ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
356/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΑΚ – ΕΑΚ αγωγής: …
ΓΑΚ – ΕΑΚ κλήσης: …
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίστηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 30 Οκτωβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΕΝΑΓΩΝ – ΚΑΛΩΝ : Χ. Μ. του Φ., κάτοικος Ν. Υ. … και προσωρινά διαμένοντος στην Κ., A.Φ.Μ. …) και εκπροσωπείται νόμιμα, για τoν οποίo προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Μάρκος Δάρας, δυνάμει του από 3.7.2018 ειδικού πληρεξουσίου με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του ενάγοντος, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ – ΚΑΘ’ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ: Η εταιρεία με την επωνυμία «…», για την οποία προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος Άννα Παπακωνσταντίνου, δυνάμει του υπ’ αριθμ. … συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου Συμβολαιογράφου Αθηνών Χριστίνας Καραμπάτσου, του πληρεξουσίου αντιπροσώπου και αντικλήτου της εναγομένης, …, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 22-9-2017 αγωγή του που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, η συζήτηση της οποίας (αγωγής) ματαιώθηκε και επανήλθε με την με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση του ενάγοντος, μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 24-9-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Aπό τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1,2,6,8,12,13 της Διεθνούς Συμβάσεως του Λονδίνου του έτους 1989 για την επιθαλάσσια αρωγή, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 2391/1996 και τέθηκε σε ισχύ στις 3-6-1997, προκύπτει ότι κάθε πράξη ή δραστηριότητα, που αποσκοπεί στην παροχή βοήθειας σε πλοίο ή οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο, που βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο πραγματικό, άμεσο ή έστω πιθανολογούμενο που προϋπάρχει των σωστικών υπηρεσιών σε ύδατα κατάλληλα για ναυσιπλοΐα ή σε οποιαδήποτε άλλα ύδατα, παρέχει δικαίωμα αμοιβής, εφόσον είχε ωφέλιμο αποτέλεσμα. Η ως άνω Διεθνής Σύμβαση εφαρμόζεται και σε επιχειρήσεις αρωγής σε εσωτερικά ύδατα, δεδομένου ότι η χώρα μας δεν διατύπωσε σχετική επιφύλαξη, κατά το άρθρο 30§1 της Σύμβασης αυτής. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία των μερών για την αμοιβή, το ποσό αυτό καθορίζεται από το Δικαστήριο, το οποίο λαμβάνει ως βάση για τον σκοπό αυτό, τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 13 § 1 της προαναφερόμενης Διεθνούς Συμβάσεως και ειδικότερα, άσχετα με τη σειρά τους : (α) τη διασωθείσα αξία του πλοίου και των άλλων περιουσιακών στοιχείων, (β) την επιτηδειότητα και τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι αρωγοί για να αποτρέψουν ή να ελαχιστοποιήσουν βλάβη του περιβάλλοντος, (γ) το μέγεθος της επιτυχίας, που επιτεύχθηκε από τον αρωγό, (δ) τη φύση και την έκταση του κινδύνου, (ε) την επιτηδειότητα και τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι αρωγοί για να σώσουν το πλοίο, τυχόν άλλα περιουσιακά στοιχεία και ζωές, (στ) τον χρόνο που διατέθηκε, τις δαπάνες και τις απώλειες που είχαν οι αρωγοί, (ζ) τον κίνδυνο ευθύνης και άλλους κινδύνους, τους οποίους διέτρεξαν οι αρωγοί ή ο εξοπλισμός τους, (η) το έγκαιρο των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν, (θ) τη δυνατότητα διάθεσης και χρησιμοποίησης πλοίων ή άλλου εξοπλισμού που προορίζονται για επιχειρήσεις αρωγής, (ι) τον βαθμό ετοιμότητας και επάρκειας του εξοπλισμού του αρωγού και την αξία τούτου (ΕφΠειρ 751/2007, ΕΝΔ 2008.52, ΕφΠειρ 322/2007, ΕΝΔ 2007.297, ΕφΠειρ 1013/2006, ΕΝΔ 2007.131). Περαιτέρω, είναι δυνατό να υπάρξει μερική συμβολή στη διατήρηση του πράγματος, όταν οι σωστικές υπηρεσίες παρασχέθηκαν από περισσότερους από έναν αρωγούς και συνέβαλαν στο ωφέλιμο αποτέλεσμα, έστω και αν καθεμία από αυτές δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυτό (ΕφΠειρ 625/1999, ΕΝΔ 27.176), κατανεμόμενη μεταξύ τους ανάλογα με τη συμβολή καθενός απ` αυτούς στη διάσωση του κινδυνεύοντος πλοίου (πρβλ. ΕφΛαρ 570/2002 Ηλεκτρονική Συλλογή «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 1083/1999 ΝαυτΔικ 1.133, ΕφΠειρ 1171/1997 ΕΝΔ 26.39). Τέλος, η διαφορά της θαλάσσιας αρωγής από την απλή ρυμούλκηση έγκειται ακριβώς στο ότι η πρώτη προϋποθέτει τη συνδρομή σοβαρού κινδύνου απώλειας ή βλάβης του πλοίου, ο οποίος (κίνδυνος) δεν είναι ανάγκη να είναι επικείμενος (άμεσος), αλλά αρκεί να είναι ενδεχόμενος και πιθανός, ενώ στη δεύτερη (ρυμούλκηση) το πλοίο απλώς δεν μπορεί από άλλο λόγο (στέρηση γενικά ή κατά ένα μέρος της δικής του κινητήριας δύναμης) να συνεχίσει τον πλου του και ζητεί την συνδρομή άλλου πλοίου για να συνεχίσει (ΕφΠειρ 893/2011, ΕΝαυτΔ 2013.311, ΕφΠειρ 24/2011, ΕΕμπΔ 2011.654). Περαιτέρω, το αγγλικό ουσιαστικό δίκαιο της θαλάσσιας ασφάλισης περιέχεται κωδικοποιημένο στον αγγλικό νόμο «περί θαλάσσιας ναυτικής ασφάλισης του 1906», γνωστό με την ονομασία “Marine Insurance Act 1906” (Μ.I.A. 1906), το οποίο τροποποιήθηκε με το νόμο “Insurance Act 2015”, που τέθηκε σε ισχύ 18 μήνες από την ψήφιση του στις 12.2.2015 (ήτοι στις 12.8.2016 – βλ. 23.2 αυτού πλην τροποποιήσεων Section 3 του “Rights Against the Insurers” – βλ. 23.3), καθώς και στο κοινό δίκαιο (common law), εφόσον οι διατάξεις τούτου δεν προσκρούουν σε ρητή διάταξη του ανωτέρω νόμου