Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

  

 

Αριθμός απόφασης

800/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ειδική διαδικασία περιουσιακών – εργατικών διαφορών)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευλαμπία Καπελούζου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 13η Δεκεμβρίου 2022, για να δικάσει τις υποθέσεις:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΑΝΤΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στην … επί της συμβολής των οδών … και … κι εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αικατερίνη Σταματελοπούλου (ΑΜ ΔΣΑ 30968).

ΤΗΣ ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: … του .., κατοίκου …, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ 2852), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η αντεκκαλούσα – εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την από 13-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 4937/45/14-7-2020 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 28/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερα τα διάδικα μέρη και συγκεκριμένα η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα – αντεφεσίβλητη ναυτιλιακή εταιρεία, με την από 29-9-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 10162/290/29-9-2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου 9927/4924/2-11-2022 έφεση και η ενάγουσα και ήδη αντεκκαλούσα – εφεσίβλητη, με την από 2-11-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου 9980/4951/3-11-2022 αντέφεση, που προσδιορίστηκαν να συζητηθούν κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν. Η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας – αντεφεσίβλητης, ανέπτυξε τις απόψεις της αναφερόμενη στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της αντεκκαλούσας – εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Οι κρινόμενες : α) από 29-9-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 10162/290/29-9-2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου 9927/4924/2-11-2022 έφεση της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας – αντεφεσίβλητης και β) από 2-11-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου 9980/4951/3-11-2022 αντέφεση της ενάγουσας, ήδη αντεκκαλούσας –εφεσίβλητης, στρέφονται κατά της υπ’ αριθ. 28/2022 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη, την από  13-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 4937/45/14-7-2020 αγωγή της δεύτερης κατά της πρώτης. Η έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδ. α, 518 § 2 και 520 § 1  ΚΠολΔ, δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευση της (17-6-2022), αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 17Α ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την αυτή, ως άνω, ειδική διαδικασία, για να ελεγχθεί το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι, αν και η έφεση ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν.4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό της η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, όπως αντικαταστάθηκε εκ νέου από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Περαιτέρω, η αντέφεση, που η αντεκκαλούσα άσκησε, με ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατέθεσε στη γραμματεία του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, συντασσομένης της με αριθμό 9980/4951/3-11-2022 σχετικής έκθεσης, ακολούθως δε κοινοποίησε στην αντίδικο εταιρεία, εκκαλούσα-αντεφεσίβλητη, οκτώ ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης, σύμφωνα με τη διάταξη της § 1 στ. ζ΄ του άρθρου 591 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την με επίκληση προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς …, αφορά τα εκκληθέντα με την έφεση κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, για να κριθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), σε συνεκδίκαση με την έφεση, κατ’ άρθρα 246, 524 παρ. 1 εδ. α΄ και 591 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ, προς την οποία τελεί σε σχέση εξάρτησης, αφού η ύπαρξη αυτής αποτελεί προϋπόθεση της άσκησης και της εισαγωγής της προς συζήτηση, κατά τρόπον ώστε να μη νοείται, λόγω του παρακολουθηματικού της χαρακτήρα, χωριστή εκδίκασή τους (ΕφΑθ 2184/2021, ΕφΑθ 2703/2021, δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ).

Με την αγωγή της η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι δυνάμει συμβάσεων ναυτικής εργασίας ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα της Β΄ Οικονομικού και απασχολήθηκε κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα από την 31-12-2016 έως και την 17-7-2018 στα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά – καταμαράν [Ε/Γ – … πλοία «…» και «…», πλοιοκτησίας της εναγόμενης ναυτιλιακής εταιρίας, αντί των προβλεπόμενων από τις οικείες Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) μηνιαίου μισθού και επιδομάτων. Ότι παρείχε τις υπηρεσίες της στα εν λόγω πλοία, εργαζόμενη ημερησίως επί 10 ώρες τις καθημερινές, επί 14 ώρες τα Σάββατα και επί 13 ώρες τις Κυριακές κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017 στο πλοίο «…» και από 15-12-2017 έως 31-12-2017 στο πλοίο «…», επί 12 ώρες καθημερινά κατά το διάστημα υπηρεσίας της από 1-11-2017 έως 30-11-2017 στο πλοίο «…» και επί 10 ώρες καθημερινά κατά το διάστημα υπηρεσίας της από 1-1-2018 έως 15-4-2018 στο πλοίο «…». Ότι απασχολήθηκε χωρίς να λάβει το σύνολο των δεδουλευμένων αποδοχών της και ειδικότερα των αποδοχών της που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας της κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, καθώς στην αναλογία των επιδομάτων δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2017 και 2018, τα οποία δικαιούται. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσε η ενάγουσα, να υποχρεωθεί η εναγομένη, κυρίως με βάση τις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας κι επικουρικώς με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, να της καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες το συνολικό ποσό των 19.279,74 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την τελευταία της απόλυση, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. Με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή αυτή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη ως προς την κύρια βάση της, καθότι με την επικουρική δεν ασχολήθηκε καθόλου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, και, ακολούθως, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και, συγκεκριμένα υποχρεώθηκε η εναγόμενη εταιρεία, με διάταξη προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των 3.000 ευρώ, να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 8.788,45 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της τελευταίας απόλυσής της, για όλες τις ανωτέρω αιτίες, ενώ απορρίφθηκαν ως αβάσιμες οι ενστάσεις της εναγομένης περί παραίτησης της ενάγουσας από το δικαίωμα άσκησης της αγωγής και περί παραγραφής των ένδικων αξιώσεων κι έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η ένσταση εξόφλησης των επίδικων αξιώσεων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες έφεση και αντέφεση αμφότερες οι διάδικοι για τους αναφερομένους λόγους αντίστοιχα, που ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και ζητούν την τυπική και ουσιαστική παραδοχή της έφεσης και αντέφεσής τους, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλούμενης απόφασης, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω απόρριψη και παραδοχή της αντιστοίχως.

