Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

Αριθμός απόφασης

1582/2023

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ανακοπής 5367/2390/2021

Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ανακοίνωσης δίκης 6985/3143/2021)

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Γεώργιο Ξυνόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, και Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Ελένη Δαβράδου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 11 Οκτωβρίου 2022, για να δικάσει τις υποθέσεις :

Α. Της ανακόπτουσας : Εταιρείας με την επωνυμία «….», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 23-11-2021, τις από 22-11-2021 προτάσεις της δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Κυριάκου Σαραβελάκη (Α.Μ. Δ.Σ.Καλ. 322), κατοίκου …, δυνάμει ακριβούς επικυρωμένου αντιγράφου του υπ’ αριθμό … Πρακτικού του Δ.Σ. της, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο. Ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Της καθ’ ης η ανακοπή : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στην Αθήνα, … νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 19-11-2021, τις από ίδιας ημερομηνίας προτάσεις της δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Ελένης Κοπαλίδου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 38799), συνεργάτη της δικηγορικής εταιρείας Μουργέλας-Δημητρόπουλος-Κωνσταντέλιας, που εδρεύει στην …, δυνάμει του υπ’ αριθμό … πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλικής Βαλσαμίδου, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω πληρεξούσια δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Β. Της ανακοινώσασας τη δίκη – προσεπικαλούσας σε παρέμβαση : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και διακριτικό τίτλο «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στην Αθήνα, … νόμιμα εκπροσωπούμενης, ως καθολικής διαδόχου της εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, κατόπιν διάσπασης της τελευταίας (διασπώμενης) με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα εταιρεία (επωφελούμενη), εγκριθείσας της ως άνω διάσπασης με την υπ’ αριθμό πρωτ. 45089/16-4-2021 απόφαση της Διεύθυνσης Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρίσθηκε στο ΓΕ.Μ.Η., η οποία κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 19-11-2021, τις από ίδιας ημερομηνίας προτάσεις της δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Ελένης Κοπαλίδου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 38799), συνεργάτη της δικηγορικής εταιρείας Μουργέλας-Δημητρόπουλος-Κωνσταντέλιας, που εδρεύει στην …, δυνάμει του υπ’ αριθμό … πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλικής Βαλσαμίδου, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω πληρεξούσια δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Της προς ην η ανακοίνωση της δίκης – προσεπικαλούμενη : Εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον … νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.

Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 13-7-2021 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5367/15-7-2021 και 2390/15-7-2021 αντίστοιχα, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, δυνάμει της από 26-8-2022 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Η ανακοινώσασα τη δίκη – προσεπικαλούσα σε παρέμβαση ζητεί να γίνει δεκτή η από 7-9-2021 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6985/13-9-2021 και 3143/13-9-2021 αντίστοιχα, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, δυνάμει της από 26-8-2022 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Η από 13-7-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5367/2390/15-7-2021, ανακοπή και η από 7-9-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6985/3143/13-9-2021, ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση σε παρέμβαση, η εκδίκαση των οποίων εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, καθόσον είναι προδήλως συναφείς και υπάγονται στην ίδια διαδικασία, αλλά και διότι έτσι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επιπλέον δε επέρχεται και μείωση των εξόδων της (άρθρα 31 § 1 και 246 ΚΠολΔ), δεκτού εν μέρει και ως ουσιαστικά βάσιμου του και αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενου αιτήματος περί συνεκδίκασης που προέβαλε η καθ’ ης η ανακοπή με τις προτάσεις της, και απορριπτομένου κατά τα λοιπά ως προς το σκέλος συνεκδίκασης με την από 5-7-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5364/2389/2021, ανακοπή και την από 7-9-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6983/3142/2021, ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση, που εκκρεμούν μεταξύ των ίδιων διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, καθώς δεν απορρέουν από την ίδια ιστορική βάση και ενδεχόμενη συνεκδίκασή τους θα δυσχέραινε τη διεξαγωγή κοινής δίκης.

