Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

Αριθμός απόφασης

295/ 2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : … Αγωγή)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Γκοτόβου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 8 Ιανουαρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Του Αλληλοασφαλιστικού Συνεταιρισμού με την επωνυμία «…, που εδρεύει στο Λ. (…) και εκπροσωπείται νόμιμα με Γραφείο Διαχειρίσεως στο Λ. (…), για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ευάγγελος Τσουρούλης (Α.Μ. ΔΣΠ : …) και παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του ιδίου πληρεξουσίου δικηγόρου.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ : Της εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Π…….. (οδός …), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις  πληρεξούσιος δικηγόρος ούτε παραστάθηκε στο ακροατήριο δια πληρεξουσίου δικηγόρου

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 2-7-2018 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : …, προσδιορίστηκε κατά τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, ως ισχύουν να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι παραστάθηκαν ως ανωτέρω και ο ενάγων, που προκατέθεσε προτάσεις και παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του προρρηθέντος πληρεξουσίου δικηγόρου του, ζήτησε να γίνουν αυτές δεκτές .

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Εν προκειμένω κατά την εκφώνηση της υπό κρίση υποθέσεως από το πινάκιο, δεν παραστάθηκε η εναγομένη εταιρία ενώ από την επισκόπηση της σχηματισθείσας δικογραφίας, προκύπτει ότι δεν προκατέθεσε προτάσεις κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, ως ισχύουν. Από την υπ’ αριθμ.  … έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, Μ. Γ., που νομίμως προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτησή της για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα στην εναγομένη δια θυροκολλήσεως στην κατοικία της νομίμου εκπροσώπου της, …, στον … Αττικής (οδός …) και εμπρόθεσμα (άρθρα 126 παρ. 1 περ. γ΄, 128 παρ.4,136 παρ.2, 215 παρ2, 228,230,237 ΚΠολΔ). Η εναγομένη, όμως, δεν παραστάθηκε στην ως άνω δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και, συνεπώς, πρέπει να δικασθεί ερήμην (άρθρο 271 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ, ως ισχύει).