και στην αγγλική πρακτική (English practice) και ερμηνεύεται από τα αγγλικά δικαστήρια και τους άγγλους νομικούς συγγραφείς και ερμηνευτές του δικαίου σε συνάρτηση και με τις σχετικές ρήτρες ασφάλισης σκαφών αναψυχής “Institute yachts clauses” από 1.11.1985. Επίσης σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα συναλλακτικά ήθη, τα οποία ρυθμίζουν πολλά θέματα για τα οποία δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο νόμο. Κατά τον “Marine Insurance Act 1906” (Μ.I.A. 1906) προβλέπεται ότι: Άρθρο 1. “Η σύμβαση ναυτικής ασφάλισης αποτελεί σύμβαση με την οποία ο ασφαλιστής αναλαμβάνει να αποζημιώσει τον ασφαλισμένο, κατά τρόπο και σε έκταση που συμφωνείται με αυτήν κατά θαλασσίων κινδύνων, δηλαδή των κινδύνων που είναι συναφείς με τη ναυτική περιπέτεια“. Ορισμός «θαλάσσιας περιπέτειας» : Άρθρο 3§2 : «Ειδικότερα υπάρχει θαλάσσια περιπέτεια όπου (α) Οποιοδήποτε πλοίο, πράγματα ή άλλα κινητά εκτίθενται σε θαλάσσιους κινδύνους. Αυτή η περιουσία αναφέρεται σε αυτό το Νόμο ως «ασφαλίσιμη περιουσία»…. Ορισμός ασφαλιστικού συμφέροντος: Άρθρο 5. “1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου, ασφαλιστικό συμφέρον έχει κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στη ναυτική περιπέτεια. 2. Ειδικά ένα πρόσωπο έχει συμφέρον στη ναυτική περιπέτεια όταν τελεί σε οποιαδήποτε έννομη ή πραγματική σχέση με την περιπέτεια ή με οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που εκτίθεται σε κίνδυνο κατ` αυτή και εκ του γεγονότος αυτού αυτός δύναται να ωφεληθεί από την ασφάλεια ή προσήκουσα άφιξη του ασφαλισμένου περιουσιακού στοιχείου, ή δύναται να ζημιωθεί από την απώλεια, ζημία ή δέσμευσή του, ή δύναται να γεννηθεί στο πρόσωπό του ευθύνη σε σχέση με αυτό“. Αποτιμημένο ασφαλιστήριο: Αρθρο 27. “1. Το ασφαλιστήριο δύναται να είναι αποτιμημένο ή μη αποτιμημένο. 2. Αποτιμημένο ασφαλιστήριο είναι το ασφαλιστήριο το οποίο προσδιορίζει τη συμφωνημένη αξία του ασφαλισμένου πράγματος. 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου και εν απουσία απάτης, η προσδιορισμένη με το ασφαλιστήριο αξία αποτελεί πλήρη απόδειξη μεταξύ του ασφαλιστή και του ασφαλισμένου της ασφαλιστέας αξίωσης του πράγματος για το οποίο σκοπείται η ασφάλιση, ανεξαρτήτως αν πρόκειται περί ολικής ή μερικής απώλειας“. Καλυπτόμενες και εξαιρούμενες (ζημίες) απώλειες: Άρθρο 55. “1. Περιλαμβανόμενες και εξαιρούμενες απώλειες. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου και εκτός αν το ασφαλιστήριο προβλέπει διαφορετικά, ο ασφαλιστής ευθύνεται για κάθε απώλεια που έχει ως έγγιστα προκληθεί από ασφαλισμένο κίνδυνο, αλλά σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε απώλεια/ζημιά μη προκληθείσα αιτιωδώς από ασφαλισμένο κίνδυνο. 2α. Ο ασφαλιστής δεν ευθύνεται για απώλειες αποδιδόμενες στην εκ προθέσεως (εκ δολίας ενέργειας) ανάρμοστη συμπεριφορά του ασφαλισμένου, αλλά, εκτός εάν το ασφαλιστήριο προβλέπει διαφορετικά, ευθύνεται για κάθε απώλεια που έχει ως έγγιστα προκληθεί από ασφαλισμένο κίνδυνο, ακόμα και εάν η απώλεια δεν θα είχε επισυμβεί χωρίς τη μη προσήκουσα ή αμελή συμπεριφορά του πλοιάρχου ή του πληρώματος“. Μερική και ολική απώλεια: Άρθρο 56. “1. Η απώλεια μπορεί να είναι είτε ολική, είτε μερική, οποιαδήποτε άλλη απώλεια πλην της ολικής, όπως αυτή παρακάτω ορίζεται, αποτελεί μερική απώλεια. ” Άρθρο 65 : «1. Υπό την αίρεση οποιασδήποτε ρητής διάταξης στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, τα δικαιώματα επιθαλάσσιας αρωγής που καταβλήθηκαν για να αποτραπεί μια απώλεια από ασφαλισμένους κινδύνους μπορούν να αποζημιωθούν ως απώλεια από τους κινδύνους αυτούς. 2. «Δικαιώματα επιθαλάσσιας αρωγής» σημαίνει τα δικαιώματα, τα οποία είναι καταβλητέα, σύμφωνα με το ναυτικό δίκαιο σε ένα διασώστη ανεξάρτητα από την κατάρτιση συμβολαίου.» Έκταση της ευθύνης του ασφαλιστή για απώλεια: Άρθρο 67. “1. Το ποσό το οποίο ο ασφαλισμένος δύναται να λάβει ως αποζημίωση για απώλεια κάτω από το ασφαλιστήριο με το οποίο αυτός έχει ασφαλισθεί, στην περίπτωση μη αποτιμημένου ασφαλιστηρίου κατά την πλήρη έκταση της ασφαλιστέας αξίας ή στην περίπτωση αποτιμημένου ασφαλιστηρίου κατά την πλήρη έκταση της αξίας που έχει ασφαλισθεί με το ασφαλιστήριο, καλείται το μέγεθος (ύψος) της αποζημίωσης“. Άρθρο 69: “Όταν το πλοίο έχει υποστεί ζημίες, αλλά δεν έχει απολεσθεί ολοσχερώς το μέτρο της αποζημίωσης, υπό την αίρεση ρητής πρόβλεψης στο ασφαλιστήριο, έχει ως εξής (1) όταν το πλοίο επισκευάστηκε, ο ασφαλισμένος δικαιούται το λογικό κόστος των επισκευών, μείον των συνηθισμένων εκπτώσεων, χωρίς να υπερβαίνει όμως το ποσό της ασφάλισης για οποιοδήποτε συμβάν“. Άρθρο 78 παρ. 1 : “Όπου ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο περιέχει μία ρήτρα αποτροπής και περιορισμού της ζημίας, η ανάληψη αυτής της υποχρέωσης θεωρείται ότι είναι συμπληρωματική προς τη σύμβαση της ασφάλισης και ο ασφαλισμένος μπορεί να αποζημιωθεί από τον ασφαλιστή για οποιεσδήποτε δαπάνες, στις οποίες υποβλήθηκε κανονικά σύμφωνα με τη ρήτρα, ανεξαρτήτως του ότι ο ασφαλιστής μπορεί να έχει πληρώσει για ολική απώλεια ή ότι το αντικείμενο της ασφάλισης μπορεί να έxει καταστεί αντικείμενο εγγύησης ελεύθερο από μερική αβαρία, είτε ολικώς είτε κάτω από κάποιο ποσοστό.” Άρθρο 78 παρ. 4 : “Είναι καθήκον του ασφαλισμένου και των πρακτόρων του, σε όλες τις περιπτώσεις, να λάβουν τα μέτρα εκείνα, τα οποία μπορεί να είναι εύλογα προς το σκοπό αποτροπής ή ελαχιστοποίησης