Από την υπ’ αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών … που νόμιμα προσκομίζει με επίκληση η ανακοινώσασα τη δίκη – προσεπικαλούσα σε παρέμβαση, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξης ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην προς ην η ανακοίνωση της δίκης- προσεπικαλούμενη (άρθρα 122 § 1, 123, 124, 126 § 1 εδ. γ΄, 130 § 1 και 215 § 2 ΚΠολΔ), η δε εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επέχει θέση νόμιμης κλήτευσής της (άρθρο 237 § 4 εδ. ε΄ ΚΠολΔ). Η τελευταία, όμως, δεν έλαβε κανονικά μέρος στη δίκη κατά την παραπάνω δικάσιμο, καθώς δεν προκατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 §§ 1-3, και επομένως, πρέπει το Δικαστήριο να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης ερήμην αυτής (άρθρα 115 § 3 και 271 § 1 ΚΠολΔ).

Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 986 εδ. α΄ ΚΠολΔ, η ανακοπή ασκείται ενώπιον του κατά τα άρθρα 12 επ. και 23 επ. Δικαστηρίου. Με βάση τη ρύθμιση αυτή, ως κριτήρια για τον καθορισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας πρέπει να λαμβάνονται αφενός η αξία του αντικειμένου της διαφοράς (άρθρα 14, 16 και 18 ΚΠολΔ) και αφετέρου η φύση της. Αφού, δε, αντικείμενο της ανακοπής είναι μόνο η ύπαρξη του ποσού της απαίτησης που κατασχέθηκε, και όχι η ύπαρξη της απαίτησης του κατασχόντος, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα (καθώς και η λειτουργική) κρίνεται με βάση το ποσό και το είδος της πρώτης. Λαμβάνεται, επομένως, υπ’ όψιν και η φύση της απαίτησης που κατασχέθηκε, ώστε, αν το αντικείμενο που κατασχέθηκε εμπίπτει στην εξαιρετική αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα να κρίνεται χωρίς να ληφθεί κατ’ αρχήν υπ’ όψιν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς. Σε ότι αφορά ειδικότερα το κριτήριο της αξίας της διαφοράς, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα πρέπει να κρίνεται με βάση όχι το σύνολο της αξίας του κατασχεμένου αντικειμένου, αλλά μόνο το μικρότερο ποσό που ενδεχομένως κατασχέθηκε αφού αυτό θα αποτελέσει το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής. Η κατά τόπο αρμοδιότητα καθορίζεται με βάση τις γενικές ρυθμίσεις που αφορούν την αγωγή, και ως αρμόδιο κατά τόπο Δικαστήριο νοείται εκείνο στο οποίο θα εναγόταν ο τρίτος, αν ασκούσε αγωγή ο καθ’ ου η κατάσχεση. Λαμβάνεται δηλαδή υπ’ όψιν η γενική δωσιδικία του τρίτου (άρθρα 22 επ. ΚΠολΔ), ο οποίος αντιμετωπίζεται έτσι νομοθετικά ως εναγόμενος. Αν όμως υπάρχει συντρέχουσα ή αποκλειστική ειδική δωσιδικία που να καλύπτει την οφειλή της οποίας ζητείται η αναγνώριση, αφού αυτή συνιστά το αντικείμενο της ανακοπής, η κατά τόπο αρμοδιότητα μπορεί ή πρέπει να κριθεί με βάση αυτήν. Στις περιπτώσεις έτσι που υπάρχει συντρέχουσα δωσιδικία για την οφειλή του τρίτου, αναγνωρίζεται στον ανακόπτοντα – κατασχόντα δικαίωμα επιλογής (άρθρο 41 ΚΠολΔ) μεταξύ του Δικαστηρίου της γενικής και της ειδικής συντρέχουσας δωσιδικίας. Η εν λόγω ανακοπή εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, εκτός αν με βάση τη φύση της κατασχεμένης οφειλής εφαρμοστέα είναι μία από τις ειδικές διαδικασίες (ΠΠρΑθ 109/2016, ΠΠρΠειρ 3563/2014 ΤΝΠ NOMOS).