Από την επανεκτίμηση της υπ’ αριθ. … ένορκης βεβαίωσης του … ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, η οποία ελήφθη με την επιμέλεια της εναγομένης και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κατ’ άρθρο 422 ΚΠολΔ κλήτευσης της ενάγουσας, όπως προκύπτει από τη με αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών … και της από 21-10-2021 ένορκης βεβαίωσης του …, η οποία λήφθηκε με την επιμέλεια της ενάγουσας και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κατ’ άρθρο 422 ΚΠολΔ κλήτευσης της εναγομένης (βλ. τη με αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …), δόθηκε στο δικηγόρο Πειραιώς Ανδρέα Τσάκο και έλαβε την υπ’ αριθ. πρωτ. … ηλεκτρονική απόδειξη λήψης της από τον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιώς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 421 ΚΠολΔ, οι οποίες εκτιμώνται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας εκάστου μαρτυρούντος, χωρίς το γεγονός ότι ο ενόρκως υπέρ της ενάγουσας βεβαιών τυγχάνει υιός της να περιορίζει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων του, καθότι η παραπάνω ιδιότητα του μάρτυρα δεν συνδέεται και με συγκεκριμένο συμφέρον του, το οποίο εξαρτάται από το αποτέλεσμα της δίκης και είναι αναγκαία συνέπεια αυτής (βλ. ΑΠ 931/2003-ΝΟΜΟΣ), καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα παρακάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδ. β΄, 352 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίστηκαν μεταξύ της ενάγουσας, η οποία τυγχάνει Ελληνίδα απογεγραμμένη ναυτικός και της εναγόμενης εταιρίας, πλοιοκτήτριας των υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-ΚΑΤ πλοίων «…», με αριθμό νηολογίου … και «…», με αριθμό νηολογίου …, η ενάγουσα προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στα παραπάνω ταχύπλοα με την ειδικότητα της Β΄ Οικονομικού Αξιωματικού, αντί των προβλεπόμενων μηνιαίων αποδοχών από την εκάστοτε ισχύουσα Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ειδικότερα, η ενάγουσα απασχολήθηκε στο «…» από την 31-12-2016 έως την 15-12-2017, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω μετάθεσης, ενώ στο «…» απασχολήθηκε από την 15-12-2017 έως την 5-4-2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω μετάθεσης, από την 6-4-2018 έως την 15-4-2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτής και του πλοιάρχου του πλοίου, από την 7-5-2018 έως την 11-6-2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτής και του πλοιάρχου του πλοίου και από την 12-6-2018 έως την 17-7-2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω άδειας. Όλες οι παραπάνω συμβάσεις ναυτικής εργασίας υπάγονται στους όρους της υπογραφείσας την 17-8-2017 ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης την 17-11-2017 (ΦΕΚ Β΄ 4005/17-11-2017), και έτσι κατέστη εφεξής και μέχρι τη λήξη της χρονικής διάρκειάς της γενικά υποχρεωτική, οι φορείς όμως της συλλογικής αυτονομίας που την συνομολόγησαν περιέλαβαν σ’ αυτήν ρήτρα (την ακροτελεύτια) περί αναδρομικής από 1-1-2017 ισχύος της, με αποτέλεσμα οι ρυθμίσεις της ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής των ναυτικών να καταλαμβάνουν και τις διαδίκους, κανονιστικώς μεν οπωσδήποτε μετά την κύρωσή της αλλά ενοχικώς και πριν από αυτήν, δεδομένου ότι αμφότερες ήταν κατά το έτος 2017 μέλη των συλλογικών οργανώσεων που συνυπέγραψαν τη συγκεκριμένη ΣΣΝΕ και, ειδικότερα, η μεν ενάγουσα μέλος της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας (ΠΝΟ), όπως πιστοποιείται από το γεγονός της παρακράτησης από τις μηνιαίες αποδοχές της εισφοράς υπέρ αυτής, η δε εναγομένη μέλος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), όπως και η ίδια δεν αμφισβητεί. Και τούτο διότι κατά την ορθότερη άποψη, ratione personae, η ΣΣΝΕ ισχύει και πριν την υπουργική κύρωσή της και δεσμεύει από την υπογραφή της αναδρομικά τις οργανώσεις που συμβλήθηκαν για τη σύναψή της και τα μέλη τους, ενώ οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, που είναι τρίτοι ως προς τα συμβληθέντα μέρη, δεσμεύονται μόνο μετά από αυτήν και τη νόμιμη δημοσίευση της κυρωτικής υπουργικής απόφασης, οπότε η ισχύς της επεκτείνεται μεν και πέραν των οργανώσεων που συμβλήθηκαν αλλά μόνο για το μέλλον [ΑΠ 1905/1987-ΕΕΔ 1989/275, ΑΠ 1263/1987-ΕΕΝ 1988/669, ΑΠ 1267/1987-ΕΕΝ 1988/673, ΜονΕφΠειρ. 603/2015-ΝΟΜΟΣ, βλ. ήδη και τη γνήσια ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 49 του Ν. 4597/2019 «Για την κύρωση των Συμβάσεων Παραχώρησης που έχουν συναφθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε. – Διατάξεις για τη λειτουργία του συστήματος λιμενικής διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 35/28.2.2019)]. Πάντως, η αναδρομική ισχύς που εγκύρως δίδεται στις ΣΣΝΕ κατά τη σύναψή τους καταλαμβάνει μόνον όσες ατομικές συμβάσεις καταρτίστηκαν πριν την υπογραφή τους και δεν είχαν λυθεί ή λήξει μέχρι τότε (ΜονΕφΠειρ 543/2022, δημοσιευμένη στον ιστότοπο του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, 376/2016, 719/2014, όλες δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1132/2005-ΕΝΔ 2005/425, ΕφΠειρ. 