Με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων αλληλοασφαλιστικος συνεταιρισμός , εκθέτει ότι εδρεύει στο Λ., είναι μέλος της Διεθνούς Ομάδας Αλληλοασφαλιστικών Οργανισμών (International Group of P & I Clubs) και διατηρεί γραφείο διαχειρίσεως στο Λ. . Ότι  η εναγόμενη ελληνική εταιρεία, που εδρεύει στον Π……. είναι πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία πλοίου «…» νηολογίου Πειραιά με αριθμό …, ΔΔΣ SXTG, IMO 7612668, κοχ 2677, κκχ 986, το οποίο διαχειρίζεται (όπως και την ίδια την πλοιοκτήτρια) η εταιρεία με την επωνυμία «….» που εδρεύει στην ίδια διεύθυνση με την εναγομένη στον Π……. Ότι στις 27-3-2017 (ο ενάγων) εξέδωσε δύο (2) πιστοποιητικά χρηματοοικονομικής ασφάλειας για το  ως άνω πλοίο για το χρονικό διάστημα από 30-3-2017 έως 30-3-2018 προς εξασφάλιση των ναυτικών απαιτήσεων του πληρώματος του πλοίου σε περίπτωση εγκατάλειψής του από την εναγομένη σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού E.E. 2.5 και 4.2 και τα παραρτήματα της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας 2006 (MLC 2006) της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Ότι στις 15-3-2018 κι ενώ το πλοίο βρισκόταν στο λιμάνι της Ελευσίνας, ο πλοίαρχος, τα μέλη του πληρώματος του πλοίου και το κεντρικό λιμεναρχείο Ελευσίνας αφού τον πληροφόρησαν ότι το πλήρωμα του πλοίου αποτελούμενο από επτά (7) ναυτικούς είχε εγκαταλειφθεί από την εναγομένη πλοιοκτήτρια εταιρεία χωρίς την καταβολή συμβατικών μισθών τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών και χωρίς τη διάθεση επαρκών μέσων που ήταν απαραίτητα για τη διαβίωσή τους καθώς και ότι οι ναυτικοί πλην του Έλληνα πλοιάρχου ζητούσαν τον επαναπατρισμό τους στην πατρίδα τους τη Ρουμανία ,ζήτησαν την παρέμβασή του. Ότι την παρέμβασή του επιπλέον ζήτησε στις 26-3-2018 και το δικηγορικό γραφείο του Λ. «…» που ενεργούσε για λογαριασμό του πληρώματος  . Ότι ο ίδιος συνεπής στις υποχρεώσεις του από το νόμο και τη σύμβαση επιμελήθηκε την καταβολή σε όλα τα μέλη του πληρώματος των οφειλόμενων μισθών τεσσάρων (4) μηνών και όλων των εξόδων παλιννόστησης των αλλοδαπών ναυτικών με τα κατάλληλα μέσα και ειδικότερα ότι κατέβαλε σύμφωνα με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή ως προς τα επιμέρους ποσά και αιτίες, τους  μισθούς του 7μελούς πληρώματος και του πλοιάρχου έως  τεσσάρων (4) μηνών συνολικού ύψους 58.143,50 ευρώ , τα αεροπορικά εισιτήρια  των έξι (6) μελών του πληρώματος συνολικού ύψους 870 ευρώ και τα απαραίτητα γενικά έξοδα για την παλιννόστηση  των αλλοδαπών μελών του πληρώματος, συνολικού ύψους 130, 68 ευρώ, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή. Τέλος ότι ο κάθε αλλοδαπός ναυτικός μέλος του πληρώματος και ο Έλληνας πλοίαρχος του ένδικου πλοίου υπέγραψαν σχετική δήλωση απόδειξης με ημερομηνίες 28-3-2018 και 2-4-2018 αντίστοιχα, αναγνωρίζοντας την καταβολή από αυτόν (τον ενάγοντα) του ποσού των οφειλομένων από τη σύμβαση μισθών μέχρι τεσσάρων (4) μηνών και των εξόδων επαναπατρισμού του στη Ρουμανία και με το ίδιο έγγραφο υποκαταστάθηκε αυτός (ο ενάγων) στα δικαιώματα του κάθε μέλους του πληρώματος κατά της εναγομένης πλοιοκτήτριας άλλως (ότι) απέκτησε αυτός ως εκδοχέας εκ νομίμου εκχωρήσεως τα δικαιώματα του κάθε ναυτικού έναντί της.Τέλος επικαλούμενος ότι για τις ως άνω αιτίες απορρέουσες από την εγκατάλειψη του πληρώματος του πλοίου κατέβαλε συνολικό ποσό 59.144,18 ευρώ το οποίο δικαιούται -σύμφωνα με τον Κανονισμό για την εφαρμογή απαιτήσεων της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας  του 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2006 και δυνάμει της εκ του νόμου υποκαταστάσεώς του άλλως της εκχωρήσεως βάσει της ως άνω ρητής γραπτής εκχωρήσεως των ναυτικών  στις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις που διατηρούσε το πλήρωμα του πλοίου σε βάρος της εναγομένης πλοιοκτήτριας  κατά το άρθρο 10 παρ. 12 του Κανονισμού -να λάβει από την εναγομένη πλοιοκτήτρια, η οποία παρά τις οχλήσεις του δεν του έχει εξοφλήσει, ευθυνομένη προς τούτο κι επικουρικώς κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί : 1) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το χρηματικό ποσό των 59.144, 18 ευρώ για τις περιγραφόμενες ιστορικό αιτίες νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι εξοφλήσεως, 2) να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή η εκδοθησομένη απόφαση και 3) να καταδικαστεί η εναγόμενη στην εν γένει δικαστική του δαπάνη και αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις του (βλ. το  υπ’ αριθμ….  e-Παράβολο, που προσκομίζεται στη δικογραφία και η από 8-11-2018 απόδειξη εξόφλησης της winbank) και για το παραδεκτό της συζήτησής της ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος προσκόμισε το υπ’αριθμ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΠ (άρθρο 61 παρ.4 Ν.4194/2013) και το από 27-8-2018 ειδικό πληρεξούσιο που έχει συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα και επισυνάπτεται σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) , κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 25 παρ. 2 και 33 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και έχει διεθνή δικαιοδοσία (άρθρα 3 παρ. 1, 5 παρ. 1, 60 παρ. 1 περ. γ΄ Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001).Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή, η οποία αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση (δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας δεδομένου ότι ο ενάγων αλληλοασφαλιστικός συνεταιρισμός εδρεύει στο Λ. και διατηρεί γραφείο διαχειρίσεως στο Λ.), είναι ερευνητέα κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 25 εδ. β΄ ΑΚ και 4 παρ. 1 και 2 της από 19.6.1980 Συμβάσεως της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές », η οποία κυρώθηκε και ισχύει στην Ελλάδα με το Ν. 1792/1988 « Κύρωση σύμβασης για την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές», ως δίκαιο προς το οποίο η σύμβαση χρηματοοικονομικής ασφάλειας και η δυνάμει αυτής εκ του νόμου ασφαλιστική υποκατάσταση του ενάγοντος στα δικαιώματα του πλοιάρχου και των λοιπών μελών του πληρώματος του ασφαλισμένου πλοίου που συνδέει τους διαδίκους εκ του συνόλου των περιστάσεων συνδέεται στενότερα, καθ’ όσον το πλοίο ανήκει στην εναγομένη πλοιοκτήτρια εταιρεία που εδρεύει στην Ελλάδα, η εγκατάλειψή του έγινε στην Ελλάδα, όπου έγινε και η καταβολή από τον πάροχο της χρηματοοικονομικής ασφάλειας –ενάγοντα του αιτούμενου συνολικού ποσού που αφορά μισθούς ναυτικών και έξοδα παλλινόστησης αυτών, υποχρέωση που είχε η εναγομένη πλοιοκτήτρια. Σε κάθε περίπτωση η εναγομένη δεν αντιλέγει λόγω της ερημοδικίας της, υφισταμένης έτσι σιωπηρής μετασυμβατικής συμφωνίας αυτής σχετικά με την εφαρμογή του  ελληνικού δικαίου (άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 1792/1988, βλ. σχετ. Ευρυγένη, Αρμ. 24, 1057 επ, ιδ. σελ. 1066, Παπασιώπη – Πασιά, Ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, έκδ. 1991, σ. 18 επ, ΕφΠειρ 612/1992, ΕΝΔ 20.481, ΕφΠειρ 508/1988, ΕΝΔ 17.497). Η ένδικη αγωγή τυγχάνει επομένως νόμιμη κατά την κύρια βάση της στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 346, 455 επ.,648 επ. 858 επ. ΑΚ, 210 ΕμπΝ, 14 επ.Ασφ.Ν, Κανονισμός 2009/20/(Ε.Κ.), Κανονισμός (Regulation) 2.5  (Πρότυπο Α 2.5.2) και 4.2 (Πρότυπο Α4.2.1)και παραρτήματα (Standards) της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας του 2006 (Maritime Law Convention 2006) του Παγκόσμιου Οργανισμού Εργασίας (Ιnternational Labour Organization) 2006 ως επικυρώθηκε με τους Ν. 4078 /2012-ΦΕΚ 179 Α και τις  Κ.Υ.Α 3522. 2/08 /2013 και 2242.7- 2. 1/5625/ 2017 και τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 3/2017 (ΦΕΚ Α 6/24-1-2017), 53 επ.ΚΙΝΔ907, 908 παρ.1 ε και 176 ΚΠολΔ (καθόσον εφαρμοστέο δίκαιο είναι το ελληνικό, σύμφωνα με τα άρθρα 4 παρ. 1 περ. α΄, 3 Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008).  Κατ’ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η υπό κρίσιν αγωγή, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, ως προς την κύρια βάση της, απορριπτομένης ως νόμω αβάσιμης της επικουρικής της βάσης κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφενός λόγω της επικουρικής φύσης αυτής, αφετέρου λόγω της μη επίκλησης από τον ενάγοντα της τυχόν  ακυρότητας της σύμβασης που θεμελιώνει την ενδοσυμβατική ευθύνη της εναγομένης.