ΙΙ. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 51 §§ 1 και 6 του Ν. 2172/1993 συστήθηκαν στο Πρωτοδικείο Πειραιά και στο Εφετείο Πειραιά ειδικά τμήματα (Τμήματα Ναυτικών Διαφορών), στα οποία αποκλειστικά δικάζονται υποθέσεις ναυτικών διαφορών, καθώς και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων επ’ αυτών των διαφορών. Κατά την παράγραφο 3Α του ίδιου άρθρου, ναυτικές διαφορές, είναι οι ιδιωτικές διαφορές, που πηγάζουν από πράξεις θαλασσίου εμπορίου και από τη χρησιμοποίηση, λειτουργία ή ναυσιπλοΐα του πλοίου ή την παροχή εργασίας σ’ αυτό, παρατιθεμένων ενδεικτικά, όχι αποκλειστικά, στην παράγραφο 3Β (στοιχ. α΄-ιζ΄) του ιδίου άρθρου περιπτώσεων, που θεωρούνται ναυτικές διαφορές, μεταξύ των οποίων και συμβάσεις σχετικές με την οικονομική χρησιμοποίηση ή λειτουργία πλοίου. Κατά τις παραγράφους 1α, 2 και 6α του πιο πάνω άρθρου, για την εκδίκαση των ναυτικών διαφορών, δικαιοδοσία έχουν τα Δικαστήρια του Πειραιά. Κατά την παράγραφο 5α διαφορές και υποθέσεις που υπάγονται στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου ή του Εφετείου Πειραιά και εισάγονται σε άλλο τμήμα του ίδιου Δικαστηρίου, παραπέμπονται στο τμήμα ναυτικών διαφορών και κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 46 ΚΠολΔ. Εξάλλου, σύμφωνα με γενικό κανόνα, κάθε πράξη που διενεργεί έμπορος χάριν της εμπορίας του και εκείνη που δεν αποσκοπεί σε κέρδος είναι εμπορική. Αυτό προκύπτει από επιμέρους διατάξεις του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των Εμποροδικείων 2/14.5.1835 (ΔΑΕ), ιδίως δε των άρθρων 1 (εμπορικές είναι όλες οι “μεταξύ εμπόρων και τραπεζιτών υποχρεώσεις”) και 8. Στο τελευταίο ορίζεται μεν αρχικά ότι “δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα των εμποροδικείων […] αι κατ’ εμπόρων περί πληρωμής προϊόντων γης ή πραγματειών [αγωγαί], ηγορασμένων προς ιδίαν αυτών χρήσιν”, στη δε παρ. 2 εισάγεται τεκμήριο ότι: “Τα γραμμάτια όμως τα παρ’ εμπόρων υπογεγραμμένα θεωρούνται ως ένεκα του εμπορίου αυτών γενόμενα, εάν άλλη τις αιτία δεν υπάρχει ρητώς εκπεφρασμένη εις αυτά”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγονται αφενός μεν ο κανόνας της “παράγωγης εξ υποκειμένου εμπορικότητας”, αφετέρου δε το “τεκμήριο εμπορικότητας”. Ο κανόνας της εξ υποκειμένου παράγωγης εμπορικότητας αφορά χωρίς διάκριση κάθε πράξη του εμπόρου, που έχει σχέση (έστω και έμμεση) με την εμπορία του. Ο κανόνας, ως εκδήλωση της αρχής του παρεπομένου, δεν σημαίνει ότι η πράξη θα πρέπει να ωφελεί την εμπορία, αρκεί να έχει σχέση με αυτή. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ε.Ν., έμποροι είναι όσοι μετέρχονται κατά κύριο επάγγελμα πράξεις εμπορικές. Έτσι ναυτιλιακές εταιρείες διαχείρισης πλοίων, όπως είναι αυτές που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα σύμφωνα με τους ΑΝ 89/1967, 378/68 και του άρθρου 25 του Ν. 27/1975, που έχουν την εμπορική ιδιότητα, ως εκ του ότι ασκούν κατά κύριο επάγγελμα εμπορικές πράξεις συναφείς με το θαλάσσιο εμπόριο, κάθε σύμβαση που συνάπτουν θεωρείται ότι γίνεται χάριν της εμπορίας τους, ήτοι χάριν της οικονομικής λειτουργίας και χρησιμοποίησης του πλοίου και, γι’ αυτό το λόγο, οι εξ αυτών αναφυόμενες διαφορές θεωρούνται ναυτικές διαφορές που εκδικάζονται από το αρμόδιο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου ή του Εφετείου Πειραιά (βλ. ΕφΠειρ 34/2021, 69/2020 δημοσιευμένες στην ιστοσελίδα www.efeteio-peir.gr).