457/2000-ΔΕΕ 2000/895). Για το λόγο αυτό, ενόψει του ότι οι συμβάσεις ναυτικής εργασίας της ενάγουσας που αφορούσαν την υπηρεσία της στο ταχύπλοο «…» καταρτίστηκαν μεν πριν την υπογραφή της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/80350/2018 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης την 14-11-2018 (Φ.Ε.Κ. Β’ 5084/14-11-2018), πλην όμως κατά το χρόνο υπογραφής της εν λόγω ΣΣΝΕ (…) είχαν όλες λυθεί (η πρώτη από 5-4-2018, η δεύτερη από 15-4-2018, η τρίτη από 11-6-2018 και η τέταρτη από 17-7-2018), δεν καταλαμβάνονται από την αναδρομική ισχύ που δόθηκε στην ως άνω ΣΣΝΕ, αλλά από τις διατάξεις της τελευταίας ισχύσασας ΣΣΝΕ, ήτοι αυτής του έτους 2017, αφού οι μεταγενέστερες συλλογικές ρυθμίσεις, ακόμα και αν είναι ευμενέστερες για τον εργαζόμενο, δεν μπορούν να αλλοιώσουν αναδρομικά το καθεστώς ατομικής σύμβασης εργασίας, που κατά την εισαγωγή τους δεν βρίσκεται σε ισχύ, επειδή έχει λυθεί ή λήξει (βλ. ΜονΕφΠειρ 569/2022, δημοσιευμένη στον ιστότοπο του Πρωτοδικείου Πειραιώς). Η εκκαλουμένη, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων των παραπάνω ΣΣΝΕ, έκρινε ότι οι αγωγικές αξιώσεις που αφορούν την εργασία της ενάγουσας έως την 17-11-2017, ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ της ΣΣΝΕ του έτους 2017, υπάγονται στους όρους της ΣΣΝΕ του 2016. Το σφάλμα αυτό ανάγεται στη νομική βασιμότητα της αγωγής και ελέγχεται αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος. Ωστόσο, εκ του αποτελέσματος, η παραπάνω πλημμέλεια δεν επηρέασε την ορθότητα των υπολογισμών των επίδικων αξιώσεων, καθόσον οι μηνιαίοι μισθοί ενεργείας των αξιωματικών και τα πάσης φύσης επιδόματα τους που προβλέπονται από την εφαρμοσθείσα από την εκκαλουμένη ΣΣΝΕ του 2016 σε σχέση με τα αντίστοιχα που προβλέπονται από την εφαρμοστέα ΣΣΝΕ του 2017 ήταν ακριβώς τα ίδια. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, κατόπιν σχετικών αποφάσεων του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, τα παραπάνω Ε/Γ-ΚΑΤ πλοία εκτελούσαν ακτοπλοϊκά δρομολόγια, τα οποία εξυπηρετούσαν τα νησιά του Αργοσαρωνικού. Ειδικότερα, κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017 το ταχύπλοο «…» και κατά το χρονικό διάστημα από 15-12-2017 έως 31-12-2017 το ταχύπλοο «…» εκτελούσαν: τις καθημερινές το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη- Σπέτσες – Πόρτο Χέλι και επιστροφή, με αναχώρηση από τον Πειραιά στις 09.30 και επιστροφή στον Πειραιά στις 16.45. Τα Σάββατα εκτελούσαν το ίδιο ως άνω δρομολόγιο και επιπρόσθετα, μετά την άφιξή τους στον Πειραιά στις 16.45, αναχωρούσαν και πάλι από Πειραιά στις 17.00, εκτελώντας το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη – Πόρτο Χέλι, με άφιξη στο Πόρτο Χέλι στις 20.30, όπου και διανυκτέρευαν. Τις Κυριακές ξεκινούσαν στις 06.00 από Πόρτο Χέλι και εκτελούσαν το δρομολόγιο Πόρτο Χέλι – Σπέτσες – Ερμιόνη – Ύδρα – Πόρος – Πειραιάς, φτάνοντας στον Πειραιά στις 08.40 και αναχωρούσαν πάλι από Πειραιά στις 09.30, εκτελώντας το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη – Πόρτο Χέλι και επιστροφή στον Πειραιά στις 16.45. Κατά το χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 30-11-2017 το πλοίο «…»  ξεκινούσε καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα και Κυριακές, από τον Πειραιά στις 07.00 και εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Αίγινα και επιστροφή στον Πειραιά στις 08.40, από όπου αναχωρούσε πάλι στις 09.30, εκτελώντας το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη – Πόρτο Χέλι και επιστροφή στον Πειραιά στις 16.45. Κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 15-4-2018 το πλοίο «…» εκτελούσε καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα και Κυριακές, το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη- Σπέτσες – Πόρτο Χέλι με αναχώρηση από Πειραιά στις 09.30 και επιστροφή στον Πειραιά στις 16.45. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, κατά τα χρονικά διαστήματα υπηρεσίας της στα παραπάνω ταχύπλοα, ήταν επιφορτισμένη με τα προβλεπόμενα στο νόμο καθήκοντα της Β΄ Οικονομικού Αξιωματικού (άρθρα 107 σε συνδυασμό με 106 και 106Α του ΒΔ 683/1960) και συγκεκριμένα πριν από τον απόπλου του πλοίου από το λιμένα αφετηρίας, όπως και πριν από τον απόπλου από κάθε ενδιάμεσο λιμένα, ενεργούσε τον έλεγχο των εισιτηρίων των επιβατών, ενημέρωνε την εταιρεία για έκδοση νέων εισιτηρίων, τα οποία ακολούθως έδινε στους επιβάτες, παραλάμβανε φορτοεκφορτωνόμενα εμπορεύματα, τα οποία ακολούθως παρέδιδε σε ναύτη για να τα μεταφέρει ασφαλώς, να τα τοποθετήσει και να τα φυλάξει, ενώ κατά τη διάρκεια του πλου διενεργούσε αναβαθμίσεις εισιτηρίων λόγω αλλαγής προορισμού, ασχολείτο με την εκκαθάριση των εισιτηρίων, συνέτασσε τη σχετική λίστα του αριθμού των επιβαινόντων, την οποία ακολούθως έστελνε με email στην αρμόδια λιμενική αρχή και στην πλοιοκτήτρια εταιρεία, ενεργούσε τη σχετική αλληλογραφία με αρχές και φορείς στην ξηρά, συνέτασσε τις ονομαστικές καταστάσεις