μίας ζημίας“. Περαιτέρω, στην ρήτρα 9 των “Institute yachts clauses” από 1.11.1985 ορίζεται ότι “ΚΙΝΔΥΝΟΙ – Υποκείμενοι πάντοτε στις εξαιρέσεις αυτής της ασφάλισης : 9.1 Η ασφάλιση αυτή καλύπτει απώλεια ή ζημία στο ασφαλισμένο αντικείμενο, η οποία προκαλείται από 9.1.1. κινδύνους της θάλασσας, των ποταμών, των λιμνών ή άλλων πλεύσιμων υδάτων”. Περαιτέρω, στην ρήτρα 15.1 IYC ορίζεται ως καθήκον του ασφαλισμένου ότι “σε περίπτωση οποιασδήποτε απώλειας ή ατυχήματος είναι καθήκον του Ασφαλισμένου κατ των υπαλλήλων και πρακτόρων του να λάβουν τα μέτρα εκείνα, τα οποία μπορεί να είναι εύλογα προς το σκοπό αποτροπής ή ελαχιστοποίησης μίας απώλειας, η οποία θα ήταν αποζημιωτέα σύμφωνα με την ασφάλιση αυτή“, ενώ στην ρήτρα 15.2 IYC ορίζεται ότι “υπό την επιφύλαξη των ανωτέρω διατάξεων και της ρήτρας 12, οι ασφαλιστές θα συνεισφέρουν στις εύλογες και κατάλληλες δαπάνες που υποβλήθηκε ο ασφαλισμένος, οι προστηθέντες του και οι αντιπρόσωποι τους. Δαπάνες Γενικής Αβαρίας, αμοιβή διασωστών, νομικές δαπάνες αναφορικά με την σύγκρουση πλοίων καθώς και δαπάνη στην οποία υπεβλήθη ο ασφαλισμένος προκειμένου να αποτρέψει ή να περιορίσει καλυπτόμενη ευθύνη του με βάση τη ρήτρα 11.2 δεν είναι αποζημιωτέες με βάση τη ρήτρα 15.” Τέλος, η ρήτρα 12 IYC αφορά την αφαιρετέα απαλλαγή, ενώ η ρήτρα 11 IYC ορίζει ότι “ ΕΥΘΥΝΗ ΕΝΑΝΤΙ ΤΡΙΤΩΝ. Η Ρήτρα αυτή ισχύει μόνο όταν δηλώνεται κάποιο ποσό για το σκοπό αυτό στον πίνακα ασφάλισης του ασφαλιστηρίου. 11.1 O Ασφαλιστής συμφωνεί να αποζημιώσει τον ασφαλιζόμενο για οποιοδήποτε ποσό ή ποσά, τα οποία ο ασφαλιζόμενος μπορεί να καταστεί κατά νόμο υπόχρεος να καταβάλει και θα καταβάλει προς τρίτους, εξαιτίας του εννόμου συμφέροντος που έχει στο ασφαλισμένο πλοίο, συνεπεία συμβάντων τα οποία λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της παρούσας ασφάλισης αναφορικά με:11.1.1 Απώλεια ή ζημία σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο ή περιουσία.11.1.2 Απώλεια ζωής, τραυματισμό ή ασθένεια, συμπεριλαμβανομένων των καταβολών που πραγματοποιήθηκαν για διάσωση ζωής, που προκλήθηκαν πάνω ή κοντά στο πλοίο, ή σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο.11.1.3 Οποιοδήποτε ποσό για ανέλκυση, απομάκρυνση ή καταστροφή του ναυαγίου του ασφαλισμένου πλοίου ή του φορτίου του ή οποιαδήποτε αμέλεια ή αποτυχία στην ανέλκυση, απομάκρυνση ή καταστροφή του.11.2 ΝΟΜΙΚΗ ΔΑΠΑΝΗ Ο Ασφαλιστής θα καταβάλει επίσης, εφόσον έχει ληφθεί προηγούμενα η έγγραφη συναίνεσή του : 11.2.1 Τη νομική δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε, ο ασφαλισμένος ή την οποία μπορεί ο ασφαλισμένος να υποχρεωθεί να καταβάλει, όταν αμφισβητεί την ευθύνη του ή σε περίπτωση που προβαίνει σε δικαστικό αγώνα προκειμένου να περιορίσει την ευθύνη του. 11.2.2 Τη δαπάνη παράστασης σε οποιαδήποτε ιατροδικαστική έρευνα στην περίπτωση θανατηφόρου ατυχήματος. ” Τέλος, από τις ανωτέρω διατάξεις του Μ.Ι.Α. 1906 που δεν προσκρούουν στην αγγλική πρακτική και στους “Institute yachts clauses 1.11.1985” συνάγεται ότι τις υποχρεώσεις του ασφαλιστή απέναντι του ασφαλισμένου καθορίζει κατ’ αρχήν το ασφαλιστήριο ή τα ενσωματωμένα σε αυτό έγγραφα ή εκείνα στα οποία αναφέρεται το ασφαλιστήριο.
Με την υπό κρίση αγωγή, η οποία επανήλθε νομίμως (μετά από ματαίωση) με την από 26-3-2018 (γεν. – ειδ. αριθμ. έκθ. κατάθεσης …), η ενάγουσα εκθέτει ότι συνήψε στις 24/2/2016 με την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης και ιδίων ζημιών (αριθμ. ασφαλιστηρίου …) για το υπό αγγλική σημαία σκάφος αναψυχής με το όνομα «…», του οποίου είναι πλοιοκτήτης, με λήξη στις 24.2.2017 με κάλυψη μεταξύ άλλων και δικαιωμάτων επιθαλάσσιας αρωγής. Ότι στις 19.7.2016 αγκυροβόλησε στις 15:30 σε απόσταση εκατό μέτρων από το νησί «…», εγγύς της νήσου της Κ.ς, πλην όμως στις 18:30, λόγω απότομης επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, προσάραξε σε αμμώδη – πετρώδη βυθό σε απόσταση πέντε μέτρων από την ακτή, απ’ όπου ο ενάγων δεν μπόρεσε να αποκολλήσει το σκάφος με ίδια μέσα (βίντσι άγκυρας), ούτε και με τη συνδρομή φουσκωτού σκάφους, με αποτέλεσμα να ζητήσει τη συνδρομή του ρυμουλκού «…» των Γ. και Δ. Κ., κατόπιν και ενημέρωσης του λιμεναρχείου Κ.ς. Ότι το ρυμουλκό, μετά από επιθεώρηση του σκάφους για ρήγματα, λόγω των ανέμων που έπνεαν και του κινδύνου για το σκάφος, αποκόλλησε το σκάφος με ρυμούλκιο και χρήση πρυμναίας έλξης με βίντσι μετά από πολλές προσπάθειες και με τη συνδρομή επιπλέον φουσκωτού σκάφους εντέλει στις 5 το πρωί της επόμενης ημέρας (20/7/2016), το οποίο και ρυμουλκήθηκε με εντολή του Λιμενάρχη στο λιμένα Α., όπου και κατέπλευσε την 7η πρωϊνή. Ότι μεταξύ 5ης και 6ης πρωινής ώρας υπεγράφη συμφωνητικό αρωγής, στο οποίο καταγράφηκε η εντολή παροχής υπηρεσιών θαλάσσιας αρωγής, συμφωνήθηκε ότι οι υπηρεσίες αρωγής θα έχουν ολοκληρωθεί με την πρόσδεση του πλοίου στον συμφωνηθέντα λιμένα Α. κι ότι η αμοιβή του εργολάβου θα καθοριστεί από διαιτησία στο Λονδίνο σύμφωνα με τις Στερεότυπες Ρήτρες Επιθαλάσσιας Αρωγής και Διαιτησίας των Λλουδ’ς (Lloyd’s Standard Salvage and Arbitration Clauses) και τους Διαδικαστικούς Κανόνες των Λλόυδ’ς (Lloyd’s Procedural Rules) και ότι περί ώρα 08.00 ολοκληρώθηκε η διαδικασία πλαγιοδέτησης στο λιμένα Α. κι έτσι ολοκληρώθηκαν οι υπηρεσίες αρωγής, ενώ το πλοίο επιθεωρήθηκε και δεν έφερε ζημίες. Ότι μετά από γνωστοποίηση του συμβάντος στην εναγομένη εκ μέρους του ενάγοντος, παρά τις επανειλημμένες