ΙΙΙ. Κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 2 και 8 του N. ΓπΟΗ/1912 “Περί δικαστικών ενσήμων”, όπως ερμηνεύθηκε αυθεντικά με το άρθρο 7 § 1 του Ν.Δ. 1544/1942 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του Ν.Δ. 4189/1961, η παράλειψη προκαταβολής από τον ενάγοντα του οφειλομένου κατά τα άρθρα 2 και 3 του Ν. ΓπΟΗ/1912 τέλους δικαστικού ενσήμου, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, δεν επάγεται απαράδεκτο της αγωγής ή της συζήτησής της, αλλά ο παραλείπων την καταβολή ενάγων, λογίζεται, κατά νόμιμο πλάσμα, ως μη εμφανιζόμενος και δικάζεται ερήμην, με επακόλουθο να απορρίπτεται η αγωγή του, λόγω πλασματικής ερημοδικίας, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 272 § 1 ΚΠολΔ, όπως αυτή τέθηκε σε ισχύ με τη διάταξη του άρθρου 30 Ν. 3994/2011 (ΑΠ 65/2022, ΑΠ 204/2014 ΤΝΠ NOMOS). Η απόρριψη δε αυτή θεωρείται ότι γίνεται για ουσιαστικό και όχι για τυπικό λόγο, γεγονός που συνεπάγεται τη δημιουργία δεδικασμένου περί της ουσιαστικής αβασιμότητας της αγωγής, αν η σχετική απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αγωγή λόγω μη καταβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου ο ενάγων δικαιούται να ασκήσει έφεση, μοναδικός λόγος της οποίας δύναται να είναι η άρση της ειρημένης παράλειψης, δηλαδή η εκ των υστέρων καταβολή του άνω τέλους (ΑΠ 65/2022 ό.π.). Εξάλλου, απώτατο χρονικό όριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 § 1 εδ. γ΄ ΚΠολΔ (ως ίσχυε, εν προκειμένω, πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 Ν. 4842/2021), για την προσκομιδή του δικαστικού ενσήμου είναι η συζήτηση της υπόθεσης, ρύθμιση η οποία είναι σαφής, ειδική και ρητή. Συνεπώς, δεν χωρεί, πλέον, στην τακτική διαδικασία, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το Ν. 4335/2015, εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ σχετικά με το δικαστικό ένσημο, δηλαδή, πλέον η μη προσκομιδή του δεν μπορεί να θεωρηθεί τυπική παράλειψη ώστε να δοθεί προθεσμία στον υπόχρεο διάδικο να το προσκομίσει, όπως είχε παγιωθεί με το προϊσχύσαν καθεστώς στη δικαστηριακή πρακτική, ενόψει και της μη ύπαρξης σχετικής αντίστοιχης ρύθμισης στο προϊσχύσαν άρθρο 237 ΚΠΔ περί τέτοιου καταληκτικού χρονικού σημείου. Αντίθετη ερμηνεία και εξακολούθηση παροχής προθεσμίας με το άρθρο 227 ΚΠολΔ, παρά τη ρητή, πλέον, ρύθμιση του απώτατου χρονικού σημείου προσκομιδής του ενσήμου στο άρθρο 237 ΚΠολΔ, θα συνιστούσε contra legem ερμηνεία, αντίθετη τόσο στο γράμμα, όσο και στο σκοπό της διάταξης, αλλά και του Ν. 4335/2015 συνολικά, με τον οποίο τροποποιήθηκε ο ΚΠολΔ, που είναι η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης (ΠΠρΠειρ 3009/2022 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα www.protodikeio-peir.gr).

Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτουσα, με την κρινόμενη υπό στοιχείο Α΄ ανακοπή της, ισχυρίζεται ότι δυνάμει της υπ’ αριθμό … διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οφειλέτρια εταιρεία «…» υποχρεώθηκε να της καταβάλει το ποσό των 660.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. ποσού 158.400,00 ευρώ και δικαστικής δαπάνης ποσού 7.800,00 ευρώ, βάσει των αναφερόμενων σε αυτήν τιμολογίων, με το νόμιμο τόκο από την επομένη του χρόνου πληρωμής εκάστου παραστατικού, που ανερχόταν μέχρι την 1η-7-2021 στο ποσό των 35.530,14 ευρώ. Ότι, στη συνέχεια, την 1η-7-2021 επέβαλε συντηρητική κατάσχεση εις χείρας της καθ’ ης ως τρίτης επί των χρηματικών ποσών/καταθέσεων που διατηρούσε η οφειλέτρια στους τραπεζικούς της λογαριασμούς σε αυτήν, επί πάσης φύσης επιστρεπτέου κεφαλαίου σε αυτήν, καθώς και επί κάθε άλλης χρηματικής της απαίτησης από την καθ’ ης βάσει οποιασδήποτε έννομης μεταξύ τους σχέσης και επί των μελλοντικών, υπό αίρεση ή προθεσμία, απαιτήσεών της μέχρι του ποσού της κατάσχεσης, άλλως επί κάθε μικρότερου ποσού που τυχόν βρισκόταν εις χείρας της τρίτης και δικαιούταν η οφειλέτρια κατά το χρόνο της κατάσχεσης, όσο και σε κάθε μελλοντικό μέχρι την ολική κάλυψη της επισπευδόμενης απαίτησης, ποσού 861.730,14 ευρώ. Ότι παρόλο που η καθ’ ης όφειλε να δηλώσει ότι υπήρχε εις χείρας της, ολικά ή εν μέρει, η χρηματική απαίτηση της οφειλέτριας που κατασχέθηκε στον αναγραφόμενο σε αυτήν λογαριασμό και ότι δεν υφίστατο καμία άλλη κατάσχεση, εντούτοις δεν προέβη σε σχετική, θετική, δήλωση κατά παράβαση των καθηκόντων και υποχρεώσεών της και με σκοπό το παράνομο περιουσιακό όφελος τόσο της ίδιας, όσο και της οφειλέτριας. Ότι με την από 2-7-2021 καταγγελία/διαμαρτυρία της επισπεύδουσας γνωστοποιήθηκαν στην καθ’ ης αυθημερόν έγγραφα και στοιχεία έκδοσης της τελευταίας, βάσει των οποίων προέκυπτε η ανειλικρίνεια της τεκμαιρόμενης αρνητικής της δήλωσης. Ότι η καθ’ ης, δόλια και μεθοδευμένα, απέκρυψε εν γνώσει της την ύπαρξη τόσο του αναγραφόμενου σε αυτήν τραπεζικού λογαριασμού και του διαθέσιμου πιστωτικού υπολοίπου του, καθώς και την ύπαρξη άλλων λογαριασμών της οφειλέτριας, όπως και λοιπών επιστρεπτέων κεφαλαίων με δικαιούχο αυτήν, με σκοπό τη μη δημόσια κατάθεση των κεφαλαίων αυτών υπέρ της επισπεύδουσας με αντίστοιχη/ισόποση ζημία και βλάβη της. Ότι, επιπρόσθετα, η συμπεριφορά της καθ’ ης συνιστά αδικοπραξία, κατ’ άρθρο 914 ΑΚ, καθώς αποσκοπούσε στην εξαπάτησή της, στη στέρηση της ικανοποίησης της επισπευδόμενης απαίτησής της από τα υπαρκτά και διαθέσιμα κεφάλαια της οφειλέτριας εις χείρας της καθ’ ης και στην υπαίτια πρόκληση της ζημίας της. Με βάση τα ανωτέρω ζητεί : α) να αναγνωρισθεί ως ανειλικρινής η τεκμαιρόμενη αρνητική δήλωση της καθ’ ης ως προς τη μη ύπαρξη τραπεζικού λογαριασμού της «…» εις χείρας της και ως προς τη μη ύπαρξη, προς δέσμευση, διαθέσιμων χρηματικών απαιτήσεων μέχρι του ποσού των 861.730,14 ευρώ, και να αναγνωρισθεί η ύπαρξη της κατασχεθείσας απαίτησης εις χείρας της καθ’ ης μέχρι του ποσού των 861.730,14 ευρώ, αναγνωριζόμενης και της ισόποσης υποχρέωσης της καθ’ ης προς απόδοσή της στην ανακόπτουσα, β) να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη αρνητική δήλωση της καθ’ ης και να καταδικασθεί να καταβάλει στην ανακόπτουσα την εις χείρας της κατασχεθείσα απαίτηση, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία επιβολής της συντηρητικής κατάσχεσης εις χείρας της, άλλως από την τελεσιδικία της παρούσας και γ) να καταδικασθεί η καθ’ ης στην καταβολή του ποσού των 861.730,14 ευρώ, ως ισόποση αποζημίωση της ανακόπτουσας λόγω της σε βάρος της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των εκπροσώπων και εντολοδόχων της καθ’ ης και του ποσού των 49.900,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, με το νόμιμο τόκο από το χρόνο τέλεσής τους, άλλως από την κοινοποίηση της ανακοπής, καθώς και να καταδικασθεί η καθ’ ης η ανακοπή στη δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή κατ’ άρθρο 986 ΚΠολΔ (ως ίσχυε το εν λόγω άρθρο πριν την πρόσθεση εδ. δ΄ με το άρθρο 75 Ν. 4842/2021, ενόψει του χρόνου κατάθεσής της), η οποία έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 986 ΚΠολΔ, καθώς κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 15-7-2021 και επιδόθηκε αυθημερόν στην καθ’ ης (βλ. την υπ’ αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά …, που προσκομίζει με επίκληση η ανακόπτουσα), ήτοι εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επομένη της άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας των οκτώ (8) ημερών εντός της οποίας η καθ’ ης όφειλε να προβεί σε δήλωση (άρθρα 985 § 1 εδ. α΄, 986 εδ. α΄ και 144 § 1 ΚΠολΔ), καθώς και η αντικειμενικά (άρθρο 218 ΚΠολΔ) σωρευόμενη αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης κατ’ άρθρο 985 § 3 ΚΠολΔ, παραδεκτά εισάγονται για να συζητηθούν κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδικάζεται η διαφορά από την κατασχεθείσα απαίτηση, ήτοι από τη σύμβαση ανώμαλης παρακαταθήκης, το χαρακτήρα της οποίας φέρει η κατάθεση χρημάτων σε τράπεζα (βλ. ΑΠ 1220/2014 ΧρΙΔ 2015, σελ. 110), ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο – ενόψει του κατασχθέντος ποσού και της φύσης της απαίτησης – είναι καθ’ ύλην (άρθρα 7, 9, 10 και 18 ΚΠολΔ), λειτουργικά (άρθρο 51 §§ 1 περ. α΄, 3Α και 3Β περ. ε΄ Ν. 2172/1993), λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς, καθόσον έχει συναφθεί από ναυτική εταιρεία χάριν της εμπορίας της, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ μείζονα σκέψη, και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 25 § 2 και 33 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι επίδικοι τραπεζικοί λογαριασμοί που τηρούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο η οφειλέτρια στην καθ’ ης είχαν ανοιχθεί σε κατάστημα της τελευταίας στον Πειραιά (βλ. την υπ’ αριθμό … δήλωση της καθ’ ης ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αθηνών όπου αναγράφεται ο κωδικός του καταστήματος … όπου τηρούνται οι λογαριασμοί, που βρίσκεται στον ……..), ενώ, σε κάθε περίπτωση, τόπος απόδοσης των χρηματικών καταθέσεων της οφειλέτριας (830 ΑΚ σε συνδυασμό με 829 ΑΚ) είναι η έδρα της καθ’ ης, που βρίσκεται στην ….., όπου εκτείνεται η δικαιοδοσία του παρόντος Πρωτοδικείου για την εκδίκαση των ναυτικών διαφορών, απορριπτομένης, συνεπώς, ως αβάσιμης της ένστασης περί τοπικής αναρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου, που προέβαλε η καθ’ ης με τις προτάσεις της. Από την παραδεκτή, όμως, επισκόπηση των προτάσεων αμφοτέρων των διαδίκων και των προσκομιζόμενων με επίκληση με αυτές εγγράφων προκύπτει ότι η καθ’ ης, εντός της οκταήμερης προθεσμίας του άρθρου 985 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ, προέβη στην υποβολή της υπ’ αριθμό … θετικής δήλωσης (για μέρος του κατασχεθέντος ποσού) ενώπιον της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Αθηνών …. Αναφορικά με το ανωτέρω δημόσιο έγγραφο, η ανακόπτουσα προέβαλε με τις προτάσεις της ένσταση πλαστογραφίας και συγκεκριμένα, ως προς την ημερομηνία σύνταξης της δήλωσης της καθ’ ης, ισχυριζόμενη ότι δεν κατατέθηκε στις 9-7-2021 ως αναγράφεται σε αυτό, αλλά στις 12-7-2021. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός, που προβάλλεται παραδεκτά δοθέντος ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ανακόπτουσας που τον πρότεινε, είχε την απαιτούμενη προς τούτο ειδική πληρεξουσιότητα, κατ’ άρθρο 98 στοιχ. β΄ ΚΠολΔ, δυνάμει του αναφερόμενου στην αρχή της παρούσας υπ’ αριθμό … Πρακτικού του Δ.