επιβατών, τα δηλωτικά των επιβατών και εμπορευμάτων, καταχωρούσε τα τιμολόγια τροφίμων, κατάρτιζε τους πίνακες μισθοδοσίας του πληρώματος, ενώ μετά το τέλος εκάστου δρομολογίου και τον τελευταίο κατάπλου της ημέρας διενεργούσε τον οικονομικό έλεγχο του μπαρ κι εκκαθάριζε τις σχετικές εισπράξεις. Ενόψει του ότι ο έλεγχος των εισιτηρίων γίνεται πλέον αυτοματοποιημένα με τη βοήθεια μηχανήματος σκάνερ, καθώς και του ότι ο έλεγχος της είσπραξης του μπαρ ήταν στην ουσία έλεγχος ταυτοποίησης του δελτίου ημερήσιας κίνησης της μηχανής «Ζ» με τις ημερήσιες εισπράξεις, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάγουσα αναλάμβανε εργασία περίπου μισή ώρα πριν τον απόπλου του πλοίου από το λιμένα αφετηρίας, καθώς κι ότι περαίωνε την εργασία της περί τα σαράντα πέντε λεπτά μετά την άφιξη του πλοίου στον τελικό λιμένα προορισμού. Σημειωτέον ότι η ενάγουσα εκτελούσε τις ως άνω εργασίες, καθημερινά (συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών) και μάλιστα πέραν της καθορισμένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας της, αφού αυτή δεν επαρκούσε. Έτσι, πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησής της, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα, που αφορούσαν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν επαρκούσε απασχόληση μόνον οκτώ ωρών, ενόψει του ότι η ενάγουσα εκτελούσε όλες τις ανωτέρω εργασίες μόνη της, καθότι κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα δεν υπηρετούσε άλλος, πλην αυτής, οικονομικός αξιωματικός στα ένδικα πλοία. Από τα προαναφερθέντα, που αφορούν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την απασχόληση της ενάγουσας επί των άνω επιβατηγών – καταμαράν πλοίων, τα οποία είχαν ικανότητα μεταφοράς 339 επιβατών, προσέγγιζαν καθημερινά αρκετούς λιμένες, λαμβανομένης υπόψιν και της διάρκειας των εκτελούμενων πλόων, η οποία διαφοροποιείτο ανά περιόδους, καθώς και του ότι υπήρχαν ημέρες των επίδικων διαστημάτων και δη Σάββατα, κατά τα οποία τα πλοία εκτελούσαν διπλά δρομολόγια μέσα στην ίδια ημέρα, σε συνδυασμό και με τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησής της, συνάγεται ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης της ενάγουσας: α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017 στο πλοίο «…» και από 15-12-2017 έως 31-12-2017 στο πλοίο «…» ήταν οκτώμιση (8,5) ώρες τις καθημερινές, δώδεκα (12) ώρες τα Σάββατα και δώδεκα (12) ώρες τις Κυριακές, β) κατά το χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 30-11-2017 στο πλοίο «…» ήταν έντεκα (11) ώρες για όλες τις ημέρες της εβδομάδας και γ) κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 15-4-2018 στο πλοίο «…» ήταν οκτώμιση (8,5) ώρες για όλες τις ημέρες της εβδομάδας και όχι για τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα α) δέκα (10) ώρες τις καθημερινές, δέκα τέσσερις (14) ώρες τα Σάββατα και δέκα τρεις (13) ώρες τις Κυριακές, β) δώδεκα (12) ώρες για όλες τις ημέρες της εβδομάδας και γ) δέκα (10) ώρες για όλες τις ημέρες της εβδομάδας, όπως καθ’ υπερβολήν ισχυρίζεται η ενάγουσα με τον πρώτο λόγο της αντέφεσής της, ο οποίος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν. Ομοίως πρέπει να απορριφθεί, κατά το σχετικό σκέλος του, ο πρώτος λόγος της έφεσης της εναγομένης με τον οποίο αυτή επικαλείται ότι η υπερωριακή απασχόληση της ενάγουσας στα ως άνω πλοία της δεν υπερέβαινε εκείνη, που αντιστοιχούσε στην κατ’ αποκοπή αμοιβή, που είχε συμφωνηθεί και ελάμβανε μηνιαίως για τα Σάββατα και τις αργίες, ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα μη δυνάμενος να δικαιολογηθεί υπό τις εκτιθέμενες περιστάσεις. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την ως άνω ΣΣΝΕ, η ενάγουσα παρείχε: α) τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017 στο πλοίο «…» και από 15-12-2017 έως 31-12-2017 στο πλοίο «…», κατά τις καθημερινές μισή ώρα (0,5) υπερωριακής εργασίας, κατά τις Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας, β) κατά το χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 30-11-2017 στο πλοίο «…», κατά τις καθημερινές και Κυριακές τρεις (3) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα έντεκα (11) ώρες τέτοιας εργασίας και γ) κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 15-4-2018 στο πλοίο «…», κατά τις καθημερινές και Κυριακές μισή ώρα (0,5) υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα οκτώμιση (8,5) ώρες τέτοιας εργασίας και κατά τις αργίες τις αντίστοιχες ώρες που αντιστοιχούσαν στην εργασία της, ανάλογα με την ημέρα της εβδομάδας με την οποία συνέπιπτε η αργία, αφού όλες οι ώρες εργασίας τις ημέρες αργίας αμείβονται υπερωριακώς. Η κρίση αυτή περί του μέσου όρου διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης της ενάγουσας δεν αναιρείται από τα σχετικώς αναφερόμενα στην ένορκη βεβαίωση του μάρτυρά της, …, ο οποίος συνυπηρέτησε με αυτήν με την ειδικότητα του επίκουρου για διάστημα μόλις δέκα ημερών στο πλοίο «…» και συνεπώς οτιδήποτε αναφέρει δεν το γνωρίζει εξ ιδίας αντίληψης, αλλά από ότι του