τηλεφωνικές και δια ζώσης επαφές των νομικών συμβούλων αφενός του αρωγού και αφετέρου του δέκτη της αρωγής και της εναγομένης, η τελευταία αδιαφόρησε για την παροχή εγγυοδοσίας ποσού 100.000 ευρώ και, ακολούθως, για την απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς πριν την προσφυγή σε διαιτησία. Ότι, μετά ταύτα, διορίστηκε διαιτητής κατά τους ανωτέρω Κανόνες, κι ότι η ενάγουσα επιφυλάχθηκε με δήλωση της προς την εναγόμενη των δικαιωμάτων της. Ότι η εναγόμενη αδιαφόρησε περαιτέρω, κατά την πρόοδο της διαιτητικής διαδικασίας και δεν παρενέβη σε αυτή, ούτε μετά την έναρξη της. Ότι πριν την ορισθείσα επίδειξη εγγράφων, παρουσίαση θέσεων και τη συζήτηση της υπόθεσης στο διαιτητικό δικαστήριο μετά από σχετική εντολή της Διαιτητή, προτάθηκε το ποσό των 15.000 ευρώ προς τους αρωγούς, χωρίς να έχει αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα η διαδικασία να προχωρήσει στην επίδειξη των εγγράφων και εν τέλει να επέλθει δικαστικός συμβιβασμός, σε εκτέλεση του οποίου ο ενάγων εν τέλει κατέβαλε 20.000 ευρώ για αμοιβή αρωγής (10.000 ευρώ στον Γ. Κ. – συνιδιοκτήτη του πλοίου «…» σε ποσοστό 50% και 10.000 ευρώ στον Δ. Κ. – συνιδιοκτήτη του ίδιου πλοίου σε ποσοστό 50%), 1.700 λίρες Αγγλίας για συνολική αμοιβή της διαιτητή, 405 λίρες Αγγλίας στους Λλόυδ’ς Λονδίνου, το συνολικό ποσό των 10.525,50 λιρών Αγγλίας στο δικηγορικό γραφείο “…” το ποσό των 10.525,50 λιρών Αγγλίας για εκπροσώπηση του ενάγοντος στην ανωτέρω διαιτητική διαδικασία κατά τις ειδικότερες επί μέρους καταβολές που αναφέρει στο αγωγικό δικόγραφο και για τις ειδικότερες ενέργειες που αναλυτικά αναφέρει στο δικόγραφο, το ποσό των [2.600€ + ΦΠΑ (24%=624€)=] 3.224 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου Μάρκου Δάρα για εξωδικαστική απασχόληση 32,50 ωρών αναλυτικά περιγραφόμενη ως προς τις επί μέρους ενέργειες του, το ποσό των [1.760€ + ΦΠΑ (24%=422,40€)=] 2.182,40 ευρώ για αμοιβή του δικηγόρου Παντελή Κοκκινάκη για εξωδικαστική απασχόληση 32,50 ωρών αναλυτικά περιγραφόμενη ως προς τις επί μέρους ενέργειες του και, τέλος, το ποσό των [1.600 ευρώ για καθαρισμό ψυγείων του σκάφους του ενάγοντος + 200 ευρώ για αναλωθέν πετρέλαιο + αμοιβή για 12ωρη υπηρεσία του αρωγής – απόπειρας αποκόλλησης του σκάφους, πρόσδεσης του ρυμουλκίου – υπηρεσιών επιφυλακής, μεταφοράς της συζύγου και του υιού του ενάγοντος από το σκάφος στις Μ. (12 Χ 150 ευρώ/ώρα=) 1.800 ευρώ =] 3.600 ευρώ στον μηχανικό σκαφών Γ. Λ., πλοιοκτήτη του φουσκωτού σκάφους «…». Με βάση αυτό το ιστορικό, ο ενάγων, μετά από παραδεκτή τροπή του αιτήματος του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό στο σύνολο του (άρθρο 223 ΚΠολΔ), ζητά να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει για τις προοεκτεθείσες αιτίες το συνολικό ποσό των 29.006,40 ευρώ (που εξειδικεύεται στα κονδύλια : α) 20.000 € καταβληθέντα στους Γ. Κ. και Δ. Κ. + β) 3.224 € καταβληθέντα στον δικηγόρο M. Δάρα + γ) 2.182,40 € καταβληθέντα στον δικηγόρο Π. Κοκκινάκη + δ) 3.600 € καταβληθέντα στον ιδιοκτήτη φουσκωτού σκάφους – δύτη Γ. …, εκ των οποίων i) 1.600 ευρώ για καθαρισμό των ψυγείων θαλάσσης, ii) 200 ευρώ για δαπάνη πετρελαίου, iii) 1.800 ευρώ για προσπάθεια αποκόλλησης σκάφους, μεταφορά συζύγου και υιού του ενάγοντος στις Μ. – επιστροφή σκάφους στους Βαρδιάνους, πρόσδεση του ρυμουλκίου στο σκάφος και παροχή υπηρεσιών επιφυλακής), καθώς και επιπρόσθετα το ισόποσο σε ευρώ του συνολικού ποσού των 12.630,50 λιρών Αγγλίας (που εξειδικεύεται στα κονδύλια : ε) 1.700₤ καταβληθείσες στην V. Selvaratnam + στ) 405£ καταβληθείσες στους Λλόυδς Λονδίνου + ζ) 10.525,50 £ καταβληθείσες στο δικηγορικό γραφείο «Ε. G. Arghyrakis & Co») κατά τη μέση ισοτιμία της λίρας Αγγλίας με το ευρώ κατά την ημερομηνία της εξόφλησής του, άλλως και επικουρικώς το συνολικό ποσό των 14.559,91 ευρώ (1.870,50€ + 458,88 € + 12.230,53 €) με βάση τις ισοτιμίες της λίρας Αγγλίας με το ευρώ κατά τις αναφερθείσες στις παραγράφούς Β.2., Β.3. και Β.4. της αγωγής ημερομηνίες των γενομένων εκ μέρους του ενάγοντος σχετικών καταβολών, άλλως και επικουρικότερα το ισόποσο σε ευρώ του συνολικού ποσού των 12.630,50 λιρών Αγγλίας κατά τη μέση ισοτιμία της λίρας Αγγλίας με το ευρώ κατά την ημερομηνία συζήτησης της αγωγής με επίκληση εκ μέρους των εναγόντων ως κύριας βάσης ως προς όλα τα κονδύλια την υπ’ αριθμ. 15§1 των ανωτέρω ρητρών που ενσωματώνονται στο ασφαλιστήριο και το άρθρο 78§§1,4 του Μ.Ι.Α. και επικουρικής βάσης το άρθρο 14 των Ρητρών Σκαφών Αναψυχής που αποτελούν μέρος της ασφαλιστικής σύμβασης. Περαιτέρω, επικαλείται την υπ’ αριθμ. 14 ρήτρα σε συνδυασμό με τα άρθρο 3§§1, 2 και 65 Μ.Ι.Α. ως προς τα ανωτέρω υπό στοιχεία (α) και (δ) κονδύλια και επικουρικώς ως προς τα κονδύλια (β), (γ), (ε), (στ), (ζ) το άρθρο 16 των ανωτέρω ρητρών που έχουν ενσωματωθεί στο ασφαλιστήριο και έτι επικουρικώς τα άρθρα 11.2 των ανωτέρω ρητρών σκαφών αναψυχής. Επίσης, επικαλείται επικουρικώς ως προς το κονδύλιο δ – iii) 1.800 ευρώ το άρθρο 9 των ως άνω ρητρών σε συνδυασμό με τα άρθρα 3§§1,2, 55§1, 56§1 και 69 του Μ.Ι.Α. 1906. Τέλος, ζητά να αναγνωριστεί η ως άνω οφειλή ως προς όλα τα κονδύλια με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας και επιδικίας από την επικαλούμενη όχληση της εναγομένης με ηλεκτρονικό μήνυμα στις 8/6/2017, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και να καταδικαστεί αυτή στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.