Σ. της, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Και τούτο, διότι το μόνο προς θεμελίωσή του στοιχείο που η ανακόπτουσα προσκομίζει προαποδεικτικά, κατ’ άρθρο 463 ΚΠολΔ, είναι οι προσαγόμενες με επίκληση φωτογραφίες του οικείου βιβλίου του Ειρηνοδικείου Αθηνών, όπου δημοσιεύονται οι δηλώσεις τρίτων, όπως η ίδια εκθέτει, από τις οποίες προκύπτει ότι η εγγραφή της εν λόγω δήλωσης της καθ’ ης έχει προστεθεί χειρόγραφα κάτωθι των εγγράφων της 9ης-7-2021 και μετά έχει διαγραφεί και στη συνέχεια, έχει εγγραφεί εκ νέου στη σελίδα της 12ης-7-2021. Οι ανωτέρω, όμως, δύο εκτυπώσεις φωτογραφιών απεικονίζουν τμήματα και όχι το σύνολο κάθε σελίδας, ενώ ιδίως όσον αφορά τη δεύτερη ως άνω εγγραφή, η οποία είναι γραμμένη και τυπωμένη σε υπολογιστή και αναγράφει υπό α.α. «5694» αρχικά κατάσχων «…» και οφειλέτης «….» και κάτωθι αυτής, χειρόγραφα έχει διορθωθεί σε κατάσχων «….» και οφειλέτης «….» «κατόπιν ελέγχου στις 19-7-2021» (όπως ρητά αναγράφεται), φέρει ναι μεν στην κεφαλίδα της εν λόγω σελίδας ημερομηνία 12-7-2021, αλλά έχει ληφθεί φωτογραφία μέρους μόνο της σελίδας αυτής, όπως προαναφέρθηκε, ώστε να μην δύναται το Δικαστήριο να σχηματίσει σαφή εικόνα και να δημιουργείται αμφιβολία μήπως τυχόν στο μέσον αυτής υπάρχει κάποια διαχωριστική γραμμή και ξεκινούν επέκεινα οι εγγραφές της 12ης-7-2021, στοιχείο που ενισχύεται από το γεγονός ότι στο απόσπασμα αυτό της φωτογραφίας πρώτη καταχώριση είναι η προαναφερόμενη και ακολουθούν έντεκα κενές γραμμές. Δεν μπορεί, επομένως, συμπερασματικά από τα ανωτέρω στοιχεία μόνο να εξαχθεί η πλαστότητα του περιεχομένου και δη της ημερομηνίας, εν προκειμένω, της δήλωσης της καθ’ ης, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν προσκομίζεται βεβαίωση του αρμόδιου Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Αθηνών περί της πραγματικής ημερομηνίας σύνταξης της εν λόγω δήλωσης, όπως θα μπορούσε ευχερώς να αιτηθεί η ανακόπτουσα, εφόσον είχε όντως τέτοια αμφιβολία. Με βάση τα ανωτέρω αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και τις προαναφερόμενες σκέψεις το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι η υπ’ αριθμό … δήλωση τρίτου δεν είναι πλαστό έγγραφο, αλλά γνήσιο, απορριπτομένης ως αβάσιμης κατ’ ουσίαν της ένστασης πλαστότητας αυτού, που πρόβαλε η ανακόπτουσα. Συνεπώς, εφόσον υπήρξε εμπρόθεσμη (μερική) καταφατική δήλωση εκ μέρους της τρίτης, εν προκειμένω της καθ’ ης, η ανακόπτουσα στερείται εννόμου συμφέροντος για άσκηση της ένδικης ανακοπής (βλ. Ορφανίδη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, 2η εκδ., άρθρο 986, § 4, σελ. 739), ενόψει μάλιστα του ότι η προκείμενη ανακοπή δεν στρέφεται κατά της τυχόν θεωρηθείσας ως εκπρόθεσμης δήλωσης της καθ’ ης ή του αρνητικού τμήματος της θετικής της δήλωσης, αλλά κατά της αρνητικής της δήλωσης προς την οποία εξομοιώνεται και η παράλειψη υποβολής δήλωσης, και ως εκ τούτου, η κρινόμενη ανακοπή του άρθρου 986 ΚΠολΔ πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Περαιτέρω, αναφορικά με το υπό στοιχείο γ΄ αίτημα περί αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, το οποίο υπόκειται σε τέλος δικαστικού ενσήμου [εν αντιθέσει με το καταψηφιστικό αίτημα της ανακοπής του άρθρου 986 ΚΠολΔ για το οποίο δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου, λόγω της φύσης της ως παρεμπίπτουσας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, που αποσκοπεί στην ικανοποίηση απαίτησης για την οποία έχει ήδη καταβληθεί δικαστικό ένσημο (βλ. ΠΠρΠειρ 3563/2014 ό.