μετέφερε η ενάγουσα. Επίσης, δεν αναιρείται η ως άνω κρίση από όσα αναφέρει στην ένορκη βεβαίωσή του ο μάρτυρας της εναγομένης, …, ο οποίος ναι μεν απασχολήθηκε με την ειδικότητα του πλοιάρχου στα ένδικα ταχύπλοα, συνυπηρετώντας με την ενάγουσα σε αυτά για κάποιο χρονικό διάστημα και συνεπώς έχει ιδία γνώση και αντίληψη των όσων κατέθεσε, πλην όμως περιορίστηκε στο να αναφέρει μόνο ότι η ενάγουσα αναλάμβανε υπηρεσία μισή ώρα περίπου πριν από τον απόπλου του πλοίου από τον Πειραιά, ενώ ουδόλως προσδιόρισε στην κατάθεσή του το ωράριο εργασίας αυτής. Εξάλλου, ο ισχυρισμός που προβάλλεται πρωτοδίκως από την εναγομένη κι επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης της, ότι καθ’ όλη την διάρκεια των 16 ετών, που η ενάγουσα επαναυτολογούνταν στα πλοία της και ουδέποτε εξέφρασε παράπονο  σχετικά με την εργασία της, λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές της, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, δεν αναιρεί το αποδεικνυόμενο γεγονός ότι η ενάγουσα απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, που πληρωνόταν με την κατ’ αποκοπή συμφωνημένη αμοιβή για τα Σάββατα και τις αργίες, η δε ανεπιφύλακτη προσυπογραφή των μισθοδοτικών λογαριασμών λάμβανε χωρά αναγκαστικά υπό τον φόβο της απόλυσης της, αν διαμαρτυρόταν, άλλωστε τούτο δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση της ενάγουσας από τις επίδικες αξιώσεις της και σε κάθε περίπτωση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νομιμά δικαιώματα του που πηγάζουν είτε από τον νομό είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ). Υπό τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της οικείας ΣΣΝΕ, για την προαναφερθείσα υπερωριακή απασχόληση της ενάγουσας, η τελευταία δικαιούται να λάβει ως πρόσθετη αμοιβή για την υπηρεσία της στο πλοίο «…»: α) Για τα Σάββατα και τις αργίες: α1) Για τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017, το ποσό των 4.325,64 ευρώ [(υπερωριακή εργασία 12 ωρών επί 22 ημέρες -20 Σάββατα και 2 αργίες/Σάββατα: 25-3-2017 και 28-10-2017, ήτοι 264 ωρών Χ 12,76 € =) 3.368,64 € + (υπερωριακή εργασία 12 ωρών επί 2 αργίες/Κυριακές: 1-1-2017 και Αγίου Γεωργίου 23-4-2017, ήτοι 24 ωρών Χ 12,76 € =) 306,24 € + (υπερωριακή εργασία 8,5 ωρών επί 6 αργίες/καθημερινές: 6-1-2017 τα Θεοφάνια, 27-2-2017 η Καθαρά Δευτέρα, 14-4-2017 η Μεγάλη Παρασκευή, 17-4-2017 η Δευτέρα του Πάσχα, 1-5-2017 και του Αγίου Νικολάου 6-12-2017, ήτοι 51 ωρών Χ 12,76 € =) 650,76 €] και α2) για το χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 30-11-2017 το ποσό των 561,44 ευρώ (υπερωριακή εργασία 11 ωρών επί 4 Σάββατα, ήτοι 44 ωρών Χ 12,76 € =). Συνεπώς, για τις ανωτέρω αιτίες, δικαιούται να λάβει το συνολικό ποσό των (4.325,64 € + 561,44 € =) 4.887,08 ευρώ, έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τις νομίμως προσαγόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας ότι έλαβε το συνολικό ποσό των (578,41 € για τον Ιανουάριο + 578,41 € για το Φεβρουάριο + 578,41 € για το Μάρτιο + 578,41 € για τον Απρίλιο + 113,19 € αναλογικά για το διάστημα υπηρεσίας της από 1-5 έως 7-5-2017 + 298,53 € αναλογικά για το διάστημα υπηρεσίας της από 16-10 έως 31-10-2017 + 578,41 € για το Νοέμβριο + 269,92 € για το Δεκέμβριο =) 3.573,69 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (4.887,08 € – 3.573,69 € =) 1.313,39 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που υπέβαλε η εναγομένη στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επανέφερε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της. β) Για τις καθημερινές και τις Κυριακές: β1) Για τα χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 7-5-2017, από 16-10-2017 έως 31-10-2017 και από 1-12-2017 έως 14-12-2017 το ποσό των 1.457,68 ευρώ [(υπερωριακή εργασία 0,5 ώρας επί 106 καθημερινές, ήτοι 53 ωρών Χ 10,64 € =) 563,92 € + (υπερωριακή εργασία 4 ωρών επί 21 Κυριακές, ήτοι 84 ωρών Χ 10,64 € =) 893,76 €] και β2) για το χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 30-11-2017 το ποσό των 829,92 ευρώ (υπερωριακή εργασία 3 ωρών επί 26 ημέρες -22 καθημερινές και 4 Κυριακές, ήτοι 78 ωρών Χ 10,64 € =). Συνεπώς, για τις ανωτέρω αιτίες, δικαιούται να λάβει το συνολικό ποσό των (1.457,68 € + 829,92 € =) 2.287,60 ευρώ. Περαιτέρω, η ενάγουσα δικαιούται να λάβει ως πρόσθετη αμοιβή για την υπερωριακή της απασχόληση στο πλοίο «…»: α) Για τα Σάββατα και τις αργίες: α1) Για το χρονικό διάστημα από 15-12-2017 έως 31-12-2017 το ποσό των 676,28 ευρώ [(υπερωριακή εργασία 12 ωρών επί 3 Σάββατα, ήτοι 36 ωρών Χ 12,76 € =) 459,36 € + (υπερωριακή εργασία 8,5 ωρών επί 2 αργίες/καθημερινές: 25-12-2017 και 26-12-2017, ήτοι 17 ωρών Χ 12,76 € =) 216,92 €], έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τη νομίμως προσαγόμενη απόδειξη μισθοδοσίας Δεκεμβρίου ότι έλαβε το ποσό των 289,20 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (676,28  € – 289,20 € =) 387,08 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που υπέβαλε η εναγομένη στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επανέφερε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της και α2) για το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 15-4-2018 το ποσό των 2.169,20 ευρώ (υπερωριακή εργασία 8,5 ωρών επί 20 ημέρες -14 Σάββατα και 6 αργίες: 1-1-2018, 6-1-2018 τα Θεοφάνια, 19-2-2018 η Καθαρά Δευτέρα, 25-3-2018, 6-4-2018 η Μεγάλη Παρασκευή και 9-4-2018 η Δευτέρα του Πάσχα, ήτοι 170 ωρών Χ 12,76 € =), έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τις νομίμως προσαγόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας ότι έλαβε το συνολικό ποσό των (559,13 € για τον Ιανουάριο + 578,41 € για το Φεβρουάριο + 578,41 € για το Μάρτιο + 19,29 € για τον Απρίλιο + 96,44 € για τον Απρίλιο + 173,59 € για τον Απρίλιο =) 2.005,27 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (2.169,20 € – 2.005,27 € =) 163,93 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που υπέβαλε η εναγομένη στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επανέφερε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της. β) Για τις καθημερινές και τις Κυριακές: β1) Για το χρονικό διάστημα από 15-12-2017 έως 31-12-2017 το ποσό των 175,56 ευρώ [(υπερωριακή εργασία 0,5 ώρας επί 9 καθημερινές, ήτοι 4,5 ωρών Χ 10,64 € =) 47,88 € + (υπερωριακή εργασία 4 ωρών επί 3 Κυριακές, ήτοι 12 ωρών Χ 10,64 € =) 127,68 €] και β2) για το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 15-4-2018 το ποσό των 452,20 ευρώ (υπερωριακή εργασία 0,5 ώρας επί 85 ημέρες -71 καθημερινές και 14 Κυριακές, ήτοι 42,50 ωρών Χ 10,64 € =). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δεν συνυπολόγισε την καταβληθείσα από την εναγομένη πρόσθετη αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση της ενάγουσας κατά τα Σάββατα και τις αργίες στο πλοίο «…» ποσού 113,19 ευρώ για το διάστημα από 1-5-2017 έως 7-5-2017 και ποσού 298,53 ευρώ για το διάστημα από 16-10-2017 έως 31-10-2017, υπολογίζοντας τη συνολική καταβληθείσα πρόσθετη αμοιβή για την ως άνω αιτία στο ποσό των 3.161,97 ευρώ, αντί του ορθού 3.573,69 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτός, κατά το σχετικό σκέλος του, ο πρώτος λόγος της έφεσης της εκκαλούσας. Περαιτέρω, καθ’ ο μέρος με το δεύτερο λόγο της έφεσής και της αντέφεσής τους η εκκαλούσα και η αντεκκαλούσα, αντίστοιχα, πλήττουν την εκκαλουμένη για, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, λανθασμένο υπολογισμό των επιδομάτων εορτών ετών 2017 και 2018 που δικαιούται η ενάγουσα, σημειώνονται τα ακόλουθα: α) Για επίδομα Πάσχα 2017, για την υπηρεσία της από 1-1-2017 έως 30-4-2017 στο πλοίο «…», η ενάγουσα δικαιούται: Ενόψει του ότι οι πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές της ανέρχονταν στο ποσό των 3.567,39 ευρώ [1.472,22 € μισθός ενεργείας + 323,89 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 32,57 € επίδομα διαχειριστικών λαθών + 576,30 € μηνιαίο αντίτιμο τροφής (19,21 € την ημέρα Χ 30 ημέρες) + 504,25 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας (1.472,22 € + 323,89 € : 22 = 81,64 € + 19,21 € = 100,85 € Χ 5 ημέρες =) + 622,94 € μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών από 1-1-2017 έως 7-5-2017 και από 16-10-2017 έως 14-12-2017: 4.887,08 € + 2.287,60 € = 7.174,68 €  + 388,10 € καταβληθείσα αμοιβή για διάστημα από 8-5 έως 31-5-2017 + 578,41 € καταβληθείσα αμοιβή για Ιούνιο 2017 + 578,41 € καταβληθείσα αμοιβή για Ιούλιο 2017 + 578,41 € καταβληθείσα αμοιβή για Αύγουστο 2017 + 578,41 € καταβληθείσα αμοιβή για Σεπτέμβριο 2017 + 279,88 € καταβληθείσα αμοιβή για διάστημα από 1-10 έως 15-10-2017 = 10.156,30 € : 11,6 μήνες = 875,54 €, αλλά θα συνυπολογιστεί το έλασσον ζητούμενο με την αγωγή ποσό των 622,94 € λόγω της κατ’ άρθρο 106 ΚΠολΔ αρχής της διάθεσης των διαδίκων)], το επίδομα Πάσχα 2017 ανέρχεται σε μισό μηνιαίο μισθό, ήτοι στο ποσό των (3.567,39 € : 2 =) 1.783,69 ευρώ, έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τη νομίμως προσαγόμενη απόδειξη πληρωμής δώρου Πάσχα 2017 ότι έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 1.221,14 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (1.783,69 € – 1.221,14 € =) 562,55 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που επανέφερε η εναγομένη με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθειμένες προτάσεις της, β) Για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, για την υπηρεσία της στο ίδιο ως άνω πλοίο από 1-5-2017 έως 14-12-2017: Ενόψει του ότι οι πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές της ανέρχονταν, όπως ακριβώς παραπάνω αναλυτικά εκτέθηκε, στο ποσό των 3.567,39 ευρώ, η αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017 ανέρχεται στο ποσό των 3.424,68 ευρώ [3.567,39 € Χ 2/25 = 285,39 € ανά δεκαεννεαήμερο Χ 12 δεκαεννεαήμερα (228 ημέρες ναυτολόγησης : 19)], έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τις νομίμως προσαγόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας ότι έλαβε από την εναγομένη το ποσό των (2.248,96 € – 10,16 € =) 2.238,80 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (3.424,68 € – 2.238,80 € =) 1.185,88 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που επανέφερε η εναγομένη με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθειμένες προτάσεις της. γ) Για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017, για την υπηρεσία της στο πλοίο «…» από 15-12-2017 έως 31-12-2017: Ενόψει του ότι οι πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές της ανέρχονταν στο ποσό των 4.439,90 ευρώ [1.472,22 € μισθός ενεργείας + 323,89 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 32,57 € επίδομα διαχειριστικών λαθών + 576,30 € μηνιαίο αντίτιμο τροφής + 504,25 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + 1.494,45 € μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών από 15-12-2017 έως 31-12-2017: 676,28 € + 175,56 € = 851,84 € : 0,57 μήνες =)], η αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017 ανέρχεται στο ποσό των 316,12 ευρώ [4.439,90 € Χ 2/25 = 355,19 € ανά δεκαεννεαήμερο Χ 0,89 δεκαεννεαήμερα (17 ημέρες ναυτολόγησης : 19)], έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τη νομίμως προσαγόμενη απόδειξη μισθοδοσίας ότι έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 152,64 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (316,12  € – 152,64 € =) 163,48 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που επανέφερε η εναγομένη με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθειμένες προτάσεις της. δ) Για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2018, για την υπηρεσία της από 1-1-2018 έως 15-4-2018 στο ίδιο ως άνω πλοίο, η ενάγουσα δικαιούται: Ενόψει του ότι οι πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές της ανέρχονταν στο ποσό των 3.567,39 ευρώ [1.472,22 € μισθός ενεργείας + 323,89 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 32,57 € επίδομα διαχειριστικών λαθών + 576,30 € μηνιαίο αντίτιμο τροφής + 504,25 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + 622,94 € μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών από 1-1-2018 έως 15-4-2018: 2.169,20 € + 452,20 € = 2.621,40 €  + 462,90 € καταβληθείσα αμοιβή για διάστημα από 7-5 έως 31-5-2018 + 578,63 € καταβληθείσα αμοιβή για Ιούνιο 2018 + 327,89 € καταβληθείσα αμοιβή για διάστημα από 1-7 έως 17-7-2018 = 3.990,82 € : 5,9 μήνες = 676,41 €, αλλά θα συνυπολογιστεί το έλασσον ζητούμενο με την αγωγή ποσό των 622,94 € λόγω της κατ’ άρθρο 106 ΚΠολΔ αρχής της διάθεσης των διαδίκων)], η αναλογία επιδόματος Πάσχα 2018 που δικαιούται η ενάγουσα να λάβει ανέρχεται στο ποσό των 1.560,10 ευρώ [3.567,39 € : 2 = 1.783,69 € ο μισός μηνιαίος μισθός : 15 ημέρες = 118,91 € ανά οκταήμερο Χ 13,12 οκταήμερα (105 ημέρες ναυτολόγησης : 8) =], έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τις νομίμως προσαγόμενες αποδείξεις μισθοδοσίας δώρου Πάσχα 2018 ότι έλαβε από την εναγομένη το συνολικό ποσό των (905,69 € + 10,18 € + 142,47 € =) 1.058,34 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (1.560,10  € – 1.058,34 € =) 501,76 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που επανέφερε η εναγομένη με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθειμένες προτάσεις της και ε) Για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, για την υπηρεσία της στο ίδιο ως άνω πλοίο από 7-5-2018 έως 17-7-2018: Ενόψει του ότι οι πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές της ανέρχονταν, όπως ακριβώς παραπάνω αναλυτικά εκτέθηκε, στο ποσό των 3.567,39 ευρώ, η αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2017 ανέρχεται στο ποσό των 1.081,63 ευρώ [3.567,39 € Χ 2/25 = 285,39 € ανά δεκαεννεαήμερο Χ 3,79 δεκαεννεαήμερα (72 ημέρες ναυτολόγησης : 19)], έναντι του οποίου αποδεικνύεται από τη νομίμως προσαγόμενη απόδειξη μισθοδοσίας Χριστουγέννων 2018 ότι έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 549,57 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου (1.081,63 € – 549,57 € =) 532,06 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσία βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που επανέφερε η εναγομένη με τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατατεθειμένες προτάσεις της. Διευκρινίζεται ότι ως καταβληθέντα ποσά για τα παραπάνω επιδόματα ή αναλογίες επιδομάτων εορτών λαμβάνονται υπόψιν τα μικτά ποσά που κατέβαλε η εναγομένη και όχι τα καθαρά ποσά που επικαλείται με τις πρωτόδικες προτάσεις της, καθόσον αντικείμενο της αξίωσης, άρα και της δίκης για αποδοχές μισθωτού, είναι οι ακαθάριστες (μικτές) αποδοχές του, δηλαδή εκείνες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι, κατά νόμο, κρατήσεις υπέρ ασφαλιστικών οργανισμών, όπως είναι το Ι.Κ.Α., το Ν.Α.Τ. (άρθρα 26§5 α.ν. 1846/1951, 84§§1, 8 π.