Η αγωγή αυτή παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου και δυνάμει έγκυρης ρήτρας παρέκτασης περιεχόμενης στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο (άρθρα 7,8,9, 10,14§2, 22, 42 ΚΠολΔ και 51§§1,2,3Β περ.θ Ν. 2172/1993) και συζητείται κατά την τακτική διαδικασία. Με όρο του επίδικου ασφαλιστηρίου συμβολαίου, έχουν οι διάδικοι συμφωνήσει να διέπεται η ασφαλιστική τους σχέση ως προς τις καλύψεις του ίδιου του σκάφους και του εξοπλισμού του από το αγγλικό δίκαιο και πρακτική και τους γνωστούς στη διεθνή ασφαλιστική αγορά όρους ασφάλισης σκαφών αναψυχής «Ιnstitute yachts clauses» από 1.11.1985 (όπως συνηθίζεται στις συμβάσεις ασφάλισης από θαλάσσιους κινδύνους), η δε συμφωνία αυτή είναι νόμιμη κατά τα άρθρα 361 και 25 εδ. α΄ ΑΚ, αφού στην ένδικη υπόθεση δεν έχει εφαρμογή η Σύμβαση της Ρώμης του 1980 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (άρθρο 1§3 Ν. 1792/1988 – βλ. και Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο ΙΙΙ, σελ. 484) και, συνεπώς, σύμφωνα με το αγγλικό ουσιαστικό δίκαιο θα κριθεί η επίδικη διαφορά ως προς τα εν λόγω ζητήματα. Το Δικαστήριο αναζήτησε και βρήκε με δικές του ενέργειες το εφαρμοστέο δίκαιο και δεν απαιτείται να διαταχθεί κατ’ άρθρο 337 ΚΠολΔ η απόδειξη του περιεχομένου του, το οποίο λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Αντίθετα, ως προς την κάλυψη αστικής ευθύνης έναντι τρίτων εφαρμοστέο (σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στο ίδιο ασφαλιστήριο) είναι το ελληνικό δίκαιο. Η αγωγή ως προς τα αιτήματα περί νομικών εξόδων, ήτοι ως προς τα κονδύλια (β), (γ), (ε), (στ), (ζ) και την επικαλούμενη κύρια βάση (υπ’ αριθμ. 15§1 των ανωτέρω ρητρών που ενσωματώνονται στο ασφαλιστήριο και το άρθρο 78§§1,4 του Μ.Ι.Α.) είναι μη νόμιμη, καθώς τα δικαστικά έξοδα δεν εντάσσονται στις δαπάνες, στις οποίες οφείλει να προβεί ο ασφαλισμένος ανταποκρινόμενος στο βάρος του για περιορισμό ή αποτροπή της ζημίας για την οποία θα αποζημιωθεί και που επιβάλλεται με τις προεκτιθέμενες ρήτρες [Xenos v. Fox, (1868) L.R. 3 C.P. 630, Arnould, Law of Maritime Insurance and Average, 18th edition, σελ. 1281 – 1282], πολλώ δε μάλλον στην κρινόμενη περίπτωση που ο ενάγων προέβη – καίτοι δεν υποχρεούτο προς τούτο – σε σύναψη διαιτητικής συμφωνίας με τον αρωγό συνεπαγόμενη ιδιαίτερα υψηλές αμοιβές διαιτητή και νομικού παραστάτη. Ας σημειωθεί ότι η αμοιβή του αρωγού ρυθμίζεται νομοθετικώς και μάλιστα με τις υπερνομοθετικές διατάξεις που αναφέρονται στην πρώτη (μείζονα υπό Ι σκέψη) της παρούσας, που δεν υποχρεώνουν τον δέκτη της αρωγής σε προσφυγή στη διαιτησία, όπερ θα ήταν και αντισυνταγματικό (άρθρο 8 Σ – ΑΠ 1684/1986, ΝοΒ 1987.1054 βλ. ενδεικτικώς Φουστούκο σε Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ΕρμΚΠολΔ ΙΙ, Εισαγ. 867 – 903, αριθμ. 5). Για τον ίδιο λόγο, τα εν λόγω κονδύλια είναι μη νόμιμα κατά το άρθρο 16 του ασφαλιστήριου (που αφορά την ευθύνη έναντι των τρίτων) ως προς το οποίο, κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ των διαδίκων εφαρμοστέο είναι ελληνικό δίκαιο, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7§3 εδ. α΄Ν. 2496/1997, χρονικώς το καθήκον λήψης μέτρων για τη μείωση της ζημίας παύει με τη λήξη της πραγματοποίησης της ασφαλιστικής περίπτωσης, ενώ το μέτρο θα πρέπει να συνδέεται αιτιωδώς με τον περιορισμό της ζημίας, στα οποία (μέτρα) σαφώς εντάσσονται τα έξοδα θαλάσσιας αρωγής και διάσωσης των επιβατών (βλ. Κιάντο, Ασφαλιστικό Δίκαιο, 7η έκδ., σελ. 283 επ.), αφού, χάρη στα μέτρα αυτά, εξαλείφεται ή περιορίζεται η ζημιά του σκάφους του ασφαλισμένου ή η ευθύνη του έναντι τρίτων επιβαινόντων σε αυτό και, επομένως, μειώνεται ή ελαχιστοποιείται το ποσό που τυχόν θα καταβάλει ο ασφαλιστής. Αντίθετα, δεν συνδέονται αιτιωδώς τα δικαστικά έξοδα του ασφαλισμένου επί διεκδίκησης αμοιβής εκ μέρους του αρωγού και δη μετά από σύναψη διαιτητικής συμφωνίας για τον καθορισμό αυτής σε αλλοδαπό διαιτητικό δικαστήριο, η διαδικασία ενώπιον του οποίου μπορούσε να ενεργοποιηθεί και μονομερώς από την κατάρτιση της διαιτητικής συμφωνίας (αδιάφορα με τη συμπεριφορά του ασφαλιστή που είναι τρίτος ως προς τη διαιτητική συμφωνία). Τέλος, ως προς τα εν λόγω κονδύλια η αγωγή είναι μη νόμιμη και κατά την τελευταία επικουρική βάση της, καθώς δεν πρόκειται για δαπάνες που έγιναν με σκοπό τη διάσωση ή τον περιορισμό της ζημίας (όπως η αρωγή) κατά τα άρθρα 11.2 των ανωτέρω ρητρών σκαφών αναψυχής, δεδομένου ότι, όπως ιστορείται στην αγωγή, δεν υπήρξε συναίνεση του ασφαλιστή για κάλυψη αυτών των εξόδων κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης, όπως ρητώς προβλέπει η σχετική ρήτρα, προκειμένου να αναπτύξει ισχύ. Μετά δε την απόρριψη της αγωγής ως προς τα κονδύλια αυτά, παρέλκει η εξέταση του αιτήματος επίδειξης εγγράφων και πραγματογνωμοσύνης ως προς το μέγεθος των εξόδων που υπέβαλε η εναγόμενη, αφού είναι άνευ αντικειμένου. Περαιτέρω, ως προς το κονδύλιο (α) των 20.000 € καταβληθέντων στους Γ. Κ. και Δ. Κ., η αγωγή είναι νόμιμη ως αιτούμενη αμοιβή αρωγής προς αποτροπή της απώλειας του ασφαλισμένου σκάφους, η οποία ερείδεται στην ρήτρα 15.1 IYC και στο άρθρο 78 MIΑ και η οποία ανέρχεται μεν κατά τον ασφαλισμένο – ενάγοντα ως προς τους πλοιοκτήτες του ρυμουλκού σκάφους «…» σε συμφωνηθείσα αμοιβή ύψους 20.000 ευρώ, πλην όμως, ενόψει των εκτιθέμενων στην αγωγή και στο επικαλούμενο πρακτικό δικαστικού συμβιβασμού τελικώς δεν συμφωνήθηκε μεταξύ των μερών η αμοιβή του αρωγού στο προαναφερθέν ποσό, καθώς το ποσό των 20.000 ευρώ την «πλήρη και ολοσχερή, κατά συμβιβασμό, εξόφληση, κατά κεφάλαιο τόκους και νομικά έξοδα, της απαίτησης της αμοιβής και εξόδων επιθαλάσσιας αρωγής», δίχως