π.)], όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, η ανακόπτουσα-ενάγουσα, με επιμέλεια της οποίας γίνεται η συζήτηση της κρινόμενης υπόθεσης, δεν προσκόμισε το αναλογούν τέλος μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης, ούτε, άλλωστε, το επικαλείται με τις προτάσεις της. Πρέπει, ως εκ τούτου, αυτή να δικασθεί ερήμην και να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η σωρευθείσα αγωγή της, κατ’ άρθρο 272 § 1 ΚΠολΔ, με βάση την προαναφερθείσα υπό στοιχείο ΙΙΙ νομική σκέψη της παρούσας. Τέλος, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν κατά της παρούσας (άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ), και απορριπτομένης της υπό κρίση ανακοπής και της σωρευόμενης αγωγής προς αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός της με τις προτάσεις της (άρθρο 106 ΚΠολΔ) σε βάρος της ανακόπτουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 189, 191 § 2 ΚΠολΔ, 63 § 1 και 68 § 1 N. 4194/2013, βλ. ΟλΑΠ 6/2021 αναφορικά με τον υπολογισμό της δικηγορικής αμοιβής με βάση κλιμακωτό και όχι ενιαίο συντελεστή), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Σημειωτέον ότι το περιεχόμενο στην προσθήκη των προτάσεων της ανακόπτουσας αίτημα περί ανάκλησης της υπ’ αριθμό 2233/2021 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, εκδοθείσας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ανακλήθηκε η ένδικη συντηρητική κατάσχεση, απαραδέκτως προβάλλεται με την προσθήκη, ενώπιον μάλιστα του Δικαστηρίου αυτού, με την προκείμενη τακτική διαδικασία και μεταξύ διαφορετικών διαδίκων.

Με την υπό στοιχείο Β΄, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε παρέμβαση, η καθ’ ης ως άνω ανακοπή ανακοίνωσε την ανοιχθείσα με την ανακοπή δίκη στην προς ην η ανακοίνωση εταιρεία με την επωνυμία «…», προσεπικαλώντας αυτήν να παρέμβει στη δίκη, ως έχουσα έννομο συμφέρον προς τούτο. Η ως άνω ανακοίνωση δίκης με προσεπίκληση σε παρέμβαση παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 89 και 91 ΚΠολΔ), πλην όμως, η σωρευόμενη προσεπίκληση σε παρέμβαση δεν είναι νόμιμη και πρέπει να απορριφθεί, αφού δε συντρέχει καμία από τις περιοριστικά αναφερόμενες στις διατάξεις των άρθρων 86, 87 και 88 ΚΠολΔ περιπτώσεις άσκησής της. Πρέπει δε να ορισθεί, λόγω της ερημοδικίας της προσεπικαλούμενης, το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 § 1, 505 § 2 ΚΠολΔ), χωρίς να ερευνάται από το παρόν Δικαστήριο η ύπαρξη ή μη εννόμου προς τούτο συμφέροντός της (ΟλΑΠ 15/2001 Δίκη 2002, σελ. 510). Τέλος, αναφορικά με την ανακοίνωση δίκης δεν θα περιληφθεί διάταξη στην παρούσα απόφαση, καθώς δεν συνιστά αίτηση παροχής έννομης προστασίας, ούτε διευρύνει τα υποκειμενικά όρια της δίκης.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 13-7-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5367/2390/15-7-2021, ανακοπή και την από 7-9-2021, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6985/3143/13-9-2021, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε παρέμβαση, ερήμην της ανακόπτουσας όσον αφορά τη σωρευόμενη στο δικόγραφο της ανακοπής αγωγή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης και της προσεπικαλούμενης και κατά τα λοιπά αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας ως προς την ανακόπτουσα και την προσεπικαλούμενη στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300,00€) για εκάστη αυτών.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή στο σύνολό της και την προσεπίκληση σε παρέμβαση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της ανακόπτουσας τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των δεκατριών χιλιάδων οκτακοσίων (13.800,00) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 27 Απριλίου 2023, και δημοσιεύθηκε στις 16 Μαΐου 2023, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