δ. 913/1978), ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών κτλ, τις οποίες πρέπει ο εργοδότης να παρακρατεί από τις αποδοχές του μισθωτού. Τα ποσά αυτά δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες στο σύνολό τους ή κατά ένα μέρος τους δεδουλευμένες αποδοχές ή μισθούς υπερημερίας, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους (ΑΠ 1171/2007, ΜονΕφΠειρ 425/2015, δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ). Επομένως, οι γινόμενες από τον εργοδότη σχετικές καταβολές αναφέρονται στα ακαθάριστα αυτά ποσά αποδοχών, τα οποία αφορούν και οι δικαστικά επιδικαζόμενες αντίστοιχα διαφορές αποδοχών (ΑΠ 2126/2007,  ΑΠ 2018/2007, δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 24/2018, δημοσιευμένη στον ιστότοπο του Πρωτοδικείου Πειραιώς). Κατόπιν τούτων, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, καθ’ ο μέρος με αυτόν η εκκαλούσα αιτιάται ότι θα έπρεπε η εκκαλουμένη να απορρίψει καθ’ ολοκληρίαν τις αξιώσεις της ενάγουσας για επιδόματα και αναλογίες επιδομάτων εορτών ως εξοφλημένα, όπως και ο δεύτερος λόγος της αντέφεσης, με τον οποίο η αντεκκαλούσα διατείνεται ότι έπρεπε η εκκαλουμένη να της επιδικάσει τα αιτούμενα με την αγωγή ποσά, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν. Ωστόσο, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται επειδή η εκκαλουμένη έκρινε ότι νόμιμος τόκος για την αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018 οφείλεται από την επομένη της τελευταίας απόλυσης της ενάγουσας, ήτοι από την 18-7-2018, αντί του ορθού, ήτοι από την 1-1-2019, είναι, κατά το σχετικό σκέλος του, βάσιμος κατ’ ουσίαν, καθότι για την πληρωμή του επιδόματος δώρου εορτών Χριστουγέννων ως δήλη ημέρα καταβολής ορίζεται από το νόμο η 31η Δεκεμβρίου του έτους για το οποίο οφείλεται και, συνεπώς, η τοκοφορία του δεν άρχεται σε προγενέστερο χρονικό σημείο βλ. ΟλΑΠ 40/2002-ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 48/2021-ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 265/2020, διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου τούτου στο διαδίκτυο, όπου και περαιτέρω παραπομπές).

Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι έφεσης και αντέφεσης, πρέπει η μεν αντέφεση να απορριφθεί στο σύνολο της, ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της αντεφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας στην αντεκκαλούσα, κατόπιν σχετικού αιτήματος της, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό, η δε έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, κατά τους ως άνω ευδοκιμήσαντες λόγους της και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη πληγέν ή ανατραπέν μέρος της, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984-Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011-ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005-ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004-ΠειρΝομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και, κατά τις αγωγικές διακρίσεις, να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των (1.313,39 € + 2.287,60 € + 387,08 € + 163,93 € + 175,56 € + 452,20 € + 562,55 € + 1.185,88 € + 163,48 € + 501,76 € + 532,06 € =) 7.725,49 ευρώ, ως διαφορές πρόσθετης αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση και διαφορές επιδομάτων δώρων εορτών, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της λύσης της τελευταίας σύμβασης ναυτολόγησης της ενάγουσας (17-7-2018), που αποτελεί κατά νόμο δήλη ημέρα και μέχρι την πλήρη εξόφληση, εκτός από το επιμέρους ποσό των 532,06 ευρώ, που αντιστοιχεί στο επίδομα δώρου εορτών Χριστουγέννων του έτους 2018 και είναι τοκοφόρο από 1-1-2019. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων της ενάγουσας σε βάρος της εναγομένης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 29-9-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 10162/290/29-9-2022 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου 9927/4924/2-11-2022 έφεση της εκκαλούσας – αντεφεσίβλητης και την από 2-11-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου 9980/4951/3-11-2022 αντέφεση της αντεκκαλούσας – εφεσίβλητης.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτές τυπικώς.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αντέφεση κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αντεκκαλούσα τα δικαστικά έξοδα της αντεφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων εβδομήντα (770) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση εν μέρει κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 28/2022 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την από 13-7-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 4937/45/14-7-2020 αγωγή κατ’ ουσίαν.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν κατά ένα μέρος.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των επτά χιλιάδων επτακοσίων είκοσι πέντε ευρώ και σαράντα εννέα λεπτών (7.725,49  €), με το νόμιμο τόκο από την 18-7-2018 και μέχρι την πλήρη εξόφληση, πλην του επιμέρους κονδυλίου των πεντακοσίων τριάντα δύο ευρώ και έξι λεπτών (532,06 €), για το οποίο νόμιμος τόκος οφείλεται από την 1-1-2019.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων δέκα (710) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την                            , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