτωση που η αγωγή στρέφεται κατά προσώπων που κατοικούν σε χώρα της Ε.Ε., ως χρόνος ασκήσεως αυτής και επέλευσης όλων των ουσιαστικών και δικονομικών συνεπειών κατά το ελληνικό δίκαιο νοείται εκείνη της πλασματικής επίδοσης του σχετικού δικογράφου στον εισαγγελέα, κατ’ άρθρο 134 παρ. 1 ΚΠολΔ], και για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το αντίστοιχο τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθμό … e-παράβολο της ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με την από 15-11-2022 απόδειξη εξόφλησης της Τράπεζας ……….), παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, που είναι αρμόδιο καθ’ ύλη (άρθρα 7, 9, 10 και 18 ΚΠολΔ), λειτουργικά (άρθρο 51 §§ 1 περ. α΄, 3Α και 3Β περ. ε΄ Ν. 2172/1993 λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς) και κατά τόπο (άρθρα 42, 43 και 44 ΚΠολΔ), λόγω έγκυρης συμφωνίας παρέκτασης μεταξύ των μερών, που έχει περιληφθεί στις προαναφερόμενες συμβάσεις (βλ. τον υπ’ αριθμό 14.4 όρο των ένδικων τριών συμβάσεων που προσκομίζονται στην αγγλική γλώσσα και σε νόμιμη αποσπασματική μετάφραση στην ελληνική γλώσσα), το οποίο έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς [άρθρα 3 § 1 και 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 25, 66 § 1 και 81 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»]. Περαιτέρω, ενόψει του ότι με την ένδικη αγωγή εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, λόγω της έδρας της εναγόμενης στην αλλοδαπή, τίθεται θέμα εφαρμοστέου ουσιαστικού δικαίου, που διέπει την επίδικη διαφορά. Εν προκειμένω: α) ως προς τη διερεύνηση των διαδικαστικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έναρξη, διεξαγωγή της δίκης και έκδοσης απόφασης κατ’ ουσία, οι οποίες εξετάζονται πριν από τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο (lex fori), το δίκαιο, δηλαδή, της έδρας του δικάζοντος Δικαστηρίου, β) ως προς την ενδοσυμβατική ευθύνη της εναγόμενης από τις αναφερόμενες στην αγωγή συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και εξοπλισμού εφαρμοστέο είναι, βάσει ρητού όρου (υπ’ αριθμό 14.4) που περιέχεται στις ένδικες συμβάσεις, το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 2, 3 § 1, 28 και 29 της Σύμβασης του 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Σύμβαση της Ρώμης) αναφορικά με τις δύο πρώτες συμβάσεις, ενόψει του ότι καταρτίσθηκαν την 1η-11-2007, και σύμφωνα με τις όμοιες διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 2, 3 § 1, 28 και 29 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές [(Ρώμη Ι), αναφορικά με την τρίτη ως άνω σύμβαση, ενόψει του χρόνου κατάρτισής της στις 19-9-2011 και γ) ως προς την επικουρική βάση της αγωγής που στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, εφαρμοστέο είναι, ομοίως, το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 25 εδ. β΄ ΑΚ, ως το δίκαιο της χώρας που αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση από το σύνολο των ειδικών συνθηκών (βλ. Μεταλληνό σε Α. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, τ. Ι, άρθρο 26, §§ 28 και 29, σελ. 75, πρβλ. ΕφΠειρ 276/2019 Αρμ 2020, σελ. 1710), αναφορικά με τις δύο πρώτες συμβάσεις, και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 2 § 1 και 10 § 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ), ως το δίκαιο που διέπει την ένδικη συμβατική σχέση της παροχής υπηρεσιών και εξοπλισμού, με την οποία ο αδικαιολόγητος πλουτισμός εμφανίζει στενό σύνδεσμο, αναφορικά με την τρίτη ως άνω σύμβαση. Με βάση, επομένως, το ελληνικό δίκαιο, η αγωγή, κατά την κύρια βάση της, που ερείδεται στην ενδοσυμβατική ευθύνη της εναγόμενης, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 291, 292, 345, 346, 361, 513 επ., 681 επ. ΑΚ, 176, 907, 908 § 1 περ. στ΄ ΚΠολΔ, 6 § 1 Ν. 5422/1932 (που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, κατ’ άρθρο 20 ΕισΝΑΚ) και 1 Ν. 2842/2000, εκτός του αιτήματος περί τοκοδοσίας για το προγενέστερο της επίδοσης της αγωγής χρονικό διάστημα και δη για το διάστημα μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 30 ημερών από την έκδοση ενός εκάστου των τιμολογίων, το οποίο είναι απορριπτέο ως νομικά αβάσιμο, καθώς κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή τα εκδοθέντα τιμολόγια είχε συμφωνηθεί ότι ήταν πληρωτέα εντός προθεσμίας 30 ημερών από την αποστολή τους και όχι από την έκδοσή τους, ενώ, εφόσον δεν διευκρινίζεται ο ακριβής χρόνος αποστολής τους στην εναγόμενη, το αίτημα αυτό της τοκοδοσίας, εάν ήθελε κριθεί ότι περιλαμβάνει το μερικότερο χρόνο από την αποστολή τους, είναι απορριπτέο ως αόριστο. Η επικουρική βάση, όμως, της αγωγής εκ του αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι απορριπτέα ως νομικά αβάσιμη, καθόσον, καίτοι επιβοηθητικής φύσης, θεμελιώνεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίζεται και η κύρια βάση της αγωγής από τη σύμβαση, χωρίς ο ενάγων να εκθέτει διαφορετικά ή πρόσθετα πραγματικά περιστατικά από εκείνα στα οποία στηρίζεται η αγωγή από τη σύμβαση (ΟλΑΠ 22 και 23/2003 ΧρΙΔ 2004, σελ. 117, ΑΠ 477/2021, ΑΠ 1509/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟS). Πρέπει, επομένως, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της προσκομίζεται το από 28-4-2022 πρακτικό περάτωσης αρχικής υποχρεωτικής συνεδρίας μετά του φύλλου βασικών στοιχείων, κατ’ άρθρο 7 § 4 Ν. 4640/2019, ενώ η παράλειψη προσκόμισης της έγγραφης ενημέρωσης του νόμιμου εκπροσώπου της ενάγουσας από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, κατ’ άρθρο 3 § 2 του ως άνω νόμου, δεν συνεπάγεται το απαράδεκτο της συζήτησης, καθόσον ο σκοπός του νομοθέτη, ήτοι η ενημέρωση του ανωτέρω διαδίκου, έχει εκπληρωθεί και διασφαλισθεί, εν προκειμένω, μέσω της διενέργειας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας [βλ. Π. Γιαννόπουλος, Διαμεσολάβηση και πολιτική δίκη, σελ 208-209, Ά. Πλεύρη, Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, Ερμηνεία κατ΄ άρθρο του ν.4640/2019, σελ 105-106 και έτσι υπό το καθεστώς του ν. 4512/2018 τον Μάζη, Η νέα ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης (άρθρα 178-206 ν. 4512/2018), ΕλλΔνη 2018, σελ 362].