να διευκρινίζεται, ούτε και με τις προτάσεις ή έστω να προκύπτει και από το έγγραφο του επικαλούμενου συμβιβασμού, ο επί μέρους καταλογισμός των ποσών. Επομένως, θα πρέπει να ερευνηθεί, αν και σε ποιο βαθμό οφείλεται το ανωτέρω ποσό για αρωγή, καθώς η εναγόμενη συνομολογεί μεν εν γένει την ευθύνη της για κάλυψη της δαπάνης αρωγής, αμφισβητεί όμως ότι αυτή συμφωνήθηκε στο ποσό των 20.000 ευρώ, ενόψει του ότι δεν διευκρινίστηκε το καθαρό ποσό για αρωγή μεταξύ των μερών και ισχυρίζεται ότι η αμοιβή του αρωγού υπολείπεται του ποσού αυτού. Τέλος, ως προς το κονδύλιο (δ), ήτοι το ποσό των 3.600 € που καταβλήθηκαν στον μηχανικό σκαφών – ιδιοκτήτη φουσκωτού σκάφους Γ. …, η αγωγή είναι ορισμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης ως προς το κονδύλιο δ, i (1.600 ευρώ «για καθαρισμό των ψυγείων θαλάσσης»), αφού στην αγωγή περιγράφεται προσάραξη του σκάφους σε αμμώδη – πετρώδη βυθό, συνεπαγόμενη την επικαλούμενη (μοναδική) βλάβη, ενώ η διενεργηθείσα εργασία αποκατάστασης (καθαρισμός) δεν χρήζει, ως εκ της βλάβης, περαιτέρω εξειδίκευσης για να καταστεί ορισμένη και δεν δημιουργείται κάποια ασάφεια ως προς την εργασία που απαιτείται (καθαρισμός ψυγείων σκάφους από την άμμο). Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, ως προς το ίδιο κονδύλιο (δ, i – ποσού 1.600 ευρώ «για καθαρισμό των ψυγείων θαλάσσης») που είναι μερική βλάβη του σκάφους από ασφαλισμένο κίνδυνο ερειδόμενη στο άρθρο 9 IYC, ενώ ως προς τα κονδύλια δ, ii (200 ευρώ για δαπάνη πετρελαίου) και δ, iii (1.800 ευρώ για προσπάθεια αποκόλλησης σκάφους, μεταφορά συζύγου και υιού του ενάγοντος στις Μ. – επιστροφή σκάφους στους Βαρδιάνους, πρόσδεση του ρυμουλκίου στο σκάφος και παροχή υπηρεσιών επιφυλακής) η αγωγή είναι νόμιμη, κατ’ ορθή εκτίμηση αυτής ως αιτούμενη αμοιβή αρωγής προς αποτροπή της απώλειας του ασφαλισμένου σκάφους και η οποία ερείδεται στην ρήτρα 15.1 IYC και στο άρθρο 78 MIA υπολογιζόμενης της αμοιβής ανεξάρτητα για κάθε αρωγό, δεδομένου ότι επί πλειόνων αρωγών λαμβάνει χώρα επιμερισμός, χωρίς όμως να θίγεται η αυτοτέλεια εκάστης αμοιβής κατά το άρθρο 15 της Σύμβασης του Λονδίνου, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας. Επομένως, τα κονδύλια αυτά (υπό α΄ και δ΄) πρέπει να εκτιμηθούν ως προς την ουσιαστική βασιμότητα τους. Η εναγόμενη αρνείται και το κονδύλιο δ΄, ισχυριζόμενη ότι ο ιδιοκτήτης του φουσκωτού σκάφους παρείχε μόνο υπηρεσίες ρυμούλκησης υπό την καθοδήγηση του έτερου αρωγού, ισχυρισμός που συνιστά άρνηση της συμβολής του συγκεκριμένου πλοιοκτήτη στην διάσωση του πλοίου, κατά τα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας. Ως προς το παρεπόμενο περί επιδίκασης τόκων υπερημερίας αίτημα, αυτό θα κριθεί κατά το αγγλικό δίκαιο, ήτοι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 35Α του Νόμου Supreme Court Act του 1981 (ονομαζόμενη πλέον “Senior Courts Act”), κατά την οποία το Δικαστήριο, εάν δεν υπάρχει συμβατική ρύθμιση και εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα, μπορεί να επιδικάσει τόκους σε ποσοστό που θεωρεί δίκαιο, στο σύνολο ή μέρος της οφειλής και για το όλο ή μέρος του χρονικού διαστήματος από της ημερομηνίας της απώλειας ή βλάβης και μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως. Το σύνηθες στην πρακτική των αγγλικών Δικαστηρίων είναι να επιδικάζονται τόκοι από την ημερομηνία που τα χρήματα έπρεπε να έχουν καταβληθεί, επιδικάζεται δε συνήθως το εμπορικό επιτόκιο, δηλαδή το επιτόκιο, το οποίο ο ενάγων θα πλήρωνε για να δανεισθεί χρήματα και το οποίο δεν απέχει πολύ από το ποσοστό τόκου, το οποίο φέρουν οι δικαστικές εκδόσεις από την έκδοση τους (ΠολΠρΠειρ 5046/2012, ΕΝαυτΔ 2012.289, ΠολΠρΠειρ 1336/1990, ΕΝαυτΔ 19.6, ΠολΠρΠειρ 1545/1980, ΕΝαυτΔ 9.124). Ως προς το επιτόκιο, ενόψει του ότι η ένδικη οφειλή είναι εκπεφρασμένη στην Ελλάδα και του χρόνου που θα κριθεί αν θα επιδικαστούν τόκοι, αυτοί θα υπολογιστούν κατά την ημερομηνία καταβολής των ποσών που αιτείται ο ενάγων, σύμφωνα με το επικαλούμενο τιμολόγιο, οπότε και καθίσταται συγκεκριμένη και βέβαιη η οφειλή σύμφωνα με τον πίνακα της Τράπεζας Ελλάδος, που αποτελούσε και τον δικαιοπρακτικό τοιούτο κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 § 2 του Ν. 2842/2000. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω αναφέρονται στο ουσιαστικό δίκαιο, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι τόκοι υπερημερίας, προκειμένου όμως, περί των τόκων επιδικίας, που αρχίζουν από το χρόνο ασκήσεως της αγωγής και μέχρι την εξόφληση του ποσού που θα επιδικασθεί, αυτοί κρίνονται κατά το δίκαιο του δικάζοντος Δικαστηρίου (lex fori) και στην προκειμένη περίπτωση, κατά το ελληνικό τοιούτο (άρθρο 346 ΑΚ – ΠολΠρΠειρ 5046/2012, ΕΝαυτΔ 2012.289, ΠολΠρΠειρ 1336/1990, ΕΝΔ 19.6). Εν προκειμένω, ο ενάγων επικαλείται όχληση του ασφαλιστή με την από 8-6-2017 ηλεκτρονική επιστολή του δικηγόρου του, χωρίς να επικαλείται καταβολή του εν λόγου ποσού συγκεκριμένη ημέρα, ενώ προσκομίζει τιμολόγιο καταβολής του κονδυλίου δ΄ της 30ης Απριλίου 2018 (μεταγενέστερο της αγωγής) και του κονδυλίου α΄ στις 21/6/2017 και στις 28/6/2017, χωρίς όμως η ως άνω καταβολή να προκαλεί υπερημερία, αφού δεν διευκρινίζονται τα ανωτέρω ποσά ως προς την αμοιβή της αρωγής για την οποία ευθύνεται ο ασφαλιστής, ώστε να προκληθεί υπερημερία του τελευταίου για συγκεκριμένο ποσό. Ενόψει αυτών, η αγωγή ως προς το παρεπόμενο αίτημα των τόκων υπερημερίας είναι μη νόμιμο κατά το εφαρμοζόμενο αγγλικό δίκαιο, ενώ είναι νόμιμη κατά το επικουρικό αίτημα, ήτοι για την επιδίκαση τόκων επιδικίας από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, υπολογιζόμενων των τόκων κατά το ελληνικό δίκαιο.