Κατά της υπό κρίση αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Πρέπει, επομένως, να γίνει αυτή δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν , διότι, εφόσον η εναγομένη ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο της αγωγής καθώς θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους της σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 1 και την παρ. 3 του άρθρου 271 ΚΠολΔ (ως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 30 του Ν. 3994/2011), που τυγχάνουν εν προκειμένω εφαρμογής, κατά τα προεκτεθέντα, ενόψει του χρόνου που έλαβε χώρα η διαδικαστική πράξη της συζήτησης. Ως εκ τούτου πρέπει να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πενήντα εννέα χιλιάδων εκατόν σαράντα τεσσάρων ευρώ και δεκαοκτώ λεπτών (59.144,18 €) με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Όσον αφορά στο αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, αυτό θα πρέπει να απορριφθεί, καθόσον η καθυστέρηση στην εκτέλεση δεν μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, ούτε συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Περαιτέρω, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης λόγω της ερημοδικίας και της ήττας της (άρθρα 176 παρ. 1, 184, 189 παρ.1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης, θα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζει ερήμην της εναγομένης την υπό κρίση από 2-7-2018 με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : … αγωγή.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€) για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγομένη.

Δέχεται την αγωγή.

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πενήντα εννέα χιλιάδων εκατόν σαράντα τεσσάρων ευρώ και δεκαοκτώ λεπτών (59.144,18 €) με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση .

Καταδικάζει την εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων διακοσίων ευρώ (2.200 €).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις                             , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος.

 

          Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