Οι πραγματικοί ισχυρισμοί της ενάγουσας, που δεν αναφέρονται σε γεγονότα για τα οποία απαγορεύεται η ομολογία, τεκμαίρονται ομολογημένοι λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, εναντίον δε της αγωγής δεν υπάρχει κάποια ένσταση που να εξετάζεται αυτεπάγγελτα (άρθρο 271 § 3 ΚΠολΔ). Πρέπει, συνεπώς, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των επτακοσίων έξι χιλιάδων τριακοσίων είκοσι δολαρίων Η.Π.Α. και πενήντα οκτώ σέντς (706.320,58$), με βάση την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου Η.Π.Α., κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της παρούσας απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο, καθόσον δεν συντρέχουν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, εξαιρετικοί λόγοι που συνηγορούν προς τούτο, ούτε αποδεικνύεται ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα (άρθρο 908 ΚΠολΔ). Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ), και να επιβληθούν σε βάρος της, λόγω της ήττας της, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας (άρθρα 106, 176, 189, 191 § 2 ΚΠολΔ, 63 § 1 και 68 § 1 N. 4194/2013, και βλ. ΟλΑΠ 6/2021 αναφορικά με τον υπολογισμό της δικηγορικής αμοιβής με βάση κλιμακωτό και όχι ενιαίο συντελεστή), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγόμενης.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300,00€).

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των επτακοσίων έξι χιλιάδων τριακοσίων είκοσι δολαρίων Η.Π.Α. και πενήντα οκτώ σέντς (706.320,58$), με βάση την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου Η.Π.Α., κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων εξακοσίων ευρώ (17.600,00€).

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 21 Μαρτίου 2023, και δημοσιεύθηκε στις 4 Απριλίου 2023, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