Από όλα τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα έγγραφα εκ των σε ξένη γλώσσα συντεταγμένων νομίμως μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα και από την συνεκτίμηση της προσκομιζόμενης μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθμ. 20.509/4-7-2018 ενώπιον της Συμβολαιογράφου Α. Άννας Κεκάτου το γένος Γιαννακοπούλου ένορκης βεβαίωσης του Γ. Κ., κατόπιν νομοτύπου και εμπροθέσμου κλητεύσεως της εναγομένης (βλ. υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης Δικ. Επιμελητή Εφετείου Αθηνών Μιχαήλ Γεωργούλη), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Ο ενάγων συνήψε στις 24/2/2016 με την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης και ιδίων ζημιών (αριθμ. ασφαλιστηρίου …) για το υπό αγγλική σημαία σκάφος αναψυχής με το όνομα «…», του οποίου είναι πλοιοκτήτης, λήξης στις 24.2.2017 με κάλυψη μεταξύ άλλων και δικαιωμάτων επιθαλάσσιας αρωγής. Πρόκειται για σκάφος αναψυχής υπό βρετανική σημαία, νηολογημένο στο Λονδίνο, κοχ 17,89, κκχ 17,89, μήκους 11,99 μέτρων, πλάτους 4,02 μέτρων, βάθους 2,32 μέτρων, κατασκευασμένο από την Azimut S.p.A το έτος 2000, κινούμενο με μηχανή CATERPILLAR 3126-350 DITA, 522,20 KW, αξίας 180.000 δολλαρίων. Στις 19.7.2016 ο ενάγων αγκυροβόλησε στις 15:30 σε απόσταση εκατό μέτρων από το νησί «…», εγγύς της νήσου της Κ.ς, ενώ στο σκάφος επέβαιναν η σύζυγος και ο υιός του. Περί ώρα 18:30, λόγω απότομης επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, το σκάφος προσάραξε σε αμμώδη – πετρώδη βυθό σε απόσταση πέντε μέτρων από την ακτή. Παρά δε τις προσπάθειες του ενάγοντος να αποκολλήσει το σκάφος με ίδια μέσα (βίντσι άγκυρας), δεν το κατάφερε, οπότε αναγκάστηκε να ζητήσει αρχικά τη συνδρομή του μηχανικού σκαφών, Γεωργίου …υ, ιδιοκτήτη του φουσκωτού σκάφους «…». Ο τελευταίος μετέβη στο σημείο με το σκάφος του και επιχείρησε ανεπιτυχώς να αποκολλήσει το σκάφος με ρυμούλκηση. Ενόψει αυτών, κρίθηκε αναγκαία η συνδρομή, περαιτέρω, του ρυμουλκού «…», ιδιοκτησίας των Γ. και Δ. Κ., το οποίο κλήθηκε στις 20.05 για συνδρομή από τον Γ. Λ. για λογαριασμό του ενάγοντος κατόπιν και ενημέρωσης του λιμεναρχείου Κ.ς. Πρόκειται για ρυμουλκό σκάφος, μήκους 28,30 μέτρων, προορισμένο για να παρέχει (και) υπηρεσίες αρωγής, με ειδικό εξοπλισμό (κανόνι ρίψης αφρού, 3 αντλίες και 1 φορητή αντλία, καταδυτικό εξοπλισμό, κάβους και σύρματα ρυμούλκησης, συγκολλητικό εξοπλισμό, υλικά στεγανοποίησης και κλεισίματος οπών και εξοπλισμό αντιρρυπαντικής προστασίας). Το ρυμουλκό, το οποίο απείχε από τη νήσο «…» 6 μίλια έπλευσε με πνέοντες ανέμους βορειοδυτικούς 4-5 μποφόρ (θάλασσα ταραγμένη) και κατέφθασε στο σημείο προσάραξης στις 21.00, όπου διαπίστωσε ότι το «…» είχε προσαράξει σε ρηχά ύδατα με αμμώδη – πετρώδη βυθό, σε βάθος 60 – 80 εκατοστών με ελαφριά κλίση προς τα αριστερά, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την προσέγγιση του από το ρυμουλκό σκάφος. Λόγω δε των πνεόντων ανέμων και εντεύθεν του κυματισμού, το σκάφος διέτρεχε κίνδυνο να δημιουργηθούν ρήγματα στα ύφαλα αυτού, να υποστούν ζημιές οι προπέλες και τα πηδάλια του και να προκληθεί ρύπανση από διαρροή λιπαντικών και καυσίμων. Μετά και την άφιξη του λιμενικού σκάφους 118 στις 23:00 αποφασίστηκε η πρόσδεση του σκάφους στο ρυμουλκό «…» και η έλξη του με βίντσι και τρεις κάβους, εκ των οποίων ο ένας προσδέθηκε στο κεντρικό βίντσι της πρύμνης του ρυμουλκού στο σκάφος του ενάγοντος και έτερος προσδέθηκε στο σκάφος «…» του Γεωργίου …υ, το οποίο, ως φουσκωτό, πέτυχε την πρόσδεση του σκάφους του ενάγοντος με το ρυμούλκιο. Προηγουμένως, ο Γ. …ς με το ίδιο σκάφος είχε μεταφέρει τους λοιπούς επιβαίνοντες του σκάφους στις Μ. Κ.. Ακολούθως, το ρυμουλκό «…» εκκίνησε την έλξη του σκάφος του ενάγοντος με ρυμούλκιο και χρήση πρυμναίας έλξης με βίντσι στις 02:30 και μετά από 2,5 ώρες πέτυχε την αποκόλληση του, οπότε και προσδέθηκε στο ρυμουλκό και ακολούθως, μετά από επιθεώρηση του σκάφους του ενάγοντος και πρόσδεση του σκάφους «…» στο ρυμουλκούμενο σκάφος του ενάγοντος, τα σκάφη ρυμουλκήθηκαν στο Α. προς επιθεώρηση, όπου και κατέφθασαν εν τέλει το ρυμουλκό σκάφος και ρυμουλκούμενο σκάφος του ενάγοντος μαζί με σκάφος του Λιμενικού Σώματος στις 07:00. Προηγουμένως, και εν πλω προς το Α. μεταξύ της 5ης και 6ης πρωϊνής, υπογράφθηκε συμφωνητικό αρωγής τύπου «ΟΧΙ ΔΙΑΣΩΣΗ – ΟΧΙ ΠΛΗΡΩΜΗ», στο οποίο καταγράφηκε η εντολή παροχής υπηρεσιών θαλάσσιας αρωγής, συμφωνήθηκε ότι οι υπηρεσίες αρωγής θα έχουν ολοκληρωθεί με την πρόσδεση του πλοίου στον συμφωνηθέντα λιμένα Α. κι ότι η αμοιβή του εργολάβου θα καθοριστεί από διαιτησία στο Λονδίνο σύμφωνα με τις Στερεότυπες Ρήτρες Επιθαλάσσιας Αρωγής και Διαιτησίας των Λλουδ’ς (Lloyd’s Standard Salvage and Arbitration Clauses) και τους Διαδικαστικούς Κανόνες των Λλόυδ’ς (Lloyd’s Procedural Rules). Περί ώρα 8.00 ολοκληρώθηκε η διαδικασία πλαγιοδέτησης στο λιμένα Α. κι έτσι ολοκληρώθηκαν οι υπηρεσίες αρωγής, ενώ το πλοίο επιθεωρήθηκε και δεν έφερε ζημίες πλην της ανάγκης καθαρισμού των ψυγείων. Μετά από εκκίνηση της διαιτητικής διαδικασίας, ελλείψει συμφωνίας μεταξύ των πλοιοκτητών του ρυμουλκού «…» και του ενάγοντος τελικώς στο στάδιο της disclosure καταρτίστηκε στο Α. στις 19.6.2017 συμβιβασμός μεταξύ τους «προς αποφυγή περαιτέρω χρονοβόρων και δαπανηρών δικαστικών αγώνων» και χωρίς να αποδέχεται την ευθύνη του ο ενάγων. Συμφωνήθηκε δε σε δύο δόσεις η καταβολή του ποσού των 20.000 ευρώ για την «πλήρη και ολοσχερή, κατά συμβιβασμό, εξόφληση, κατά κεφάλαιο τόκους και νομικά έξοδα, της απαίτησης της αμοιβής και εξόδων επιθαλάσσιας αρωγής», χωρίς να διευκρινίζεται τελικώς τι ποσό κατέβαλε ο ενάγων για αμοιβή και έξοδα αρωγής. Στη συνέχεια, ο ενάγων συνολικά κατέβαλε σε εκτέλεση του ως άνω συμφωνητικού (που αφορούσε και την ναυτική αρωγή) το συνολικό ποσό των 20.000 ευρώ στους πλοιοκτήτες του ρυμουλκού «…» με καταβολή του ποσού των 7.500 δολλαρίων ΗΠΑ στις 21/6/2017, του ποσού των 9.000 δολλαρίων ΗΠΑ στις 21/6/2017 και με καταβολή του ποσού των 6.425 δολλαρίων ΗΠΑ στις 28/6/2017, καθώς και του ποσού των (1.800 + 200=) 2.000 ευρώ στον πλοιοκτήτη του φουσκωτού σκάφους «…» για τις προεκτεθείσες υπηρεσίες και δαπάνες τους. Περαιτέρω, αφού ληφθούν υπόψη α) η παραπάνω αξία του σκάφους του πρώτου ενάγοντος, β) η επιτηδειότητα και οι προσπάθεια που κατέβαλαν το πλήρωμα του σκάφους «…», αλλά και ο Γ. …ς για να αποτρέψουν την καταστροφή του σκάφους του ενάγοντος, γ) το μέγεθος της επιτυχίας που επιτεύχθηκε από τους αρωγούς, δ) η φύση και η έκταση του κινδύνου, όπως αναλύεται παραπάνω, ο οποίος συνέτρεχε κατά την παροχή της αρωγής ως προς αμφότερους τους πλοιοκτήτες που συνέδραμαν, απορριπτομένων ως ουσία αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης, ως προς τον πλοιοκτήτη του φουσκωτού σκάφους, Γ. Λ., ε) ο χρόνος που διατέθηκε (12 ώρες) για τη διάσωση του σκάφους του ασφαλισμένου ενάγοντος, στ) το έγκαιρο των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν και ζ) ο βαθμός ετοιμότητας και η επάρκεια του εξοπλισμού εκ των αρωγών του Ρυμουλκού «…», κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η αμοιβή που οφείλεται για την παρασχεθείσα παραπάνω βοήθεια ανέρχεται συνολικά σε 20.000, από τα οποία αναλογούν τα 9/10 στους πλοιοκτήτες (κατά το ποσοστό της συμπλοιοκτησίας τους, ήτοι σε ποσοστό 50% για έκαστο αυτών) του ρυμουλκού «…», ήτοι ποσό 18.000 ευρώ και το 1/10, ήτοι ποσό 2.000 ευρώ στον πλοιοκτήτη και κυβερνήτη του φουσκωτού σκάφους «…», Γ. Λ., το οποίο και οφείλει να καταβάλει η εναγομένη στον ενάγοντα κατά μερική παραδοχή των κονδυλίων α΄, δii΄ και δiii΄. Τέλος, το ασφαλισμένο για ίδιες ζημιές σκάφος του ενάγοντος εκ της προσάραξης του κύτους του σκάφους σε αμμώδη – βραχώδη βυθό υπέστη ζημία στα ψυγεία καθώς αυτά γέμισαν με άμμο, για τον καθαρισμό των οποίων ο ασφαλισμένος δαπάνησε το ποσό των 800 ευρώ, κατά μερική παραδοχή του σχετικού αιτήματος, διότι το αιτούμενο ποσό των 1.600 ευρώ κρίνεται υπερβολικό. Ας σημειωθεί ότι στην προσκομιζόμενη απόδειξη του Γεωργίου …υ (ποσού 4.464 ευρώ, ήτοι υπέρτερου του αιτούμενου και με ημερομηνία 30-4-2018) δεν αναγράφεται επί μέρους ποσό που του καταβλήθηκε για την εν λόγω αιτία. Κατά συνέπεια, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη οφείλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων οκτακοσίων ευρώ (20.000 + 800 = 20.800€), εντόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, ενώ τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας ερμηνείας των κανόνων δικαίου εφαρμόστηκαν (άρθρα 176, 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.-
Απορρίπτει τα ως απορριπτέα κριθέντα.-
Δέχεται εν μέρει την αγωγής.-
Αναγνωρίζει ότι η εναγόμενη οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των είκοσι χιλιάδων οκτακοσίων ευρώ (20.800€), εντόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.-
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.-
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …..
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